Τετάρτη 16 Μαρτίου 2016

Παύση της διαδικασίας θεώρησης τιμολογίων εισαγωγής για σκοπούς διαμόρφωσης της δασμολογητέας αξίας εμπορευμάτων. Αρ. Πρωτ.: ΔΔΘΤΟΚ Α 1038856 ΕΞ 2016 (Μάθημα 1- Μέρος Δεύτερο) 16 Μαρτίου 2016




Παύση της διαδικασίας θεώρησης τιμολογίων εισαγωγής για σκοπούς διαμόρφωσης της δασμολογητέας αξίας εμπορευμάτων. Αρ. Πρωτ.: ΔΔΘΤΟΚ Α 1038856 ΕΞ 2016 (Μάθημα 1- Μέρος Δεύτερο) 16 Μαρτίου 2016

 



1. Όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με το άρθρο 29 (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 (Κοινός Τελωνειακός Κώδικας), η δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων είναι η συναλλακτική αξία, δηλ. η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή για τα εμπορεύματα αυτά, ενδεχομένως κατόπιν προσαρμογής που πραγματοποιείται με βάση τα άρθρα 32 και 33, δηλ. κατόπιν της πρόσθεσης ή/και της αφαίρεσης των στοιχείων που μνημονεύονται στα εν λόγω άρθρα. Δεν συνυπολογίζονται, επιπλέον, οι δραστηριότητες που αναλαμβάνει ο αγοραστής για δικό του λογαριασμό, σύμφωνα με την παρ. 3 β) του άρθρου 29.
2. Έτσι, το άρθρο 32 (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 παραθέτει στην παρ. 1 ορισμένα στοιχεία τα οποία πρέπει να προστίθενται στη δασμολογητέα αξία των εμπορευμάτων, εφόσον δεν έχουν ήδη συμπεριληφθεί σε αυτή. Ο κατάλογος αυτός είναι εξαντλητικός και όχι ενδεικτικός, καθώς, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 32, κανένα άλλο στοιχείο δεν μπορεί να προστεθεί στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή, πλην αυτών που προβλέπονται στο άρθρο αυτό. Επιπλέον, σύμφωνα με την παρ. 2 του εν λόγω άρθρου, κάθε τέτοιο στοιχείο που προστίθεται προκειμένου να διαμορφώσει τη δασμολογητέα αξία του εμπορεύματος, πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά σε αντικειμενικά δεδομένα που είναι δυνατό να εκτιμηθούν.
3. Επιπλέον, το άρθρο 33 (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92, παραθέτει ορισμένα στοιχεία τα οποία δεν πρέπει να περιλαμβάνονται στη δασμολογητέα αξία, εφόσον μπορούν να διακριθούν από την πράγματι πληρωτέα ή πληρωθείσα τιμή.
1. Κατά την διενέργεια του ελέγχου :
• Μια σειρά διαφορετικών τελωνειακών διασαφήσεων πρέπει να συγκριθούν μεταξύ τους για να εξακριβωθεί εάν υπάρχουν διαφορετικές δηλωθείσες τιμές για το ίδιο προϊόν. Εάν υπάρχουν σημαντικές διαφορές μπορεί να υποδηλώνουν την ύπαρξη παρατυπιών στην δασμολογητέα αξία που δηλώνεται και στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος προβαίνει σε περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης.
• Πραγματοποιείται σύγκριση:
- Της πράγματι πληρωθείσας ή πληρωτέας τιμής επιλεγμένων κωδικών με τη μέση τιμή αυτών από το πληροφοριακό σύστημα των τελωνείων
- Της δασμολογητέας αξίας ομοειδών προϊόντων που αγοράστηκαν από διαφορετικούς προμηθευτές από τον ίδιο εισαγωγέα
- Της δηλωθείσας δασμολογητέας αξίας με την τιμή πώλησης στο εσωτερικό της χώρας ή την αξία των ομοειδών προϊόντων
2. Ο ελεγκτής πρέπει να ξεκινήσει καθορίζοντας ποια μέθοδο προσδιορισμού της δασμολογητέας αξίας θα χρησιμοποιήσει, εάν αυτή είναι η σωστή μέθοδος και εάν όλες οι παρακάτω προσθήκες και οι προσαρμογές έχουν συμπεριληφθεί στην δηλωθείσα δασμολογητέα αξία.
3. Για να καθοριστεί η δυνατότητα εφαρμογής της συναλλακτικής αξίας ο ελεγκτής πρέπει να βεβαιωθεί ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την χρήση της .
Θα πρέπει να ελέγξει εάν:
• Η συναλλακτική αξία αφορά πώληση η οποία έχει σαν τελικό αποδέκτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
• Δεν υπάρχουν περιορισμοί στην χρησιμοποίηση των εμπορευμάτων, άλλων από αυτά που εισήχθησαν
• Ο αγοραστής και ο πωλητής δεν συνδέονται μεταξύ τους και εάν συνδέονται αυτή η σχέση δεν έχει επηρεάσει την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή.
Μια σχέση μεταξύ προμηθευτή και αγοραστή καθορίζεται με βάση το Κοινοτικό δίκαιο και μπορεί να κατηγοριοποιηθεί σε δύο ομάδες:
1. Μια σχέση εξαιτίας μια προσωπικής σχέσης (άρθρο 143 1 α,β,γ και θ των εφαρμοστικών διατάξεων του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα , (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93).
2. Μια εμπορική σχέση μεταξύ συνδεόμενων επιχειρήσεων (άρθρο 143 1 δ των εφαρμοστικών διατάξεων του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα).
Ο ελεγκτής θα πρέπει να αποδείξει εάν υπάρχει σχέση και εάν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την εγκυρότητα και την ακρίβεια των πληροφοριών στις διασαφήσεις εισαγωγής. Αυτές οι αμφιβολίες μπορούν να προκύψουν από τα ονόματα του πωλητή και του αγοραστή ή από διάφορα έγγραφα όπως η έκθεση ελέγχου (πχ ορκωτών Λογιστών, εσωτερικού ελέγχου κλπ) , οι ισολογισμοί, το απόσπασμα από το μητρώο των εταιρειών, τα συμβόλαια εταιρικής σχέσης ή από πληροφορίες στο διαδίκτυο. Εάν υπάρχει μια σχέση, θα πρέπει να ελέγξει εάν η συναλλακτική αξία που δηλώθηκε στις τελωνειακές αρχές μπορεί να γίνει αποδεκτή ή υπάρχουν ενδείξεις ότι έχει επηρεασθεί από αυτή τη σχέση. Υπάρχουν μερικά γεγονότα που υποδηλώνουν ότι η σχέση μεταξύ των φορέων έχει επηρεάσει την τιμή, όπως:
• Η τιμή των εμπορευμάτων είναι χαμηλότερη ή υψηλότερη από την τιμή ενός ανεξάρτητου αγοραστή κάτω από τις ίδιες συνθήκες
• Ο πωλητής παραιτείται από πληρωμές από τον εισαγωγέα αν και δικαιούται να εισπράξει αυτές τις πληρωμές
• Συμφωνημένες τιμές μεταξύ των εταιρειών (έλεγχος συμβολαίων)
• Οι πληρωμές μεταξύ του προμηθευτή και του συνδεόμενου εισαγωγέα έχουν αυξηθεί εκ των υστέρων (με την έκδοση ενός χρεωστικού ή πιστωτικού σημειώματος ή ενός συμπληρωματικού τιμολογίου) ή υπάρχουν περιοδικές αντισταθμιστικές πληρωμές
Εάν ο ελεγκτής δεν μπορεί να κάνει αποδεκτή την «συναλλακτική αξία», πρέπει να δώσει μια Λογική ευκαιρία στον πωλητή να αποδείξει ότι η τιμή δεν έχει επηρεαστεί από αυτή τη σχέση (άρθρο 29 2 (β) του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα). Όταν ο εισαγωγέας δεν μπορεί να αποδείξει ότι η τιμή δεν έχει επηρεασθεί από τη σχέση τους αυτή, η δασμολογητέα αξία πρέπει να καθοριστεί με μια άλλη μέθοδο προσδιορισμού της αξίας (άρθρο 30 (2) α,β,γ,δ του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92) ή από την μέθοδο που προκύπτει σύμφωνα με το άρθρο 31 του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92.
4. Για να επιβεβαιώνεται ότι έχει δηλωθεί ορθώς η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή ο ελεγκτής θα πρέπει να μπορεί:
• Να συγκρίνει την αξία και το νόμισμα των συνοδευτικών τιμολογίων αγοράς με αυτά που δηλώθηκαν στο τελωνείο
• Να ελέγξει αν η αξία που εμφανίζεται στο συνοδευτικό τιμολόγιο αγοράς είναι σύμφωνο με τις παραγγελίες αγοράς, τα συμβόλαια, τα παραστατικά στοιχεία
• Να συγκρίνει τους όρους παράδοσης στα τιμολόγια με τα έξοδα φόρτωσης που δηλώθηκαν στο τελωνείο και τα φορτωτικά έγγραφα
• Να διαπιστώσει εάν υπήρχαν έξοδα ασφάλειας που είχαν σχέση με τις συναλλαγές και εάν αυτά προστέθηκαν στην δηλωθείσα δασμολογητέα αξία
• Να συγκρίνει τις εγγραφές στους λογαριασμούς με τις τιμές των τιμολογίων που δηλώθηκαν και να ελέγξει ότι δεν υπάρχει «διπλή τιμολόγηση»
• Να συγκρίνει τις τιμές των τιμολογίων στην διασάφηση με τις εγγραφές που έγιναν από τον εισαγωγέα στο όνομα του προμηθευτή
• Να ελέγξει εάν κάποιες προσθήκες που τιμολογούνται ξεχωριστά, έχουν ληφθεί υπόψη, όπως έξοδα ποσοστώσεων, μεταγενέστερες μειώσεις ή αυξήσεις τιμών, ελαττωματικά, διαφορές ποσότητας, απώλειες, ζημιές από τη μεταφορά ή πληρωμές εγγυήσεων
• Να επιβεβαιώσει την τιμή με τις πληρωμές που έγιναν στον προμηθευτή
• Σε περίπτωση που η αξία μιας προγενέστερης πώλησης έχει δηλωθεί σαν δασμολογητέα αξία, ο ελεγκτής θα πρέπει μεταξύ άλλων να εντοπίσει στην αλυσίδα του εφοδιασμού:
- Τα εμπλεκόμενα μέρη όπως παραγωγοί, έμποροι, πωλητές, μεταφορείς κλπ
- Τις οδούς μεταφοράς
- Τους όρους συναλλαγών όπως συμβόλαια, παραγγελίες, συμφωνίες, τιμολόγια κλπ και να επιβεβαιώσει εάν οι νόμιμες προσθήκες (πχ. Δικαιώματα αδείας κλπ) έχουν υπολογισθεί και συμπεριληφθεί ορθώς. Η εγκυρότητα της αξίας μιας προγενέστερης πώλησης (άρθρο 147 των διατάξεων του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93) πρέπει να αναλυθεί κυρίως όταν όλα τα μέρη της αλυσίδας είναι συνδεόμενα μέρη, επειδή αυτό μπορεί να έχει επηρεάσει την δηλωθείσα δασμολογητέα αξία ώστε να πληρωθούν λιγότεροι δασμοί.
Σε αυτή την περίπτωση είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο ελεγκτής μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες έτσι ώστε να αρθούν οι αμφιβολίες ως προς την εγκυρότητα της δηλωθείσας δασμολογητέας αξίας, ακόμα και μέσω της χρησιμοποίησης της διαδικασίας της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής .
Εάν οι αμφιβολίες παραμένουν, μπορεί να αρνηθεί την εφαρμογή της μεθόδου της συναλλακτικής αξίας.
5. Για να καθοριστεί η ύπαρξη συμπληρωματικών χρεώσεων στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή ο ελεγκτής θα πρέπει να ελέγξει εάν:
• Απαιτείται μια προσθήκη
• Η αξία της προσθήκης είναι σωστή
• Κάθε κατανομή πρόσθετων δαπανών είναι σωστή
Για να μπορέσει να ελέγξει τα παραπάνω στοιχεία, ο ελεγκτής θα πρέπει να εξετάσει τα έγγραφα όπως τον ισολογισμό, τους λογαριασμούς, τα συμβόλαια και τις συμφωνίες, τα συμβόλαια προμηθειών, τις συμφωνίες αδειών, τις παραγγελίες αγορών και άλλα έγγραφα, τιμολόγια ( τιμολόγια προμηθειών, τιμολόγια αγοράς, διαβιβασθέντα τιμολόγια), έγγραφα για το ναύλο, τελωνειακά έγγραφα και διασαφήσεις εισαγωγής που δηλώνουν τη δασμολογητέα αξία, αλληλογραφία, κλπ. Επιπλέον ο ελεγκτής μπορεί να προβεί σε έλεγχο των Λογαριασμών που έχουν σχέση με δικαιώματα αδείας (royalties) , προμήθειες, συμβόλαια παραγωγής (πχ εξωτερικών αναθέσεων), δαπάνες για τα μηχανήματα, έξοδα έρευνας και ανάπτυξης και τα παρόμοια. Ακόμα, θα ήταν χρήσιμο να ελέγξει εάν υπήρχαν διασαφήσεις εξαγωγής έτσι ώστε να ελέγξει εάν μερικά είδη ( εργαλεία , σχέδια κλπ) δόθηκαν δωρεάν ή σε μειωμένη τιμή άμεσα ή έμμεσα από τον αγοραστή σε σχέση με τα εισαγόμενα είδη. Οι προσθήκες αναφέρονται σε στοιχεία που έχουν σχέση με τα παρακάτω :
1. Με είδη και υπηρεσίες που παρέχονται από τον αγοραστή
α. Προμήθειες και μεσιτικά με εξαίρεση τις προμήθειες αγοράς
β. τα έξοδα των κοντέινερ τα οποία, για τελωνειακούς σκοπούς, αντιμετωπίζονται σαν σύνολο με τα εν λόγω εμπορεύματα
γ. τα έξοδα συσκευασίας, είτε για εργασία ή για υλικά
δ. υλικά, συστατικά, μέρη και παρόμοια στοιχεία που έχουν ενσωματωθεί στα εισαγόμενα εμπορεύματα
ε. εργαλεία, μήτρες, καλούπια και παρόμοια είδη που χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων
στ. υλικά που καταναλώνονται για την παραγωγή των εισαγόμενων ειδών (πχ Λιπαντικά)
ζ. μηχανική, ανάπτυξη, τέχνη, εργασίες σχεδιασμού, σχέδια και σκίτσα που διεξάγονται εκτός της Κοινότητας και είναι αναγκαία για την παραγωγή των εισαγόμενων εμπορευμάτων (πνευματικά δικαιώματα)
2. Με δικαιώματα αδείας (royalties)
Καθοριστικό στοιχείο για την κατηγοριοποίηση μιας πληρωμής σαν δικαιώματα αδείας (Royalties) δεν είναι ο χαρακτηρισμός σαν δικαιώματα αδείας αλλά ο σκοπός της πληρωμής. Τα δικαιώματα αδείας (royalties) πληρώνονται για τη χρήση ορισμένων πνευματικών δικαιωμάτων (και αγαθών ή τεχνολογίας) και μπορούν, μεταξύ άλλων, να καλύπτουν πληρωμές για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, εμπορικών σημάτων και πνευματικών δικαιωμάτων.
Τα δικαιώματα αδείας (royalties) Λαμβάνονται υπόψη για την δασμολογητέα αξία εάν πληρούνται δύο προϋποθέσεις:
• Η πληρωμή των δικαιωμάτων αδείας (royalties) σχετίζεται με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα
• Η πληρωμή των δικαιωμάτων αδείας (royalties) αποτελεί όρο για την πώληση των εμπορευμάτων αυτών.
Όσον αφορά την πληρωμή ενός δικαιώματος αδείας (royalties) σε σχέση με το δικαίωμα χρήσης ενός εμπορικού σήματος , τρεις πρόσθετες απαιτήσεις πρέπει να πληρούνται όπως αυτές προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 159 των διατάξεων εφαρμογής του ΚΤΚ, (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93).
Κατά συνέπεια, σε έναν έλεγχο είναι σημαντικό ο ελεγκτής να ερευνά για την άδεια χρήσης η οποία συνήθως καθορίζει Λεπτομερώς το αδειοδοτούμενο προϊόν, τη φύση των δικαιωμάτων που έχουν ανατεθεί και την τεχνογνωσία που παρέχεται, τις ευθύνες του δικαιοπαρόχου και του δικαιοδόχου, και τις μεθόδους υπολογισμού και πληρωμής των δικαιωμάτων αδείας (royalties) ή τελών αδείας.
Η πληρωμή των δικαιωμάτων αδείας είναι μερικές φορές δύσκολο να ανιχνευθούν γιατί μπορούν :
• Να τιμολογούνται διαφορετικά από τις συναλλαγές των εμπορευμάτων αγοράς
• Να υπολογίζονται σαν ένας μέσος όρος των ετήσιων πωλήσεων
• να κατατάσσονται Λανθασμένα σαν «προμήθειες» ή «προμήθειες αγοράς»
• να πληρώνονται σε ένα οικονομικό φορέα που είναι διαφορετικός από τον προμηθευτή των εμπορευμάτων.
Στις παραπάνω περιπτώσεις είναι πιθανό το πληρωτέο ποσό να μην χαρακτηρίζεται σαν δικαιώματα αδείας και να μην καταγράφεται στο σωστό Λογαριασμό που αφορά τα δικαιώματα αδείας.
Θα πρέπει ο ελεγκτής να κοιτάει τον Ισολογισμό για να εντοπίσει τους διαφορετικούς Λογαριασμούς στους οποίους τα δικαιώματα αδείας μπορεί να καταγραφούν. Για παράδειγμα, ο φορέας μπορεί να συμπεριλάβει αυτό το ποσό σε ένα γενικό Λογαριασμό με την ονομασία «Εξαγορές» , «Λογαριασμοί για πληρωμή», «Είδη», «Προμηθευτές», «Έξοδα των Αγαθών», κλπ.
Οι Λεπτομέρειες αυτών των ποσών μπορούν πιθανώς να βρεθούν στην αποτίμηση των αποθεμάτων ( δημιουργία της αξίας των προϊόντων σε απόθεμα).
Ο ελεγκτής πρέπει να προσδιορίζει τη φύση αυτής της πληρωμής, για παράδειγμα, ζητώντας τους τα συμβόλαια αγοράς με τον προμηθευτή. Ο ελεγκτής θα πρέπει να ελέγχει τα προϊόντα/ πιστωτές του Καθολικού της εταιρείας για να εξακριβώσει εάν περιέχει τα ποσά που καταβάλλονται σε προμηθευτές από τρίτες χώρες οι οποίες δεν είχαν καταγραφεί στο λογαριασμό «Αποκτήσεις από τρίτες χώρες".
3. Η αξία από οποιοδήποτε μέρος του προϊόντος κάθε μεταγενέστερης μεταπώλησης, μεταβίβασης ή χρησιμοποίησης των εισαγόμενων εμπορευμάτων που περιέρχεται άμεσα ή έμμεσα στον πωλητή.
4. Έξοδα μεταφοράς
Τα έξοδα μεταφοράς καθώς και έξοδα φόρτωσης και εργασιών των εισαγόμενων εμπορευμάτων μέχρι τον τόπο εισόδου στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, πρέπει να προστεθούν στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα, αν - σύμφωνα με τη συμφωνηθείσα προθεσμία παράδοσης (Incoterms) - δεν συμπεριλαμβάνονται ήδη στην αξία του τιμολογίου.
5. Έξοδα ασφάλισης
Τα έξοδα για κάθε ασφάλεια μεταφοράς πρέπει να προστίθενται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή όσον αφορά τα έξοδα που πράγματι προκύπτουν και πρέπει να καταβληθούν επιπλέον από τον αγοραστή. Έχουν νόημα για την δασμολογητέα αξία, εφόσον δεν περιλαμβάνονται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή.
Η συνολική χρέωση ασφάλισης των εισαγόμενων εμπορευμάτων πρέπει να προστεθεί, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος μπορεί να παρέχει αξιόπιστες αποδείξεις για το ποσό της χρέωσης μέχρι και μετά από τον τόπο εισόδου στο τελωνειακό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο ελεγκτής πρέπει να γνωρίζει ότι το κόστος ασφάλισης μπορεί να είναι για μία μόνο μεταφορά ή θα μπορούσε να περιλαμβάνει ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα π.χ. ενός έτους, η οποία θα καλύπτει μια σειρά από μεταφορές.
6. Για να καθοριστεί ποια στοιχεία δεν πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή ο ελεγκτής πρέπει να ελέγξει εάν:
• Πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εξαίρεση
• Η έκπτωση είναι επιτρεπτή
• Το ποσό που εξαιρείται είναι σωστό.
Προκειμένου να ελέγξει τα παραπάνω στοιχεία, ο ελεγκτής πρέπει να εξετάσει τα έγγραφα, όπως τον ισολογισμό, τους λογαριασμούς του διαχειριστή, τις συμβάσεις και τις συμφωνίες, τις συμβάσεις προμηθειών, τις συμφωνίες άδειας, τις εντολές αγοράς και τα άλλα έγγραφα, τιμολόγια (προμήθειες τιμολόγια, τιμολόγια αγοράς, μεταγενέστερα τιμολόγια) , τα έγγραφα μεταφοράς, τα τελωνειακά έγγραφα και τις δηλώσεις δασμολογητέας αξίας, την αλληλογραφία κ.λπ.
Απαιτούμενο για να μπορεί να γίνει δεκτή η εξαίρεση είναι όταν τα έξοδα ή οι δαπάνες:
• Συμπεριλαμβάνονται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή • Εμφανίζονται ξεχωριστά από την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή την αναφερόμενη χρονική στιγμή πχ οι δαπάνες που μπορούν να αναγνωριστούν ως ένα ξεχωριστό στοιχείο κόστους από την τιμή αγοράς στο συμβόλαιο πώλησης.
7. Παραδείγματα στοιχείων που δεν περιλαμβάνονται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή:
• χρεώσεις για τη μεταφορά των εμπορευμάτων μετά την άφιξή τους στον τόπο εισόδου στο τελωνειακό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν ένα τιμολόγιο των ναύλων δεν μπορεί να παρασχεθεί, ο ελεγκτής μπορεί να κάνει δεκτό ένα γενικό δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα των ναύλων. Ο ελεγκτής θα πρέπει να εξετάσει το σωστό υπολογισμό της έκπτωσης με την βοήθεια των τιμολογίων και των εγγράφων των ναύλων.
• Τα έξοδα για την κατασκευή, ανέγερση, συναρμολόγηση, συντήρηση ή παροχή τεχνικής βοήθειας, που αναλαμβάνεται μετά την εισαγωγή των εισαγόμενων προϊόντων, όπως βιομηχανικές εγκαταστάσεις, μηχανήματα ή εξοπλισμός. Οι χρεώσεις αυτές θα μπορούσαν επίσης να αφαιρεθούν, εφόσον έχουν περιληφθεί στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή.
• Τα έξοδα των τόκων που καταβάλλονται βάσει συμφωνίας χρηματοδότησης που έχει συνάψει ο αγοραστής και αφορά την αγορά εισαγόμενων εμπορευμάτων.
• Τα έξοδα για το δικαίωμα να αναπαράγει τα εισαγόμενα αγαθά στην ΕΕ
• Τις προμήθειες αγοράς: αυτά είναι τα ποσά τα οποία ο εισαγωγέας πληρώνει σε έναν τρίτο που ενεργεί για Λογαριασμό του εισαγωγέα στην αγορά προϊόντων που πρόκειται να εισαχθούν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο μεσάζοντας έχει συμβατική υποχρέωση να βρει τις πηγές της παραγωγής στην προμηθεύτρια χώρα, να διαβιβάσει τα προσφερόμενα έξοδα παράδοσης στον αγοραστή και να επιβλέψει την παράδοση. Το τιμολόγιο (και τα συνακόλουθα έγγραφα) πρέπει να εξετασθούν για να καθορίσουν εάν η εργασία του μεσάζοντα υπερβαίνει τις υποχρεώσεις του ούτως ώστε κατά το μέρος αυτό να εξεταστεί η συμπερίληψή του στη δασμολογητέα αξία.
• Οι δασμοί εισαγωγής ή άλλες χρεώσεις που πληρώνονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση σαν αποτέλεσμα της εισαγωγής ή της πώλησης των προϊόντων. Αυτές οι χρεώσεις πραγματοποιούνται μετά την εισαγωγή των προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρέπει να υπάρχει σαφής μνεία στο τιμολόγιο ή οποιοδήποτε έγγραφο ότι η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή συμπεριλαμβάνει τους δασμούς εισαγωγής και τις χρεώσεις ισοδυνάμου αποτελέσματος. Κατά τον εκ των υστέρων έλεγχο βέβαια τα ανωτέρω πρέπει να αποδεικνύονται από τα στοιχεία που διαθέτει ο εισαγωγέας (συμβόλαια, πληρωμές κλπ)
8. Επιπλέον ο ελεγκτής πρέπει να προβεί σε προσεκτικό έλεγχο των Λογαριασμών του οικονομικού φορέα (εισαγωγέα) έτσι ώστε να επιβεβαιωθεί ότι όλες οι αγορές των εμπορευμάτων από τρίτες χώρες έχουν καταγραφεί στα βιβλία του και καλύπτονται από τελωνειακή διασάφηση.
9. Παράλληλα ο ελεγκτής πρέπει να συγκρίνει την τελωνειακή διασάφηση με τις καταχωρήσεις στα βιβλία του εισαγωγέα και το αντίστροφο ώστε να διασταυρωθούν τα σχετικά στοιχεία και να καθορισθεί μεταξύ άλλων, εάν:
• Το τιμολόγιο που χρησιμοποιήθηκε για τη διασάφηση των εμπορευμάτων είναι διαφορετικό από αυτό που φαίνεται στα βιβλία του εισαγωγέα. Εάν η αξία που φαίνεται στα βιβλία είναι υψηλότερη από αυτή που έχει δηλωθεί στο τελωνείο είναι πιθανό να έχει χρησιμοποιηθεί ένα διαφορετικό τιμολόγιο.
• Οι καταχωρήσεις των βιβλίων είναι συνδεδεμένες με τα εισαγόμενα εμπορεύματα και καλύπτονται από τις τελωνειακές διασαφήσεις.
• Όλα τα εμπορεύματα έχουν δηλωθεί
• Η αξία των εισαγόμενων εμπορευμάτων έχει σωστά δηλωθεί.
Ο ελεγκτής μπορεί να επιλέξει μια καθορισμένη χρονική περίοδο και τα βιβλία μερικών προμηθευτών από τρίτες χώρες και να συνδυάσει τη συνολική αξία των εισαγωγών με τις αξίες που δηλώθηκαν στο Τελωνείο
10. Από τον έλεγχο των βιβλίων των οικονομικών φορέων και από τον έλεγχο των συνοδευτικών εγγράφων όπως τα τιμολόγια, οι άδειες παράδοσης, οι παραγγελίες κλπ, ο ελεγκτής μπορεί να διερευνήσει την ύπαρξη των ακόλουθων:
• Διπλή τιμολόγηση
• Υποτιμολόγηση των εμπορευμάτων
• Μη δηλωθέντα φορτία
• Στρογγυλοποιημένα ποσά ή επαναλαμβανόμενα όμοια ποσά δασμολογητέας αξίας
• Επιπλέον πληρωμές για παραδόσεις που σχετίζονται με την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή, ή μερικές πληρωμές που πρέπει να προστεθούν στην πράγματι πληρωθείσα τιμή (πχ έξοδα εργαλείων, έξοδα ανάπτυξης, έξοδα για τέλη αδείας κλπ)
11. Ο ελεγκτής πρέπει να ερευνήσει ανεξάρτητες καταχωρήσεις στα βιβλία που έχουν ασυνήθιστες αξίες, ασυνήθιστες περιγραφές γιατί μπορεί να υποδεικνύουν μελλοντικές πληρωμές ή πληρωμές που δεν δηλώθηκαν στις τελωνειακές διασαφήσεις. Ο ελεγκτής πρέπει να ελέγχει τις τελωνειακές διασαφήσεις που αναφέρονται σε αυτές τις καταχωρήσεις. Παράλληλα πρέπει να προβαίνει σε σύγκριση παρόμοιων τιμολογίων κατά τη διάρκεια του έτους από τον ίδιο προμηθευτή ώστε να διερευνούνται πιθανές διαφοροποιήσεις ως προς την τιμολόγηση.
12. Επιπλέον, ο ελεγκτής πρέπει να αναλύει τις μεταφορές χρημάτων έτσι ώστε να διαπιστώνεται η σύνδεση μεταξύ της δηλωθείσας δασμολογητέας αξίας και της πληρωμής που πραγματοποιήθηκε από τον προμηθευτή.
• Πρέπει να αναλύσει την πληροφορία σχετικά με τη μεταφορά χρημάτων εκτός Ε.Ε. έτσι ώστε να επαληθεύεται ο λογαριασμός πληρωμών του φορέα. Οι κινήσεις που μπορούν να αναλυθούν πρέπει όχι μόνο να μπορούν να συνδέονται με τα εμπορεύματα αλλά και με τις υπηρεσίες(πχ μεταφορά, δικαιώματα αδείας, κόστος εργαλείων κλπ).
• Στις περιπτώσεις που το ποσό των χρημάτων που εξάγεται είναι μεγαλύτερο από την αξία των εισαγωγών που έχει δηλωθεί και δεν είναι δυνατόν να δικαιολογηθεί η διαφορά που προκύπτει, αυτό μπορεί να είναι μια ένδειξη ότι είτε υπήρχαν είδη που δεν δηλώθηκαν στις τελωνειακές αρχές (πχ λαθραία) είτε η αξία που δηλώθηκε κατά την εισαγωγή ήταν χαμηλότερη από την πραγματική αξία που έπρεπε να δηλωθεί στις τελωνειακές αρχές.
13. Συνοψίζοντας για να μπορέσει να ελεγχθεί η δασμολογητέα αξία θα πρέπει:
Α. Να συγκεντρωθούν όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες ώστε να απαντιούνται οι κατωτέρω ερωτήσεις:
1. Υπάρχουν διαθέσιμες οι δηλώσεις για τη δασμολογητέα αξία (έντυπο DV1);
2. Είναι οι δηλώσεις δασμολογητέας αξίας συμπληρωμένες σε όλα τα πεδία;
3. Έχει χρησιμοποιηθεί η μέθοδος της συναλλακτικής αξίας; Εάν όχι, ποια μέθοδος προσδιορισμού αξίας έχει χρησιμοποιηθεί;
4. Έχουν δηλωθεί διαδοχικές πωλήσεις;
5. Ποιοι προμηθευτές συμμετέχουν;
6. Έχουν κάποιοι από αυτούς τους προμηθευτές σχέση με τον φορέα (αγοραστή); Εάν ναι, τι είδους σχέση έχουν;
7. Υπάρχουν διαφορετικές τιμές τιμολογίων που δηλώνονται για το ίδιο προϊόν από τον ίδιο προμηθευτή;
8. Οι τιμές των τιμολογίων για τα ομοειδή προϊόντα διαφέρουν όταν εισάγονται από διαφορετικούς προμηθευτές;
9. Υπάρχουν διαθέσιμες τιμές αναφοράς (μέσες τιμές που θεωρούνται σαν Λογικές) για τα εισαγόμενα προϊόντα; Β. Να αξιολογηθούν οι πιθανοί δείκτες κινδύνου ώστε να επιλέγονται οι συναλλαγές που πρέπει να εξετασθούν σύμφωνα με τα κατωτέρω:
10. Η αξία των προϊόντων δηλώθηκε στη βάση του προτιμολογίου ή σε τιμολόγια με αξίες μόνο για τελωνειακούς σκοπούς
11. Η δασμολογητέα αξία δηλώθηκε σαν ένα στρογγυλοποιημένο ποσό ή σαν ένα πανομοιότυπο ποσό
12. Υπάρχουν ενδείξεις για σχέση μεταξύ του προμηθευτή και του αγοραστή
13. Υπάρχουν διαφορετικές αξίες που δηλώθηκαν για ομοειδή προϊόντα/προμηθευτές/καταγωγή.
14. Υπάρχει μια μεγάλη διακύμανση μεταξύ της δασμολογητέας αξίας που δηλώθηκε και της αγοραίας αξίας ( πωλήσεις της εσωτερικής αγοράς)
15. Υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ δασμολογητέας αξίας και των αναφερομένων τιμών (αν υπάρχουν)
16. Η μορφή και/ή το περιεχόμενο των τιμολογίων από τον ίδιο προμηθευτή δεν είναι ομοιόμορφη (σωστή)
17. Έχει δηλωθεί ως αξία η αξία προηγούμενων πωλήσεων
18. Υπάρχει ένας έμπορος ή μια Τρίτη επιχείρηση (μεσάζων) που εμπλέκεται στις συναλλαγές
19. Τα εμπορεύματα έρχονται από χώρα χωρίς συμφωνία αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής με την ΕΕ ή από εκεί που είναι δύσκολο να παρασχεθούν πληροφορίες.
20. Οι πληρωμές δεν αποστέλλονται άμεσα στον προμηθευτή από τον οικονομικό φορέα.
21. Ο ναύλος είναι προπληρωμένος από τον οικονομικό φορέα (ρίσκο για να μην συμπεριλαμβάνεται στη δασμολογητέα αξία)
22. Ο ελεγκτής αξιολογεί:
• Πως ο οικονομικός φορέας διασφαλίζει την παρακολούθηση των εισαγωγών στο Λογιστήριο του;
• Πως ο οικονομικός φορέας διασφαλίζει ότι όλα τα παραληφθέντα τιμολόγια που αναφέρονται σε αγορές τρίτων χωρών έχουν υποβληθεί όταν τα εμπορεύματα δηλώθηκαν για τελωνισμό.
• Πως ο οικονομικός φορέας διασφαλίζει την εγκυρότητα της δηλωθείσας δασμολογητέας αξίας.
• Εάν ένας εκτελωνιστής έχει χρησιμοποιηθεί ποια είναι η πληροφορία που ο οικονομικός φορέας παρέχει στον εκτελωνιστή έτσι ώστε να υποβάλει την διασάφηση
23. Επιβεβαιώνει εάν οι διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου του οικονομικού φορέα δουλεύουν αποτελεσματικά (αξιολόγηση των ελέγχων)
24. Εξακριβώνει εάν το προσωπικό έχει εκπαιδευτεί σε τομείς δασμολογητέας αξίας.
Δ. Ο ελεγκτής να προβαίνει σε ουσιαστικούς ελέγχους οι οποίοι να βασίζονται:
Στον έλεγχο των εγγράφων εξετάζοντας τα αρχεία του οικονομικού φορέα, τους λογαριασμούς και τα συνοδευτικά έγγραφα και ελέγχοντας εάν συμβαίνουν τα ακόλουθα:
25. Υπάρχουν ενδείξεις ότι υπάρχει μια σχέση που μπορεί να επηρεάσει τη δασμολογητέα αξία.
26. Υπάρχουν μεταγενέστερες αυξήσεις των τιμών από τον προμηθευτή (που έχει σχέση με τον εισαγωγέα) και / ή αντισταθμιστικές πληρωμές.
27. O πωλητής ο οποίος σχετίζεται με τον εισαγωγέα, παραιτήθηκε από τις πληρωμές, αν και ο ίδιος έχει το δικαίωμα να τις λάβει.
28. H σωστή μέθοδος για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξία έχει εφαρμοστεί.
29. H αξία που δηλώνεται στο τελωνείο είναι σύμφωνα με τις εντολές αγοράς, συμβάσεις, δελτία, τιμολόγια κ.λπ.
30. Oι όροι παράδοσης για τα τιμολόγια και τις συμβάσεις μεταφοράς εμπορευμάτων (Incoterms) ταιριάζουν με τα έξοδα μεταφοράς που δηλώνονται στο τελωνείο και με έγγραφα φορτίου.
31. Tα ποσά που έχουν δηλωθεί στο τελωνείο ως ασφαλιστικές επιβαρύνσεις, είναι σύμφωνες με τους όρους των ασφαλιστηρίων συμβολαίων του χειριστή.
32. Yπάρχουν ενδείξεις για άλλες προσθήκες. αν ναι, πρέπει να ελέγχεται αν:
α. έχουν προστεθεί σωστά στην δασμολογητέα αξία
β. από τα έγγραφα που υπάρχουν εμφαίνονται προσθήκες (π.χ. τιμολόγια προμήθειας, τιμολόγια αγοράς, έγγραφα εμπορευμάτων και αποστολής κ.λπ.
γ. υπάρχουν Λογαριασμοί που συνδέονται με τα δικαιώματα, τις προμήθειες, την έρευνα και την ανάπτυξη, τις μεταφορές, την ασφάλιση, και άλλα έξοδα.
δ. υπάρχουν πληρωμές που σχετίζονται με πιθανές προσθήκες ε. οι πληρωμές που πραγματοποιούνται εκ των προτέρων, προστέθηκαν στη δηλωθείσα δασμολογητέα αξία.
33. Υπάρχουν οποιαδήποτε έξοδα που αφαιρούνται από τη δασμολογητέα αξία; Εάν ναι, απαιτείται έλεγχος εάν:
Α. Δεν πρέπει να περιληφθούν στη δασμολογητέα αξία (πχ έξοδα μεσιτείας)
Β. Εχουν σωστά υπολογισθεί και εμφανίζονται ξεχωριστά από την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή
34. Έχει χρησιμοποιηθεί η σωστή ισοτιμία για το νόμισμα που εμφανίζεται;
35. Όλες οι καταχωρήσεις στους λογαριασμούς που συνδέονται με προμηθευτές εκτός της ΕΕ συνοδεύονται από μια τελωνειακή διασάφηση;
36. Τα ποσά που καταγράφονται σε λογαριασμούς για αγορές εκτός ΕΕ ταιριάζουν με τις αξίες που έχουν δηλωθεί στην τελωνειακή διασάφηση;
37. Τα ποσά που δηλώνονται στα τιμολόγια και χρησιμοποιούνται για την τελωνειακή διασάφηση των εμπορευμάτων εγγράφονται στους λογαριασμούς του οικονομικού φορέα;
38. Υπάρχει μια αιτιολογία για τις εγγραφές των λογαριασμών με μη συνηθισμένα ποσά, μη συνηθισμένα σχόλια, μη συνηθισμένες μεθόδους εισόδου κλπ;
39. Πληρούνται οι προϋποθέσεις, όταν έχουν εφαρμοστεί διαδοχικές πωλήσεις και οι πληρωμές προς τους προμηθευτές ταιριάζουν με τις τιμές που δηλώνονται στο τελωνείο;
40. Τα χρήματα για τις πληρωμές των εισαγομένων εμπορευμάτων μεταφέρονται μέσω μιας τρίτης χώρας; Εάν ναι, εξακριβώστε ότι η αξία έχει προστεθεί ορθώς στη δασμολογητέα αξία.
41. Η δασμολογητέα αξία έχει δεόντως υπολογισθεί, όταν η μέθοδος της συναλλακτικής αξίας δεν έχει εφαρμοσθεί. Ανάλογα σύμφωνα με τη μέθοδο που έχει χρησιμοποιηθεί , εξετάστε τα αναφερόμενα συνοδευτικά έγγραφα. Για παράδειγμα, επιβεβαιώστε εάν:
- Τα αποτιμώμενα εμπορεύματα είναι ομοειδή ή πανομοιότυπα
- Οι τιμές που αναφέρονται και εφαρμόζονται είναι λογικές
42. Σε περίπτωση αμφιβολιών, για την επιβεβαίωση των δεδομένων χρησιμοποιείται πέραν των άλλων η Αμοιβαία Διοικητική Συνδρομή.
1. Μέσω της χρήσης του υποσυστήματος αξιών του Icisnet, και ειδικότερα της εφαρμογής της στατιστικής ανάλυσης στοιχείων αξίας εμπορευμάτων, ενισχύεται η διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των διατάξεων του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα (ΚΤΚ - καν. 2913/92) και των Διατάξεων Εφαρμογής αυτού (ΔΕΚΤΚ - καν. 2454/93) περί διαμόρφωσης της δασμολογητέας αξίας των εισαγόμενων εμπορευμάτων, τόσο κατά τον τελωνισμό όσο και κατά τη διαδικασία ελέγχων μετά από την έκδοση της άδειας παράδοσης (εκ των υστέρων έλεγχοι).

2. Ειδικότερα, μέσω της στατιστικής ανάλυσης των στοιχείων αξίας, διευκολύνεται σημαντικά η πρακτική εφαρμογή των ακόλουθων διατάξεων του καν. 2913/92 περί διαμόρφωσης της δασμολογητέας αξίας εμπορευμάτων κατά την εισαγωγή:

- Το άρθρο 30 Καν. 2913/92, περί εναλλακτικών μεθόδων καθορισμού της δασμολογητέας αξίας εμπορευμάτων, στην περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο αυτή δεν είναι δυνατό να καθοριστεί με βάση τη συναλλακτική αξία που προβλέπεται στο άρθρο 29 του ιδίου κανονισμού (αξία τιμολογίου). Ειδικότερα, διευκολύνεται η εφαρμογή της παρ. 2 στοιχεία α) και β) του εν άρθρου 30 αναφορικά με την εφαρμογή των μεθόδων συναλλακτικής αξίας πανομοιότυπων ή ομοειδών εμπορευμάτων, αντίστοιχα.

Τα εν λόγω στοιχεία συχνά είναι δύσκολο να συγκεντρωθούν και να συγκριθούν κατά τρόπο αξιόπιστο, κατά συνέπεια είναι ιδιαίτερα χρήσιμη η δυνατότητα άντλησης ορισμένων σχετικών δεδομένων από το υποσύστημα αξιών, όπως π.χ. η μέση συναλλακτική αξία που αντιστοιχεί σε έναν συγκεκριμένο κωδικό TARIC από μία τρίτη χώρα εξαγωγής με προορισμό την Ε.Ε., για το χρονικό διάστημα που αντιστοιχεί στην ίδια ή περίπου στην ίδια χρονική στιγμή που τα υπό κρίση εμπορεύματα - του ιδίου κωδικού TARIC - εισάγονται στην Ε.Ε. από την ίδια τρίτη χώρα εξαγωγής.

Στην περίπτωση αυτή, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την άντληση στοιχείων από το υποσύστημα αξιών, χρονικό διάστημα ενός τριμήνου πριν από την κρίσιμη εισαγωγή. Έτσι, αν από το υποσύστημα αξιών εμπορευμάτων επιλέξετε «Αποτίμηση αξιών» και κατόπιν «Στατιστική ανάλυση στοιχείων αξίας εμπορευμάτων» υπάρχει η δυνατότητα να μπορεί να δοθεί, για μια συγκεκριμένη περίοδο (Από .... Εως ....) και προαιρετικά για ένα εύρος εμπορευμάτων (από Κωδικό Taric έως Κωδικό Taric) και χώρα καταγωγής , η μέση τιμή των εμπορευμάτων της συγκεκριμένης περιόδου. Αυτό θα είναι αρκετά χρήσιμο ώστε να μπορείτε να συγκρίνετε τις τιμές αυτές και να δείτε που έχουν παρατηρηθεί τιμές μικρότερες και να μπορούν να γίνουν στοχευμένοι εκ των υστέρων έΛεγχοι ώστε να μην μπορούν να παρατηρηθούν φαινόμενα υποτιμολόγησης .
Εφιστούμε πάντως την προσοχή ότι, τα αποτελέσματα της προαναφερόμενης συγκριτικής ανάλυσης μέσω της σχετικής εφαρμογής του υποσυστήματος αξιών, πρέπει να χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά για σκοπούς επιβεβαίωσης και διευκόλυνσης της εναλλακτικής διαμόρφωσης της αξίας βάσει του άρθρου 30 παρ. 2α και β, και δεν υποκαθιστούν την συστηματική τήρηση αξιόπιστου και ορθά ενημερωμένου αρχείου αναφορικά με τα συγκριτικά στοιχεία αξιών, το οποίο θα πρέπει πάντοτε να εξετάζεται ενδελεχώς από τους εμπλεκόμενους παράγοντες τελωνισμού για σκοπούς εφαρμογής των προαναφερόμενων διατάξεων.

- Το άρθρο 181 α παρ. 1 του καν. 2454/93, σύμφωνα με το οποίο οι τελωνειακές αρχές δεν υποχρεούνται να καθορίζουν τη δασμολογητέα αξία βάσει της μεθόδου της συναλλακτικής αξίας του άρθρου 29 παρ. 1 ΚΤΚ, όταν υφίστανται εύλογες αμφιβολίες για το γεγονός ότι η δηλούμενη αξία αντιπροσωπεύει το πράγματι πληρωθέν ή πληρωτέο ποσό για τα εισαγόμενα εμπορεύματα.

Στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα με την παρ. 2 του ιδίου άρθρου, οι τελωνειακές αρχές δύνανται να ζητούν πρόσθετες πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 178 παρ. 4 ΔΕΚΤΚ, το οποίο προβλέπει την παροχή στις τελωνειακές αρχές κάθε επιπλέον πληροφορίας ή εγγράφου απαραίτητου για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων, χωρίς να κατονομάζει λεπτομερώς τα αναφερόμενα έγγραφα που δύνανται να ζητηθούν για το σκοπό αυτό. Σε αυτό το στάδιο οι τελωνειακές αρχές θα μπορέσουν, επιλέγοντας «Αποτίμηση αξιών» και κατόπιν «Εκτύπωση Διασαφήσεων κατά Παραλήπτη» και αναγράφοντας το ΑΦΜ του εισαγωγέα και μια συγκεκριμένη περίοδο (Από.... Εως....) και αν επιθυμούν και το εμπόρευμα, (κωδικό Taric) να αντλήσουν πληροφορίες για τις εισαγωγές του συγκεκριμένου παραλήπτη αναλυτικά με ποσότητα εμπορεύματος και αξία αυτών ανά διασάφηση.

Εάν οι αμφιβολίες εξακολουθούν να παραμένουν, το άρθρο 181 α παρ. 2 ΔΕΚΤΚ προβλέπει την κοινοποίηση εκ μέρους των τελωνειακών αρχών προς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο της αιτιολογίας στην οποία στηρίζονται οι αμφιβολίες αυτές, με την παροχή λογικού περιθωρίου απάντησης. Η τελική απόφαση και η αιτιολόγησή της κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο εγγράφως.

Έτσι, σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που αναφέρθηκε στις παρ. 1 έως 3 ανωτέρω, διακρίνουμε τα ακόλουθα ουσιώδη στοιχεία όσον αφορά την ορθή εφαρμογή του άρθρου 181α ΔΕΚΤΚ και τη συνδρομή του υποσυστήματος αξιών:

- Πρέπει να υφίστανται «εύλογες αμφιβολίες» εκ μέρους των τελωνειακών αρχών για το κατά πόσο η δηλούμενη αξία αντιστοιχεί πράγματι στην πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή με βάση το άρθρο 289 καν. 2913/92.

Η έννοια των «εύλογων αμφιβολιών» και η βάση ύπαρξής τους δεν εξειδικεύονται στο άρθρο αυτό, εναπόκειται επομένως κατ' αρχήν στο αρμόδιο τελωνείο, βάσει των πραγματικών περιστατικών που αντιμετωπίζει, να κρίνει κατά πόσο πράγματι υφίστανται εύλογες αμφιβολίες σε μια συγκεκριμένη περίπτωση καθορισμού της αξίας. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση η έννοια της «εύλογης» αμφιβολίας παραπέμπει σε βάσιμους, τεκμαρτούς λόγους για τους οποίους η τελωνειακή αρχή αμφισβητεί την ορθότητα της δηλούμενης αξίας - κατά συνέπεια, μια γενική διαπίστωση των παραγόντων τελωνισμού περί «χαμηλής» τιμής εισαγωγής δεν επαρκεί, αλλά θα πρέπει να υποστηρίζεται από αντικειμενικά και κατά το δυνατό μετρήσιμα στοιχεία. S Έτσι, η χρήση της εφαρμογής στατιστικής ανάλυσης στοιχείων αξίας μέσω του υποσυστήματος αξιών του Icisnet, μπορεί να αποτελέσει βάσιμο και αξιόπιστο στοιχείο για την επιβεβαίωση ή μη των υπονοιών των παραγόντων τελωνισμού ή των τελωνειακών ελεγκτών περί υποτιμολόγησης (ή υπερτιμολόγησης) της αξίας των υπό κρίση εμπορευμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 181α καν. 2454/93.

Ειδικότερα, για το σκοπό αυτό, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η άντληση στοιχείων τιμών πανομοιότυπων ή ομοειδών προϊόντων όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 30 παρ. 2 στοιχεία α) και β) ΚΤΚ. Έτσι, επιλέγοντας
«Αποτίμηση αξιών» και κατόπιν «Εκτύπωση Παραληπτών κατά εμπόρευμα» θα μπορείτε για μια συγκεκριμένη περίοδο (Από .... Εως....) και για συγκεκριμένα εμπορεύματα (Κωδικός Taric ) και αν θέλετε και για
συγκεκριμένο τελωνείο (Τελωνείο . ), να μπορείτε να αντλήσετε πληροφορίες για το ποιοι παραΛήπτες έχουν εισάγει το συγκεκριμένο εμπόρευμα, τη συγκεκριμένη περίοδο και ποια είναι η τιμή μονάδος αυτών.

- Στη συνέχεια, και εφόσον η τελωνειακή αρχή δεν ικανοποιηθεί από την παροχή περαιτέρω στοιχείων από τον ενδιαφερόμενο για την υποστήριξη της συναλλακτικής αξίας βάσει του άρθρου 29 καν. 2913/92, τότε μπορεί να προχωρήσει στη διαμόρφωση της αξίας με βάση τις εναλλακτικές μεθόδους τιμών πανομοιότυπων ή ομοειδών εμπορευμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 30 παρ. 2α και β ΚΤΚ, σύμφωνα με το τηρούμενο αρχείο τιμών καθώς και τα συγκριτικά στοιχεία που έχει αντλήσει από το υποσύστημα αξιών. Επισημαίνεται ότι, αντίστοιχη δυνατότητα έχει η τελωνειακή αρχή και εφόσον ο εισαγωγέας δεν προχωρήσει στην παροχή των περαιτέρω υποστηρικτικών της αξίας στοιχείων που ζητήθηκαν.

3. Επισημαίνεται ότι, όλα τα ανωτέρω μπορούν να εφαρμόζονται αντίστοιχα και στις περιπτώσεις τελωνειακών ελέγχων που πραγματοποιούνται μετά από την έκδοση της άδειας παράδοσης (εκ των υστέρων έλεγχοι), τόσο για σκοπούς κατάλληλης στόχευσης των εν λόγω ελέγχων, όσο και για σκοπούς διαπίστωσης της ορθότητας της δηλούμενης αξίας καθώς και της διαμόρφωσης της ορθής αξίας σε περίπτωση διαπίστωσης παρατυπιών.


1. Όλα τα προς συμπλήρωση πεδία του εντύπου δήλωσης αξίας DV1, βασίζονται στα στοιχεία και τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα άρθρα 29, 32 και 33 του καν. 2913/92, αναφορικά με τη διαμόρφωση της δασμολογητέας αξίας με βάση τη μέθοδο της συναλλακτικής αξίας των εμπορευμάτων.

Επισημαίνεται ότι, σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με τη συμπλήρωση ή τον έλεγχο ενός ή περισσότερων πεδίων του DV1, θα πρέπει να εξετάζονται προσεκτικά οι όροι της σύμβασης πώλησης.

2. Ειδικότερα, τα πεδία του εντύπου δήλωσης αξίας DV1 θα πρέπει να συμπληρώνονται ως ακολούθως:

- Πεδίο 6: Αναγράφεται ο αριθμός τυχόν Απόφασης της Τελωνειακής Περιφέρειας σχετικά με την προσθήκη royalties - δικαιωμάτων αδείας στη συναλλακτική αξία.

Δεν αναγράφεται τυχόν Απόφαση της Περιφέρειας σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 147 καν. 2454/93 (διαδοχικές πωλήσεις), καθώς δεν προβλέπεται η συμπλήρωση του στοιχείου αυτού στο έντυπο DV1.

- Πεδίο 7: Συνδεόμενα πρόσωπα - άρθρο 29 παρ. 1δ) και 2 καν. 2913/92. Για τη συμπλήρωσή του Λαμβάνονται υπόψη οι όροι της σύμβασης, καθώς και ο ορισμός των συνδεόμενων προσώπων για σκοπούς διαμόρφωσης της δασμολογητέας αξίας, σύμφωνα με το άρθρο 143 καν. 2454/93.

- Πεδία 8(α), 8(β) και 9(β): Προϋποθέσεις εφαρμογής της μεθόδου της συναλλακτικής αξίας - άρθρο 29 παρ. 1 στοιχεία α) έως γ) καν. 2913/92.

- Πεδίο 9(α): Δικαιώματα αδείας και Royalties - άρθρο 32 παρ. 1γ) καν. 2913/92. Εδώ σημειώνεται απλά το κατάλληλο πεδίο «ΝΑΙ/ΟΧΙ», δηλ. δηλώνεται το αν υφίστανται τέτοιου είδους δικαιώματα, ενώ το ποσό των δικαιωμάτων αυτών που προστίθεται στην αξία συμπληρώνεται στο πεδίο 16 (βΛ. κατωτέρω).

- Πεδία 13 έως 18: Λοιπά στοιχεία που προστίθενται στη δασμολογητέα αξία εφόσον δεν έχουν ήδη συμπεριληφθεί σε αυτήν - άρθρο 32 παρ. 1 καν. 2913/92. Ειδικότερα:

- Στο πεδίο 13 αναγράφονται τυχόν προμήθειες, έξοδα μεσιτείας και έξοδα για είδη συσκευασίας που βαρύνουν τον αγοραστή - άρθρο 30 παρ. 1α) στοιχείο i) καν. 2913/92.

Εφιστούμε την προσοχή ότι, στις «προμήθειες» του πεδίου αυτού, δεν συμπεριλαμβάνονται οι προμήθειες αγοράς καθώς και τα έξοδα διαφήμισης και marketing, καθώς τα εν Λόγω έξοδα δεν προστίθενται στη συναλλακτική αξία των εμπορευμάτων.

- Στα πεδία 14 και 16 αναγράφονται τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 32 παρ. 1 στοιχεία β) και δ) καν. 2913/92, αντίστοιχα.

- Στο πεδίο 15 αναγράφεται το ποσό τυχόν δικαιωμάτων αδείας και royalties που προστίθενται στη συναλλακτική αξία, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 1γ) καν. 2913/92, όπως αυτά προσδιορίζονται στη σχετική σύμβαση πώλησης.

Η συμπλήρωση του πεδίου αυτού γίνεται με βάση τα όσα ορίζονται στη σχετική Απόφαση της Τελωνειακής Περιφέρειας περί προσθήκης royalties - δικαιωμάτων αδείας, ενώ ο αριθμός της Απόφασης αναγράφεται στο πεδίο 6 του DV1.

- Στο πεδίο 17 αναγράφονται αποκλειστικά τα έξοδα μεταφοράς και τυχόν έξοδα φόρτωσης και εργασιών διαφύλαξης των εμπορευμάτων μέχρι το πρώτο σημείο εισόδου στην Ε.Ε., όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 163 καν. 2454/93, ενώ ο υπολογισμός αυτών γίνεται με τον τρόπο που καθορίζεται στα άρθρα 164 έως 166 καν. 2454/93. Τυχόν σχετικά έξοδα μετά το πρώτο σημείο εισόδου στην Ε.Ε. και μέχρι τον τόπο παράδοσης του εμπορεύματος, δεν λαμβάνονται υπόψη για τη συμπλήρωση του πεδίου 17 και αναγράφονται στο πεδίο 19 προκειμένου να αφαιρεθούν από τη συναλλακτική αξία.

- Πεδία 19 έως 23: Στοιχεία που αφαιρούνται από τη δασμολογητέα αξία των εμπορευμάτων - άρθρο 33 καν. 2913/92. Ειδικότερα:

- Το πεδίο 19 αναφέρεται στο στοιχείο α) του άρθρου 33 (έξοδα μεταφοράς μετά την άφιξη στην Ε.Ε.).

- Το πεδίο 20 αναφέρεται στο στοιχείο β) του άρθρου 33 (εργασίες κατασκευής κλπ. μετά την εισαγωγή).

- Το πεδίο 21 «λοιπά έξοδα» αναφέρεται στα στοιχεία γ) έως δ) του άρθρου 33 (τόκοι, δικαιώματα αναπαραγωγής και προμήθειες αγοράς).

- Το πεδίο 22 αναφέρεται στο στοιχείο στ) του άρθρου 33 (δασμοί και φόροι εισαγωγής).


A. Αρθρο 178 παρ. 3: Εναλλακτικές μέθοδοι προσδιορισμού αξίας

1. Σύμφωνα με το άρθρο 178 παρ. 3, οι τελωνειακές αρχές είναι δυνατό να παραιτηθούν από την απαίτηση υποβολής DV1, όταν η δασμολογητέα αξία εμπορευμάτων δεν μπορεί να καθοριστεί με βάση τη μέθοδο της συναλλακτικής αξίας που προβλέπεται στο άρθρο 29 καν. 2913/92, και συνεπώς θα πρέπει να γίνει χρήση των εναλλακτικών μεθόδων διαμόρφωσης της αξίας που προβλέπονται στα άρθρα 30 παρ. 2 και 31 του καν. 2913/92 (πανομοιότυπα και ομοειδή προϊόντα, τιμή μονάδας, υπολογιζόμενη αξία και εύλογη αξία).

2. Ως είναι ευνόητο, σύμφωνα με τη νομική διατύπωση της προαναφερόμενης διάταξης, η πρόβλεψη περί μη υποβολής του εντύπου DV1 στις περιπτώσεις εναλλακτικού προσδιορισμού της αξίας με βάση τα άρθρα 30 και 31 καν. 2913/92, δεν είναι υποχρεωτική για τις τελωνειακές αρχές, αλλά δυνητική, επομένως εμπίπτει στο πεδίο της διακριτικής ευχέρειας αυτών, σύμφωνα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε περίπτωσης που εξετάζεται.

Έτσι, εφόσον οι τελωνειακές αρχές θεωρούν ότι η συμπλήρωση των στοιχείων του DV1 σε μια συγκεκριμένη περίπτωση θα συνδράμει στην εφαρμογή των εναλλακτικών μεθόδων διαμόρφωσης της δασμολογητέας αξίας, έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν την υποβολή του από το διασαφιστή.

B. Αρθρο 179 παρ. 1: Αποστολές μικρής αξίας - μη εφαρμογή στον υπολογισμό δασμών - μη εμπορικές αποστολές

1. Σύμφωνα με το άρθρο 179 παρ. 1 καν. 2454/93, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία η δήλωση DV1 είναι αναγκαία για την είσπραξη των εισαγωγικών δασμών, οι τελωνειακές αρχές παραιτούνται από την απαίτηση υποβολής του εν λόγω εντύπου, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

- Η δασμολογητέα αξία δεν υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ ανά αποστολή. Εφιστούμε την προσοχή ότι η διάταξη αυτή δεν καλύπτει τις περιπτώσεις τμηματικών αποστολών από τον ίδιο αποστολέα στον ίδιο παραλήπτη, για τις οποίες απαιτείται η υποβολή DV1 εφόσον η συνολική αξία των εμπορευμάτων υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ, έστω και αν η μερική αξία, για κάθε μία τμηματική αποστολή, είναι κατώτερη του ποσού αυτού.

- Οι εισαγωγές στερούνται εμπορικού χαρακτήρα. Υπενθυμίζουμε ότι, η έννοια της εισαγωγής χωρίς εμπορικό χαρακτήρα ορίζεται στις Προκαταρκτικές Διατάξεις του Κοινού Δασμολογίου, Τίτλος II, Σημείο Δ, παρ. 2.

Ειδικότερα, προκειμένου μία εισαγωγή να θεωρηθεί ως μη εμπορική, θα πρέπει σωρευτικά:

- να έχει ευκαιριακό χαρακτήρα, και

- τα εμπορεύματα να προορίζονται χωρίς αμφιβολία, σύμφωνα με τη φύση ή την ποσότητά τους, για προσωπική ή οικογενειακή χρήση.

- Η προσκόμιση των στοιχείων αξίας που προβλέπονται στο DV1:

- Δεν είναι αναγκαία για την εφαρμογή των δασμών του Κοινού Δασμολογίου, δηλαδή οι εν λόγω δασμοί δεν εφαρμόζονται κατ' αξία αλλά μόνο ανά τεμάχιο ή κατά βάρος κλπ. Η υποβολή του DV1, πάντως, εξακολουθεί να απαιτείται στις περιπτώσεις όπου ο δασμός του Κοινού Δασμολογίου επιβάλλεται κατά ένα μέρος επί της αξίας και κατά ένα άλλο μέρος με άλλη μέθοδο, π.χ. δασμοί κατ' αξία σε συνδυασμό με γεωργικό στοιχείο (ΕΑ) κλπ.

- Οι εν Λόγω δασμοί δεν καθίστανται απαιτητοί βάσει ειδικών τελωνειακών διατάξεων, π.χ. Λόγω αναστολής δασμών, ποσόστωσης, προτιμησιακής συμφωνίας, κλπ. Επισημαίνουμε ότι, στην περίπτωση αυτή, η μη απαίτηση πληρωμής των δασμών θα πρέπει να είναι συνολική, δηλαδή η απαλλαγή να αφορά στο σύνολο του συμβατικού δασμού του Κοινού Δασμολογίου και όχι σε ένα μόνο μέρος αυτού.

2. Εφιστούμε επιπλέον την προσοχή ότι, σύμφωνα με τη διατύπωση του προαναφερόμενου άρθρου 179 παρ. 1 καν. 2454/93:

- Οι διατάξεις περί μη υποβολής DV1 που προβλέπονται στο εν Λόγω άρθρο είναι υποχρεωτικής εφαρμογής για τις τελωνειακές αρχές, δηλ. οι τελευταίες παραιτούνται σε κάθε περίπτωση από την απαίτηση υποβολής DV1, εφόσον διαπιστώνεται με τρόπο ικανοποιητικό ότι πληρείται μία από τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις του άρθρου αυτού.

- Στα πλαίσια αυτά, σύμφωνα με το άρθρο 179 παρ. 4, η απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής του DV1 σύμφωνα με την παρ. 1 του ιδίου άρθρου μπορεί να ανακληθεί, και κατά συνέπεια να απαιτηθεί η υποβολή του από τις τελωνειακές αρχές, στις περιπτώσεις που οι τελευταίες διαπιστώνουν ότι δεν ικανοποιείται μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 179, οι οποίες αναφέρθηκαν στο σημείο 5 της παρούσας.

Γ. Άρθρο 179 παρ. 3: Επαναλαμβανόμενες αποστολές

1. Σύμφωνα με το άρθρο 179 παρ. 3 καν. 2454/93, στις περιπτώσεις επαναλαμβανόμενων αποστολών, δηλαδή όταν πρόκειται για εμπορεύματα που αποτελούν αντικείμενο συνεχούς ρεύματος εισαγωγών, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να παραιτηθούν από την απαίτηση παροχής του συνόλου των στοιχείων του εντύπου DV1 για κάθε μία διασάφηση.

2. Για τους σκοπούς της διάταξης αυτής, ως «συνεχές ρεύμα εισαγωγών» θεωρούνται τα εμπορεύματα που πληρούν σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

- πραγματοποιούνται υπό τις ίδιες εμπορικές συνθήκες,

- προέρχονται από τον ίδιο πωλητή, και

- προορίζονται για τον ίδιο αγοραστή.

3. Ωστόσο, οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να απαιτούν την υποβολή του συνόλου των στοιχείων του εντύπου DV1 σε κάθε περίπτωση όπου μεταβάλλονται οι προαναφερόμενες συνθήκες, και οπωσδήποτε μετά την πάροδο τριετίας από την αρχική υποβολή τους.

4. Εφιστούμε ιδίως την προσοχή ότι η προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 179 παρ.3 καν. 2454/93:

- Δεν προβλέπει την ολική απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής του εντύπου DV1, αλλά απαλλάσσει τον διασαφιστή από τη συμπλήρωση ορισμένων μόνο στοιχείων του DV1, τα οποία μπορεί να παραμένουν ίδια για όλες τις αποστολές του συνεχούς ρεύματος εισαγωγών. Κατά συνέπεια, το έντυπο DV1 θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να υποβάλλεται στις περιπτώσεις αυτές, ως εξής:

- συνολικά συμπληρωμένο κατά την πρώτη αποστολή, και

- μερικώς συμπληρωμένο μόνο με τα στοιχεία που απαιτούνται στις επόμενες αποστολές.

- Δεν είναι υποχρεωτικής αλλά δυνητικής εφαρμογής για τις τελωνειακές αρχές, επομένως έγκειται στη διακριτική ευχέρεια των τελευταίων, ανάλογα με τη συγκεκριμένη περίπτωση, να επιτρέψουν την υποβολή μέρους μόνο των στοιχείων του εντύπου DV1 στις περιπτώσεις επαναλαμβανόμενων αποστολών, όπως αυτές ορίζονται ανωτέρω.


1. Σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 1 γ) καν. 2913/92, στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή προστίθενται τα πάσης φύσεως δικαιώματα από παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης σχετικά με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα, τα οποία, σύμφωνα με τους όρους πώλησης, οφείλει να καταβάλει ο αγοραστής είτε άμεσα είτε έμμεσα στον πωλητή.

Επομένως, το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης δεν περιορίζεται αποκλειστικά στα δικαιώματα με την ονομασία «royalties» που κατονομάζονται ως τέτοια, αλλά περιλαμβάνει τα δικαιώματα κάθε είδους για σκοπούς χρήσης άδειας εκμετάλλευσης που σχετίζονται με τα εμπορεύματα για τα οποία διαμορφώνεται η δασμολογητέα αξία, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης πώλησης.

2. Σύμφωνα με το άρθρο 157 παρ. 1 καν. 2454/93, ως royalties και λοιπά δικαιώματα αδείας, νοούνται οι πληρωμές από τον αγοραστή στον πωλητή για τη χρήση δικαιωμάτων ιδίως σχετικά με την κατασκευή των εισαγόμενων εμπορευμάτων (διπλώματα ευρεσιτεχνίας), εμπορικά σήματα και κατατεθέντα πρότυπα, καθώς και τη χρήση ή μεταπώληση των εισαγόμενων εμπορευμάτων. Ανάλογος ορισμός δίνεται και στο Παράρτημα 23 καν. 2454/93 (ερμηνευτικές σημειώσεις για τη δασμολογητέα αξία) όπου αναφέρεται ότι, τα εν λόγω δικαιώματα περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις πληρωμές που πραγματοποιούνται βάσει διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικών ή εμπορικών σημάτων και δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Εξάλλου, μέρος των δικαιωμάτων άδειας εκμετάλλευσης μπορεί να αποτελεί και η τεχνογνωσία, η οποία παρέχεται από τον πωλητή στον αγοραστή βάσει σχετικής συμφωνίας και περιλαμβάνει ιδίως την παροχή σχεδίων, μεθόδων, προτύπων και βασικών οδηγιών όσον αφορά τη χρήση του προϊόντος που αποτελεί το αντικείμενο άδειας. Όταν η τεχνογνωσία αυτή εφαρμόζεται στα εισαγόμενα εμπορεύματα, σύμφωνα με τους όρους πώλησης, κάθε σχετική πληρωμή royalties ή δικαιωμάτων αδείας πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στη δασμολογητέα αξία (βλ. Συλλογή κειμένων για τη δασμολογητέα αξία της Ε.Επιτροπής, αριθ. 5023169/2124/17-6-2009 ΔΥΟ, σχόλιο αριθ. 3).

3. Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 157 καν. 2454/93, τα δικαιώματα αδείας πρέπει να σχετίζονται με τα υπό εκτίμηση εμπορεύματα και να αποτελούν όρο για την πώληση των εμπορευμάτων αυτών. Επισημαίνουμε ότι, τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την εξέταση των σχετικών όρων στη σύμβαση πώλησης.

Σε κάθε περίπτωση, το βασικό στοιχείο όσον αφορά το κατά πόσο τα δικαιώματα αδείας σχετίζονται με τα υπό κρίση εμπορεύματα, δεν είναι ο τρόπος που αυτά καταβάλλονται (δηλ. ο τρόπος πληρωμής), αλλά ο λόγος για τον οποίο καταβάλλονται, δηλ. τι πραγματικά λαμβάνει ο δικαιούχος της άδειας από αυτόν που χορηγεί την άδεια, ως αντιπαροχή για το καταβληθέν ποσό (5023169/2124/17-6-2009ΔΥΟ, σχόλιο αριθ. 3).

4. Σύμφωνα, εξάλλου, με το άρθρο 159 καν. 2454/93, τα δικαιώματα αδείας σχετικά με τη χρήση εμπορικού σήματος προστίθενται στη δασμολογητέα αξία, εφόσον:

- αφορούν εμπορεύματα που μεταπωλούνται στην αρχική τους κατάσταση,

- τα εν λόγω εμπορεύματα αποτελούν αντικείμενο εμπορίας έχοντας σήμα για το οποίο καταβάλλονται τα εν λόγω δικαιώματα, και

- ο αγοραστής δεν είναι ελεύθερος να προμηθευτεί τέτοια εμπορεύματα από άλλους προμηθευτές που δεν συνδέονται με τον πωλητή (αποκλειστικότητα).

5. Οι εμπορικές ρυθμίσεις που περιλαμβάνουν την πληρωμή royalties και δικαιωμάτων αδείας, αποτελούν σχεδόν πάντοτε αντικείμενο επίσημων γραπτών «συμφωνιών για τη χορήγηση άδειας» που προσδιορίζουν
λεπτομερώς το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της άδειας, το χαρακτήρα των δικαιωμάτων που εκχωρούνται και της τεχνογνωσίας, τις ευθύνες του χορηγούντος την άδεια και του δικαιούχου αυτής, καθώς και τις μεθόδους υπολογισμού και καταβολής των σχετικών ποσών (5023169/2124/17-6-2009ΔΥΟ, σχόλιο αριθ. 3).

Στην πράξη, οι εν Λόγω ρυθμίσεις είναι δυνατό να προκύπτουν και από μία σειρά σχετικών συμβάσεων (περισσότερες από μία) που ρυθμίζουν επιμέρους θέματα. Στην περίπτωση αυτή, οι σχετικές συμβάσεις θα πρέπει να εξετάζονται σε συνδυασμό, προκειμένου να εντοπιστούν οι διατάξεις που ρυθμίζουν την καταβολή δικαιωμάτων άδειας χρήσης που σχετίζονται με τα υπό κρίση εμπορεύματα.

6. Συνήθως οι πληρωμές των δικαιωμάτων αδείας πραγματοποιούνται υπό μορφή επαναλαμβανόμενων τμηματικών καταβολών, οι οποίες υπολογίζονται σε ποσοστό επί των συνολικών πωλήσεων των εμπορευμάτων τα οποία αποτελούν αντικείμενο της άδειας. Μπορεί πάντως στη σύμβαση να προβλέπεται ενιαία εφάπαξ καταβολή όλου του ποσού, ή αρχική καταβολή μέρους του ποσού (5023169/2124/17-6-2009ΔΥΟ, σχόλιο αριθ. 3).

7. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 158 παρ. 3 καν. 2454/93, αν τα royalties ή δικαιώματα αδείας αφορούν εν μέρει μόνο τα εισαγόμενα προϊόντα και εν μέρει άλλα συστατικά ή μέρη που προστίθενται στα προϊόντα μετά την εισαγωγή, ή σε δραστηριότητες ή υπηρεσίες μετά την εισαγωγή, κατάλληλη κατανομή μπορεί να γίνει μόνον εφόσον υπάρχουν διαθέσιμα αντικειμενικά και μετρήσιμα στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 2 καν. 2913/92.

Σε πολλές περιπτώσεις, εξάλλου, η εξέταση των συμφωνιών και των συμβάσεων για τη χορήγηση άδειας καθιστά εμφανές το γεγονός ότι μόνο ένα μέρος της πληρωμής δικαιωμάτων αδείας καθίσταται ενδεχομένως δασμολογητέο. Όταν τα παρεχόμενα οφέλη αποτελούν κράμα δασμολογητέων και μη δασμολογητέων στοιχείων, αλλά ο δικαιούχος της άδειας δεν μπορεί στην πραγματικότητα να επωφεληθεί από τα μη δασμολογητέα στοιχεία, μπορεί να ενδείκνυται η συνολική θεώρηση των δικαιωμάτων αδείας ως επιλέξιμων για συνυπολογισμό στη δασμολογητέα αξία (5023169/2124/17-6-2009ΔΥΟ, σχόλιο αριθ. 3).


1. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερόμενα, παραθέτουμε συνοπτικά ορισμένα βασικά στοιχεία που μπορεί να απαντώνται σε μια σύμβαση - ή σειρά συμβάσεων - άδειας χρήσης και για τα οποία οφείλονται δικαιώματα από τον αγοραστή - αδειούχο στον πωλητή - παρέχοντα την άδεια:

- Προβλέπεται παροχή «αποκλειστικής άδειας χρήσης εμπορικού σήματος». Αυτή μπορεί να συνίσταται στην αποκλειστική άδεια εισαγωγής, προώθησης, διανομής, διαφήμισης και πώλησης κατασκευασμένων από τον παρέχοντα την άδεια αγαθών που φέρουν «αποκλειστικό σήμα», δηλ. σήμα που προορίζεται για προϊόντα τα οποία είναι κατοχυρωμένα στο όνομα του παρέχοντος άδεια.

- Προβλέπεται «παραχώρηση άδειας χρήσης σήματος», η οποία μπορεί να περιΛαμβάνει το δικαίωμα χρήσης των προαναφερόμενων αποκλειστικών σημάτων και αποκλειστικών επώνυμων προϊόντων, καθώς και χρήση στρατηγικών σημάτων και σήματος πινακίδας (σε καταστήματα).

- Ορισμένα «αποκλειστικά επώνυμα προϊόντα», τα οποία δημιουργούνται και παράγονται από τον παρέχοντα την άδεια, δύνανται να αγοράζονται αποκλειστικά μέσω του τελευταίου από τον αδειούχο.

- Κάθε χρήση των αποκλειστικών σημάτων διενεργείται σε συμμόρφωση με ορισμένες ρητά οριζόμενες προδιαγραφές που θέτει ο παρέχων την άδεια.

- Σε αντάλλαγμα των προαναφερόμενων δικαιωμάτων που παραχωρούνται και παρέχονται από τον παρέχοντα την άδεια, ο δικαιούχος οφείλει να καταβάλει αμοιβή άδειας χρήσης που υπολογίζεται ως ποσοστό επί των συνολικών καθαρών πωλήσεων, το οποίο και μπορεί να κυμαίνεται. Το/τα εν λόγω ποσοστό/ά προσδιορίζονται ρητά στη σύμβαση άδειας χρήσης.

- Στην περίπτωση που ο αδειούχος αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, ορίζονται κυρώσεις, οι οποίες μπορεί να κυμαίνονται έως την αφαίρεση της άδειας χρήσης σήματος. Επίσης, ορίζονται συνέπειες σε περίπτωση λύσης της σύμβασης.

2. Στο προαναφερόμενο παράδειγμα, βάσει των όρων της σύμβασης, παρατηρούμε ότι:

- Η σύμβαση αφορά εμπορεύματα που μεταπωλούνται στην αρχική τους κατάσταση και φέρουν σήμα (αποκλειστικό σήμα ή αποκλειστικά επώνυμα προϊόντα) για τη χρήση του οποίου καταβάλλονται σχετικά δικαιώματα (Γ.1.4).

- Προβλέπεται η καταβολή πληρωμής από τον αγοραστή στον πωλητή για τη χρήση δικαιωμάτων αδείας σχετικά με εμπορικά σήματα και πρότυπα καθώς και τη χρήση ή μεταπώληση των εισαγομένων εμπορευμάτων (Γ.1.2). Κατά συνέπεια, οι εν λόγω όροι χρήσης δικαιωμάτων αδείας σχετίζονται με τα υπό κρίση εμπορεύματα.

- Οι πληρωμές των δικαιωμάτων αδείας προσδιορίζονται με τη μορφή επίσημης συμφωνίας, όπου προσδιορίζεται ρητά η σχετική αμοιβή και ο τρόπος υπολογισμού (Γ.1.5, 6 ).

- Ο αδειούχος - αγοραστής δεν είναι ελεύθερος να προμηθευτεί τέτοια εμπορεύματα από άλλους προμηθευτές που δεν συνδέονται με τον πωλητή - παρέχοντα την άδεια (Γ.1.4).

- Προβλέπονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών, ο τρόπος λύσης της σύμβασης καθώς και σχετικές κυρώσεις που επιβάλλονται από τον πωλητή στον αγοραστή σε περίπτωση μη συμμόρφωσης (Γ.1.5).

- Ένα μέρος των πληρωμών που σχετίζονται με τα δικαιώματα αδείας μπορεί να θεωρηθεί ως μη δασμολογητέο στοιχείο (σήμα πινακίδας καταστημάτων). Ωστόσο, στην περίπτωση που αυτό το στοιχείο δεν μπορεί να διακριθεί βάσει αντικειμενικών και μετρήσιμων στοιχείων από τα λοιπά δικαιώματα άδειας χρήσης που σχετίζονται με τα εμπορεύματα, και από τη στιγμή που ο τρόπος υπολογισμού των οφειλών ως ποσοστό επί των συνολικών πωλήσεων δεν διακρίνει τα σχετικά ποσά, δεν μπορεί να γίνει κατάλληλος διαχωρισμός και κατανομή (Γ.1.7).

Έτσι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα ποσά που πληρώνονται από τον αγοραστή (αδειούχο) στον πωλητή (παρέχοντα την άδεια), για σκοπούς παραχώρησης άδειας χρήσης, προστίθενται στην πράγματι πληρωθείσα πληρωτέα τιμή, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 1 γ) καν. 2913/92. Αντίθετα, ποσά που τυχόν οφείλονται για σκοπούς εμπορίας (π.χ. marketing, διαφήμιση κλπ.), δεν προστίθενται στη δασμολογητέα αξία των υπό κρίση εμπορευμάτων (Β.4).

3. Ως είναι ευνόητο, το προαναφερόμενο παράδειγμα είναι ενδεικτικό, καθώς κάθε περίπτωση οφειλόμενων δικαιωμάτων για τη χρήση άδειας στα πλαίσια σχετικής σύμβασης θα πρέπει να εξετάζεται κατά περίπτωση, προκειμένου να εντοπιστούν τα ουσιώδη στοιχεία που σχετίζονται με τη συμπερίληψη ή μη των σχετικών οφειλών στη δασμολογητέα αξία του εμπορεύματος, όπως αυτά παρατίθενται ανωτέρω.


1. Σύμφωνα με το άρθρο 33 στοιχείο ε) καν. 2913/92, οι προμήθειες αγοράς δεν περιλαμβάνονται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εισαγόμενα εμπορεύματα τιμή, και κατά συνέπεια δεν πρέπει να Λαμβάνονται υπόψη για τη διαμόρφωση της δασμολογητέας αξίας εμπορευμάτων.

2. Τούτο εξάλλου προκύπτει σαφώς και από άρθρο 32 παρ. 1 α) i), όπου ορίζεται ότι, για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας κατ' εφαρμογή του άρθρου 29, προστίθενται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή οι προμήθειες και τα έξοδα μεσιτείας, με εξαίρεση τις προμήθειες αγοράς.

3. Σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 4, ως «προμήθειες αγοράς» για σκοπούς καθορισμού της δασμολογητέας αξίας εμπορευμάτων, ορίζονται τα ποσά που καταβάλλονται από τον εισαγωγέα στον αντιπρόσωπό του για τις υπηρεσίες του που συνίστανται στην αντιπροσώπευσή του για την αγορά των υπό εκτίμηση εμπορευμάτων.

4. Κατόπιν των ανωτέρω, ως είναι ευνόητο, τα ποσά που συνίστανται σε «προμήθειες αγοράς», όπως αυτά ορίζονται στην παρ. Α.3 της παρούσας, δεν πρέπει να προστίθενται στην πράγματι πληρωτέα πληρωθείσα τιμή για σκοπούς διαμόρφωσης της δασμολογητέας αξίας εμπορευμάτων.


1. Σύμφωνα με το άρθρο 29 παρ. 3 β) καν. 2913/92, οι δραστηριότητες που αναλαμβάνει ο αγοραστής για δικό του Λογαριασμό, μεταξύ των οποίων και η εμπορία, δεν θεωρούνται ως έμμεση πληρωμή στον πωλητή και το κόστος τους δεν προστίθενται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας εμπορευμάτων.

2. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 149 παρ. 1 καν. 2454/93, η έκφραση «δραστηριότητες που αφορούν την εμπορία» σημαίνει όλες τις δραστηριότητες σχετικά με τη διαφήμιση και την προώθηση της πώλησης των εμπορευμάτων, καθώς και τις δραστηριότητες σχετικά με τα εμπορεύματα αυτά εγγυήσεις.

3. Σύμφωνα με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, οι δραστηριότητες εμπορίας που αναλαμβάνονται από τον αγοραστή, θεωρείται ότι αναλαμβάνονται για δικό του Λογαριασμό, έστω και αν προκύπτουν από υποχρέωση βάσει συμφωνίας με τον πωλητή. Κατά συνέπεια, δεν πρέπει να προστίθενται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή, σύμφωνα με το άρθρο 29 παρ. 3 καν. 2913/92.

4. Ως είναι ευνόητο, συνδυάζοντας τις προαναφερόμενες διατάξεις, προκύπτει σαφώς ότι, ποσά που αφορούν πληρωμές από τον αγοραστή στον πωλητή για_δραστηριότητες διαφήμισης ή προώθησης πωλήσεων (μάρκετινγκ) που αναλαμβάνει ο αγοραστής, όπως π.χ. «marketing fees», δεν πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή για σκοπούς διαμόρφωσης της δασμολογητέας αξίας, έστω κι αν αποτελούν όρο της σύμβασης πώλησης, καθώς εξ' ορισμού θεωρείται ότι αναλαμβάνονται για Λογαριασμό του αγοραστή.



ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ                                                               Αθήνα,
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜ. ΕΣΟΔΩΝ                                         Αρ. Πρωτ.:
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ Ε.Φ.Κ.
ΤΕΛΩΝΕΙΟ:                                                                                          ΠΡΟΣ: Την Τελωνειακή Περιφέρεια

ΑΙΤΗΜΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΔΑΣΜΟΛΟΓΗΤΕΑΣ ΑΞΙΑΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ

Παρακαλούμε για τη συνδρομή σας αναφορικά με τον έλεγχο της ορθής διαμόρφωσης της δασμολογητέας αξίας εισαγόμενων εμπορευμάτων, στην ακόλουθη περίπτωση:

1. Αρ. Διασάφησης:

2. Περιγραφή εμπορευμάτων:

3. Κωδικός TARIC (θέση 33):

4. Χώρα καταγωγής:


5. Κωδικός προτίμησης (θέση 36):

6. Δηλωθείσα αξία (θέση 46):

7. Υποβολή DV1 (θέση 44.1): ΝΑΙ ΟΧΙ

8. Απόφαση Τελωνειακής Περιφέρειας (θέση 44.1):
ΝΑΙ - Royalties/δικαιώματα αδείας                   Αριθ. Απόφασης:
ΝΑΙ - Εφαρμογή άρθρου 147 καν. 2454/93       Αριθ. Απόφασης:
ΟΧΙ

9. Λόγος/Λόγοι που ζητείται η παροχή συνδρομής (σημειώνεται με «Χ» ένας ή περισσότεροι):

Α) Έλεγχος ορθής συμπερίληψης στοιχείων που προστίθενται στην αξία με βάση το άρθρο 32 καν. 2913/92 (διευκρινίστε):

Β) Έλεγχος ορθής αφαίρεσης από την αξία των στοιχείων που προβλέπονται στο άρθρο 33 καν. 2913/92 (διευκρινίστε): 

Γ) Πιθανή υποτιμολόγηση

Δ) Πιθανή υπερτιμολόγηση

Ε) Απόρριψη συναλλακτικής αξίας με βάση το άρθρο 186 α καν. 2913/92

Στ) Εφαρμογή εναλλακτική μεθόδου διαμόρφωσης της δασμολογητέας αξίας:

i. Πανομοιότυπα εμπορεύματα (άρθρο 30 παρ. 2α καν. 2913/92)

ii. Ομοειδή εμπορεύματα (άρθρο 30 παρ. 2β καν. 2913/92)

iii. Κατά μονάδα αξία (άρθρο 30 παρ. 2γ καν. 2913/92)

iv. Υπολογιζόμενη αξία (άρθρο 30 παρ. 2δ καν. 2913/92)

v. Εύλογη αξία (άρθρο 31 καν. 2913/92)

Ζ) Συνδεόμενα πρόσωπα

Η) Τριγωνικές συναλλαγές

Θ) Ορθή συμπλήρωση στοιχείων DV1

Ι) Ορθή απαλλαγή από την υποβολή DV1

K) Άλλος (διευκρινίστε):

10. Αρχικές διαπιστώσεις του τεΛωνείου:

11. Λοιπές πΛηροφορίες - στοιχεία που παρείχε ο ενδιαφερόμενος:

12. ΠΛηροφορίες που ζητούνται από την ΤεΛωνειακή Περιφέρεια:

13. Συνημμένα:

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΕΙΟΥ
(όνομα - υπογραφή)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου