Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016

Προσωρινή εισαγωγή σύμφωνα με την Διεθνή Σύμβαση για την εναρμόνιση των Τελωνειακών καθεστώτων (Μάθημα 1) 31 Οκτωβρίου 2016


Προσωρινή εισαγωγή σύμφωνα με την Διεθνή Σύμβαση για την εναρμόνιση των Τελωνειακών καθεστώτων (Μάθημα 1) 31 Οκτωβρίου 2016


87/593/ΕΟΚ: Απόφαση του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 1987 για την αποδοχή, εξ ονόματος της Κοινότητας, του παραρτήματος Ε.5 της διεθνούς σύμβασης για την απλούστευση και την εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 362 της 22/12/1987 σ. 0001 – 0007
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 13 σ. 0095
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 13 σ. 0095 

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 30ής Νοεμβρίου 1987 για την αποδοχή, εξ ονόματος της Κοινότητας, του παραρτήματος Ε.5 της διεθνούς σύμβασης για την απλούστευση και την εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων (87/593/ΕΟΚ)
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 28, 43 και 235,
την πρόταση της Επιτροπής,
τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(1),
Εκτιμώντας:
ότι, σύμφωνα με τη απόφαση 75/199/ΕΟΚ(2), η Κοινότητα συνήψε τη διεθνή σύμβαση για την απλούστευση και την εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων;
ότι η αποδοχή των παραρτημάτων της διεθνούς σύμβασης για την απλούστευση και την εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων συμβάλλει αποτελεσματικά στην ανάπτυξη και στη διευκόλυνση των διεθνών εμπορικών συναλλαγών;
ότι το παράρτημα Ε.5, που αφορά την προσωρινή εισαγωγή εμπορευμάτων με επανεξαγωγή στην αρχική τους κατάσταση, μπορεί να γίνει αποδεκτό από την Κοινότητα;
ότι πρέπει όμως την αποδοχή αυτή να συνοδεύουν ορισμένες επιφυλάξεις, για να ληφθούν υπόψη οι απαιτήσεις της τελωνειακής ένωσης και της παρούσας κατάστασης της εναρμόνισης στον τομέα της τελωνειακής νομοθεσίας,
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:
Αρθρο 1
Το παράρτημα Ε.5 της διεθνούς σύμβασης για την απλούστευση και την εναρμόνιση των τελωνειακών καθεστώτων, που αφορά την προσωρινή εισαγωγή εμπορευμάτων με επανεξαγωγή στην αρχική τους κατάσταση, γίνεται αποδεκτό εξ ονόματος της Κοινότητας, με μια επιφύλαξη γενικής φύσης και ορισμένες επιφύλαξεις ως προς τους κανόνες 14 και 23 και τις συνιστώμενες πρακτικές 33, 37 και 38.
Το κείμενο του παραρτήματος μαζί με τις επιφύλαξεις επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.
Αρθρο 2
Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου ορίζει το πρόσωπο που είναι αρμόδιο να γνωστοποιήσει στον γενικό γραμματέα του συμβουλίου τελωνειακής συνεργασίας την αποδοχή από την Κοινότητα του παραρτήματος που αναφέρεται στο άρθρο 1, με τις επιφυλάξεις που αναφέρονται στο άρθρο αυτό.
Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 1987.
Για το ΣυμβούλιοΟ ΠρόεδροςN. WILHJELM
(1)ΕΕ αριθ. C 318 της 30.^11.^1987.
(2)ΕΕ αριθ. L 100 της 21.^4.^1975, σ. 1.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε.5 ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΜΕ ΕΠΑΝΕΞΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Υπάρχουν πολλοί οικονομικοί, κοινωνικοί και πολιτιστικοί λόγοι για τους οποίους μπορεί ένα κράτος να ενθαρρύνει την προσωρινή εισαγωγή εμπορευμάτων.
Επιπλέον, όταν πρόκειται για εμπορεύματα που παραμένουν μόνον προσωρινά στο τελωνειακό έδαφος ενός κράτους, είναι κατά κανόνα αδικαιολόγητο να ζητείται η οριστική καταβολή των σχετικών εισαγωγικών δασμών κα φόρων, δεδομένου ότι η τακτική αυτή θα κατέληγε στο να καταβάλλονται για το ίδιο εμπόρευμα εισαγωγικοί δασμοί και φόροι κάθε φορά που αυτό θα εισαγόταν προσωρινά στα διάφορα κράτη.
Για τους λόγους αυτούς, οι εθνικές νομοθεσίες των περισσοτέρων κρατών περιέχουν διατάξεις σύμφωνα με τις οποίες παρέχεται αναστολή εισαγωγικών δασμών και φόρων για ορισμένες κατηγορίες εμπορευμάτων που εισάγονται προσωρινά.
Το τελωνειακό καθεστώς που προβλέπει την αναστολή των εισαγωγικών δασμών και φόρων για τα εμπορεύματα που εισάγονται για ένα καθορισμένο σκοπό και προορίζονται για να επανεξαχθούν στην αρχική τους κατάσταση, είναι το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής.
Σε γενικές γραμμές, το καθεστώς προσωρινής εισαγωγής προβλέπει την ολική αναστολή των εισαγωγικών δασμών και φόρων. Σε ορισμένες ιδιαίτερες περιπτώσεις, ιδίως όταν τα εμπορεύματα χρησιμοποιούνται για σκοπούς όπως η παραγωγή, η εκτέλεση εργασιών ή οι εσωτερικές μεταφο- ρές, μπορεί να χορηγείται μόνο μερική αναστολή.
Το παρόν παράρτημα δεν ισχύει για αντικείμενα που εισάγονται προσωρινά από ταξιδιώτες και προορίζονται για προσωπική τους χρήση ούτε για μεταφορικά μέσα ιδιωτικής χρήσης.
ΟΡΙΣΜΟΙ Για την εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος νοούνται ως:
α)«προσωρινή εισαγωγή»: το τελωνειακό καθεστώς σύμφωνα με το οποίο γίνονται δεκτά σε ένα τελωνειακό έδαφος, με αναστολή εισαγωγικών δασμών και φόρων, ορισμένα εμπορεύματα που εισήχθησαν για ένα καθορισμένο σκοπό και προορίζονται να επανεξαχθούν, εντός καθορισμένης προθεσμίας, χωρίς να έχουν υποστεί καμία μεταβολή, εκτός από τη φυσιολογική μείωση της αξίας τους η οποία οφείλεται στη χρησιμοποίησή τους;
β)«εισαγωγικοί δασμοί και φόροι»: οι τελωνειακοί δασμοί και όλα τα υπόλοιπα δικαιώματα, φόροι, τέλη και άλλες επιβαρύνσεις που εισπράττονται κατά την εισαγωγή ή με την ευκαιρία της εισαγωγής εμπορευμάτων, εκτός από τα τέλη και τις επιβαρύνσεις των οποίων το ύψος περιορίζεται στο κατά προσέγγιση κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών;
γ)«τελωνειακός έλεγχος»: το σύνολο των μέτρων που λαμβάνονται με σκοπό να εξασφαλισθεί η τήρηση των νόμων και των κανονισμών τους οποίους είναι επιφορτισμένο να εφαρμόζει το τελωνείο;
δ)«εγγύηση»: ό,τι εξασφαλίζει, κατά ικανοποιητικό τρόπο για το τελωνείο, την εκπλήρωση μιας υποχρέωσης προς αυτό. Η εγγύηση καλείται «συνολική», όταν εξασφαλίζει την εκπλήρωση υποχρεώσεων που προκύπτουν από διάφορες ενέργειες;
ε)«πρόσωπο»: τόσο το φυσικό όσο και το νομικό πρόσωπο, εκτός και αν το όλο κείμενο ορίζει διαφορετικά.
ΑΡΧΗ 1.Κανόνας Η προσωρινή εισαγωγή διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος παραρτήματος.
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ 2.Κανόνας Στην εθνική νομοθεσία απαριθμούνται περιπτώσεις κατά τις οποίες μπορεί να χορηγηθεί καθεστώς προσωρινής εισαγωγής και καθορίζονται οι όροι που πρέπει να πληρούνται για τη χορήγηση του καθεστώτος αυτού.
3.Κανόνας Τα εμπορεύματα προσωρινής εισαγωγής τυγχάνουν ολικής αναστολής των εισαγωγικών δασμών και φόρων. Εντού- τοις, η αναστολή των εισαγωγικών δασμών και φόρων μπορεί να είναι και μερική στις περιπτώσεις που ορίζονται στη συνιστώμενη πρακτική^38.
4.Κανόνας Η προσωρινή εισαγωγή δεν παρέχεται μόνο σε εμπορεύματα που εισάγονται απευθείας από το εξωτερικό, αλλά επίσης και σε εμπορεύματα που αποτελούν το αντικείμενο τελωνειακής διαμετακόμισης ή που προέρχονται από τελωνειακή αποταμίευση, από ελεύθερο λιμένα ή ελεύθερη ζώνη.
5.Συνιστώμενη πρακτική Η προσωρινή εισαγωγή παρέχεται ανεξάρτητα από τη χώρα καταγωγής, τη χώρα προέλευσης ή προορισμού των εμπορευμάτων.
ΥΠΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ α)Διατυπώσεις που πρέπει να συμπληρώνονται πριν από την υπαγωγή στο καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής 6.Κανόνας Η εθνική νομοθεσία απαριθμεί τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η προσωρινή εισαγωγή υπόκειται σε προηγούμενη άδεια και αναφέρει τις αρχές που είναι αρμόδιες να χορηγούν την άδεια αυτή.
7.Συνιστώμενη πρακτική Ο αριθμός των περιπτώσεων κατά τις οποίες για την προσωρινή εισαγωγή απαιτείται προκαταρκτική άδεια, θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν μικρότερος.
β)Διασάφηση για την υπαγωγή στο καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής 8.Κανόνας Η εθνική νομοθεσία καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους τα εμπορεύματα που προορίζονται να τεθούν υπό καθεστώς προσωρινής εισαγωγής πρέπει να προσκομίζονται στο αρμόδιο τελωνείο και να αποτελούν αντικείμενο διασάφησης.
9.Συνιστώμενη πρακτική Τα εθνικά έντυπα που χρησιμοποιούνται για την υπαγωγή στο καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής θα πρέπει να εναρμονιστούν με τα έντυπα που χρησιμοποιούνται για τη διασάφηση των εμπορευμάτων προκειμένου να διατεθούν στην κατανάλωση.
γ)Εγγύηση 10.Κανόνας Οι μορφές εγγύησης που πρέπει να παρέχεται κατά την υπαγωγή στο καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής καθορίζονται από την εθνική νομοθεσία ή, σύμφωνα με αυτή, από τις τελωνειακές αρχές.
11.Συνιστώμενη πρακτική Η επιλογή μεταξύ των διάφορων αποδεκτών μορφών εγγύησης, θα πρέπει να αφήνεται στο διασαφιστή.
12.Κανόνας Οι τελωνειακές αρχές καθορίζουν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, το ποσό της εγγύησης που πρέπει να παρέχεται κατά την υπαγωγή στο καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής.
13.Συνιστώμενη πρακτική Το ποσό της εγγύησης που πρέπει να παρέχεται κατά την υπαγωγή των εμπορευμάτων στο καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το ποσό των εισαγωγικών δασμών και φόρων των οποίων η είσπραξη έχει ανασταλεί.
Σημείωση Αυτή η συνιστώμενη πρακτική δεν εμποδίζει το να προσδιορίζεται το ποσό της εγγύησης με βάση έναν ενιαίο συντελεστή, όταν τα εμπορεύματα υπάγονται σε πολλές διαφορετικές δασμολογικές κλάσεις.
14.Κανόνας Τα πρόσωπα που συνήθως διεκπεραιώνουν τις διαδικασίες προσωρινής εισαγωγής είτε σε ένα τελωνείο είτε σε διαφορετικά τελωνεία ενός και του αυτού τελωνειακού εδάφους, πρέπει να είναι εξουσιοδοτημένα να παρέχουν συνολική εγγύηση.
15.Συνιστώμενη πρακτική Οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να παραιτούνται από την απαίτηση εγγύησης στις περιπτώσεις που δέχονται ότι η είσπραξη των τυχών απαιτητών ποσών θα μπορούσε να εξασφαλισθεί με άλλα μέσα.
δ)Δελτία ΑΤΑ 16.Συνιστώμενη πρακτική Τα συμβαλλόμενα μέρη θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τη δυνατότητα προσχώρησής τους στην τελωνειακή σύμβαση σχετικά με το δελτίο ΑΤΑ για την προσωρινή εισαγωγή εμπορευμάτων, η οποία συνήφθη στις Βρυξέλλες στις 6 Δεκεμβρίου 1961 και, κατά συνέπεια, να αποδεχτούν τα δελτία ΑΤΑ στη θέση των εθνικών τελωνειακών εντύπων και ως εγγύηση των εισαγωγικών δασμών και φόρων για τα εμπορεύματα που τυγχάνουν προσωρινής εισαγωγής με ολική αναστολή της καταβολής των εισαγωγικών δασμών και φόρων.
ε)Έλεγχος των εμπορευμάτων 17.Συνιστώμενη πρακτική Μετά από αίτηση του εισαγωγέα, και για λόγους που κρίνουν βάσιμους, οι τελωνειακές αρχές πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να επιτρέπουν τον έλεγχο των εμπορευμάτων που τίθενται υπό το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής στους χώρους του ενδιαφερομένου, ενώ τα έξοδα του ελέγχου αυτού θα βαρύνουν τον εισαγωγέα.
στ)Μέτρα αναγνώρισης 18.Συνιστώμενη πρακτική Για την αναγνώριση των εμπορευμάτων που έχουν τεθεί υπό καθεστώς προσωρινής εισαγωγής οι τελωνειακές αρχές μπορούν να κάνουν χρήση τελωνειακών σημάτων (σφραγίδων, γραμματοσήμων, διάτρηρων σημάτων κλπ.), σε περίπτωση που η αναγνώριση αυτή δεν μπορεί να γίνει εύκολα από ξένες σφραγίδες, σήματα, αριθμούς ή άλλες ενδείξεις που αναγράφονται μόνιμα επί των εμπορευμάτων ή από την περιγραφή των εμπορευμάτων, ή τέλος από τη δειγματοληπτική εξέταση.
ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΟ ΕΔΑΦΟΣ 19.Κανόνας Η προθεσμία της προσωρινής εισαγωγής καθορίζεται για κάθε συγκεκριμένη κατηγορία, σε συνάρτηση με το χρόνο που είναι απαραίτητος για την προσωρινή εισαγωγή και μέχρι ένα ανώτατο όριο που προβλέπει η εθνική νομοθεσία, ανάλογα με την περίπτωση.
20.Συνιστώμενη πρακτική Μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου και για λόγους που κρίνουν βάσιμους, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να παρατείνουν την αρχικά χορηγηθείσα προθεσμία.
ΛΗΞΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ 21.Κανόνας Η εθνική νομοθεσία καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους τα εμπορεύματα που τέθηκαν υπό καθεστώς προσωρινής εισαγωγής πρέπει να προσκομισθούν στο αρμόδιο τελωνείο και να αποτελέσουν το αντικείμενο διασάφησης.
α)Επανεξαγωγή 22.Κανόνας Τα εμπορεύματα που τελούν υπό καθεστώς προσωρινής εισαγωγής πρέπει να μπορούν να επανεξάγονται σε μία ή περισσότερες αποστολές.
23.Κανόνας Η λήξη του καθεστώτος της προσωρινής εισαγωγής πρέπει να είναι δυνατή μέσω της υπαγωγής των εμπορευμάτων σε καθεστώς ελεύθερων λιμένων ή ελευθέρων ζωνών.
24.Κανόνας Τα εμπορεύματα που έχουν τεθεί υπό καθεστώς προσωρινής εισαγωγής πρέπει να μπορούν να επανεξάγονται από ένα τελωνείο διαφορετικό από το τελωνείο εισαγωγής.
25.Συνιστώμενη πρακτική Μετά από αίτηση του εξαγωγέα και για λόγους που κρίνουν βάσιμους, οι τελωνειακές αρχές πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να επιτρέπουν τον έλεγχο των εμπορευμάτων που πρόκειται να επανεξαχθούν, στους χώρους του ενδιαφερομένου, ενώ τα έξοδα του ελέγχου αυτού θα βαρύνουν τον εξαγωγέα.
β)Άλλες περιπτώσεις λήξης του καθεστώτος 26.Κανόνας Η λήξη του καθεστώτος της προσωρινής εισαγωγής πρέπει να μπορεί να πραγματοποιείται με τη θέση σε κατανάλωση των εμπορευμάτων, με την επιφύλαξη ότι πληρούνται οι όροι και οι διατυπώσεις που ισχύουν για την περίπτωση αυτή.
27.Κανόνας Η εθνική νομοθεσία καθορίζει τη χρονική στιγμή που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό της αξίας και της ποσότητας των εμπορευμάτων που διασαφίζονται προκειμένου να διατεθούν στην κατανάλωση καθώς και τους εισαγωγικούς δασμούς και φόρους που ισχύουν για αυτά.
28.Συνιστώμενη πρακτική Το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής θα πρέπει να μπορεί να λήγει με την εναπόθεση των εμπορευμάτων σε τελωνειακή αποταμίευση προκειμένου να εξαχθούν στη συνέχεια ή να λάβουν οποιονδήποτε άλλο εγκεκριμένο προορισμό.
29.Συνιστώμενη πρακτική Το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής θα πρέπει να μπορεί να λήγει με τη θέση των εμπορευμάτων υπό το καθεστώς τελωνειακής διαμετακόμισης, προκειμένου να επανεξαχθούν αυτά μεταγενέστερα.
30.Κανόνας Το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής πρέπει να μπορεί να λήγει αν μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου και σύμφωνα με απόφαση των τελωνειακών αρχών, τα εμπορεύματα εγκαταλείπονται στο δημόσιο ή καταστρέφονται ή χάνουν κάθε εμπορική αξία μετά από σχετική επεξεργασία, υπό τελωνειακό έλεγχο. Αυτή η εγκατάλειψη ή η καταστροφή δεν πρέπει να συνεπάγεται κανένα έξοδο για το δημόσιο.
Τα απορρίμματα και υπολείμματα που προκύπτουν, ενδεχομένως, από την καταστροφή υπόκεινται, σε περίπτωση που διατεθούν στην κατανάλωση, στους εισαγωγικούς δασμούς και φόρους που θα ίσχυαν για τα εν λόγω απορρίμματα και υπολείμματα εάν αυτά είχαν εισαχθεί στην κατάσταση αυτή.
31.Κανόνας Τα εμπορεύματα υπό καθεστώς προσωρινής εισαγωγής τα οποία καταστρέφονται ή χάνονται οριστικά λόγω ατυχήματος ή ανωτέρας βίας, δεν υπόκεινται σε εισαγωγικούς δασμούς και φόρους, υπό τον όρο ότι αυτή η καταστροφή ή η απώλεια έχει αποδειχθεί δεόντως κατά τρόπο ικανοποιητικό για τις τελωνειακές αρχές.
Τα απορρίμματα και υπολείμματα που προκύπτουν, ενδεχομένως από την καταστροφή των εμπορευμάτων, υπόκεινται, σε περίπτωση που διατίθενται στην κατανάλωση, στους εισαγωγικούς δασμούς και φόρους που θα ίσχυαν για τα εν λόγω απορρίματα και υπολείμματα εάν είχαν εισαχθεί στην κατάσταση αυτή.
Σημειώση Σε περίπτωση μερικής αναστολής των εισαγωγικών δασμών και φόρων, ισχύουν οι κανόνες 30 και 31, με την επιφύλαξη ότι εισπράττεται το ποσό των εισαγωγικών δασμών και φόρων που ήταν απαιτητό κατά τη στιγμή της εγκατάλειψης, της καταστροφής ή της απώλειας των εμπορευμάτων.
ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΗΣ ΕΓΓΥΗΣΗΣ 32.Κανόνας Εγγύηση που είχε τυχόν κατατεθεί, αποδεσμεύεται το συντομότερο δυνατό, μετά τη λήξη του καθεστώτος της προσωρινής εισαγωγής.
33.Συνιστώμενη πρακτική Εάν η εγγύηση δόθηκε με τη μορφή κατάθεσης μετρητών, η επιστροφή της εγγύησης αυτής θα πρέπει να μπορεί να πραγματοποιείται από το τελωνείο εξόδου, ακόμα και αν το τελωνείο αυτό είναι διαφορετικό από το τελωνείο εισόδου.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ 34.Κανόνας Οι τελωνειακές αρχές ενεργούν έτσι ώστε όλα τα στοιχεία σχετικά με το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής να βρίσκονται ανά πάσα στιγμή στη διάθεση των ενδιαφερομένων.
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ α)Προσωρινή εισαγωγή με ολική αναστολή εισαγωγικών δασμών και φόρων 35.Συνιστώμενη πρακτική Το καθεστώς προσωρινής εισαγωγής πρέπει να παρέχεται στα εξής εμπορεύματα:
1.«Υλικά συσκευασίας» που ορίζονται στο άρθρο 2 της τελωνειακής σύμβασης σχετικά με την προσωρινή εισαγωγή υλικών συσκευασίας (Βρυξέλλες, 6 Οκτωβρίου 1960).
2.«Εμπορεύματα που προορίζονται για παρουσίαση ή χρησιμοποίηση σε εκθέσεις, πανηγύρεις, συνέδρια, ή σε παρόμοιες εκδηλώσεις» που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της τελωνειακής σύμβασης σχετικά με τις διευκολύνσεις που παρέχονται για την εισαγωγή εμπορευμάτων που προορίζονται για παρουσίαση ή χρησιμοποίηση σε εκθέσεις, πανηγύρεις, συνέδρια ή σε παρόμοιες εκδηλώσεις (Βρυξέλλες, 8 Ιουνίου 1961).
3.«Επαγγελματικό υλικό» που ορίζεται στα παραρτήματα Α έως Γ της τελωνειακής σύμβασης σχετικά με την προσωρινή εισαγωγή επαγγελματικού υλικού (Βρυξέλλες, 8 Ιουνίου 1961).
4.«Υλικό ευημερίας ναυτιλομένων» που ορίζεται στο άρθρο 1 στοιχείο α) της τελωνειακής σύμβασης σχετικά με το υλικό ευημερίας των ναυτιλομένων (Βρυξέλλες, 1η Δεκεμβρίου 1964).
5.«Επιστημονικό υλικό» που ορίζεται στο άρθρο 1, παράγραφος α) της τελωνειακής σύμβασης σχετικά με την προσωρινή εισαγωγή επιστημονικού υλικού (Βρυξέλλες, 11 Ιουνίου 1968).
6.«Παιδαγωγικό υλικό» που ορίζεται στο άρθρο 1 στοιχείο α) της τελωνειακής σύμβασης σχετικά με την προσωρινή εισαγωγή παιδαγωγικού υλικού (Βρυξέλλες, 8 Ιουνίου 1970).
7.«Δείγματα» και «Διαφημιστικές ταινίες» που ορίζονται στα άρθρα 3 και 5 της διεθνούς σύμβασης για τη διευκόλυνση της εισαγωγής εμπορικών δειγμάτων και διαφημιστικού υλικού (Γενεύη 7 Νοεμβρίου 1952).
8.«Υλικό για την προβολή του τουρισμού» που ορίζεται στο άρθρο 3 του συμπληρωματικού πρωτοκόλλου της σύμβασης σχετικά με τις τελωνειακές διευκολύνσεις για τον τουρισμό, που αφορά την εισαγωγή τουριστικών διαφημιστικών εντύπων και υλικού (Νέα Υόρκη,
4 Ιουνίου 1954).
9.«Εμπορευματοκιβώτια» που ορίζονται στο άρθρο 1 στοιχείο γ) της τελωνειακής σύμβασης σχετικά με τα εμπορευματοκιβώτια (Γενεύη, 2 Δεκεμβρίου 1972).
10.«Πελάτες» που ορίζονται στο άρθρο 1 της ευρωπαϊκής σύμβασης σχετικά με το τελωνειακό καθεστώς για παλέτες που χρησιμοποιούνται στις διεθνείς μεταφορές (Γενεύη, 9 Δεκεμβρίου 1960).
11.«Εμπορικά οδικά οχήματα» που ορίζονται στο άρθρο 1 της τελωνειακής σύμβασης σχετικά με την εισαγωγή εμπορικών οδικών οχημάτων (Γενεύη, 18 Μαΐου 1956).
Τα συμβαλλόμενα μέρη καλούνται να εξετάσουν τη δυνατότητα να προσχωρήσουν στις προαναφερθείσες διεθνείς συμφωνίες.
36.Συνιστώμενη πρακτική Οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να παραιτηθούν από την απαίτηση γραπτής διασάφησης και εγγύησης στις περιπτώσεις προσωρινής εισαγωγής που αναγράφονται στις παραγράφους 1, 9, 10 και 11 της συνιστώμενης πρακτικής 35.
37.Συνιστώμενη πρακτική Το καθεστώς προσωρινής εισαγωγής παρέχεται στα παρακάτω εμπορεύματα, εκτός και αν αυτά εισάγονται με οριστική ατέλεια δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας:
1.Κινητά χρησιμοποιημένα είδη που ανήκουν σε ένα πρόσωπο που εγκαθίσταται προσωρινά στη χώρα εισαγωγής.
2.Είδη (περιλαμβανομένων των οχημάτων) τα οποία, από τη φύση τους, μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τη διαφήμιση συγκεκριμένων ειδών ή την προβολή συγκεκριμένου σκοπού.
3.Υποθέματα καταγραφής πληροφοριών που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στην αυτόματη επεξεργασία δεδομένων.
4.Σχέδια, μελέτες και πρότυπα που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν στην κατασκευή εμπορευμάτων.
5.Μήτρες, κλισέ και άλλα υλικά αναπαραγωγής που δανείζονται ή ενοικιάζονται και τα οποία χρησιμοποιούνται για την εκτύπωση εγχρώμων σε περιοδικά ή σε βιβλία.
6.Μήτρες, κλισέ, καλούπια και παρόμοια είδη που δανείζονται ή ενοικιάζονται και τα οποία χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ειδών που προορίζονται για το εξωτερικό.
7.ίΟργανα, συσκευές και μηχανές που προορίζονται για δοκιμές ή για ελέγχους.
8.ίΟργανα, συσκευές και μηχανές οι οποίες, εν αναμονή της παράδοσης ή της επιδιόρθωσης παρόμοιων εμπορευμάτων, τίθενται δωρεάν στη διάθεση ενός πελάτη μετά από παρέμβαση του προμηθευτή ή του επιδιορθωτή, ανάλογα με την περίπτωση.
9.Κοστούμια και σκηνικά που δανείζονται ή ενοικιάζονται σε θεατρικούς συλλόγους ή σε θέατρα.
10.Εμπορεύματα των οποίων η συσκευασία πρέπει να αλλάξει προτού παραδοθούν στο εξωτερικό.
11.Εμπορεύματα όπως ενδύματα, κοσμήματα, χαλιά, που αποστέλλονται για πιθανή πώληση σε πρόσωπα που δεν διεξάγουν εμπόριο τέτοιων εμπορευμάτων.
12.Ζώα, αθλητικά είδη και άλλα αντικείμενα που ανήκουν σε ένα πρόσωπο εγκατεστημένο στο εξωτερικό, και τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν από το πρόσωπο αυτό κατά τη διάρκεια αθλητικών αγώνων ή επιδείξεων.
13.Αντικείμενα τέχνης, συλλογές και αντίκες, που προορίζονται για να εκτεθούν σε εκεσεις, περιλαμβανομένων και των εκθέσεων που οργανώνονται από τους ίδιους τους καλλιτέχνες.
14.Βιβλία που δανείζονται σε πρόσωπα εγκατεστημένα στη χώρα εισαγωγής.
15.Φωτογραφίες, διαφάνειες και φιλμ που προορίζονται για να εκτεθούν σε έκθεση ή σε διαγωνισμό φωτογραφίας ή κινηματογράφου.
16.Ζώα έλξεως και εξοπλισμός για την καλλιέργεια παραμεθόριων εκτάσεων από άτομα που κατοικούν στο εξωτερικό.
17.Ζώα που οδηγούνται προς νομή σε παραμεθόρια εδάφη τα οποία εκμεταλλεύονται πρόσωπα που κατοικούν στο εξωτερικό.
18.ίΙπποι και άλλα ζώα που εισάγονται για μετάλωμα ή για ζύγιση, για θεραπεία ή για άλλους κτηνιατρικούς σκοπούς.
19.Ειδικός εξοπλισμός που μεταφέρεται θαλασσίως και χρησιμοποιείται στην ξηρά, στους ενδιάμεσους λιμένες για τη φόρτωση, την εκφόρτωση ή τη διακίνηση φορτίων.
β)Προσωρινή εισαγωγή με μερική αναστολή των εισαγωγικών δασμών και φόρων 38.Συνιστώμενη πρακτική Στα εμπορεύματα, εκτός αυτών που αναγράφονται στις συνιστώμενες πρακτικές 35 και 37, τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν προσωρινά για σκοπούς όπως η παραγωγή, η εκτέλεση εργασιών ή οι εσωτερικές μεταφορές, πρέπει να παρέχεται το καθεστώς της προσωρινής εισαγωγής με μερική αναστολή των εισαγωγικών δασμών και φόρων.
Σημείωση Για τον υπολογισμό του ποσού της δασμολόγησης που ενδεχομένως απαιτείται για τέτοια εμπορεύματα, η εθνική νομοθεσία μπορεί να προβλέπει ότι θα λαμβάνεται υπόψη η διάρκεια της παραμονής των εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος ή η μείωση της αξίας τους που θα προκύπτει από τη χρησιμοποίηση των εμπορευμάτων ή ακόμα η τιμή που καταβάλλεται για την ενοικίαση των εν λόγω εμπορευμάτων.


E-mail = ggioggaras@Gmail.com

Ρωτήστε μας Τελωνειακά θέματα στο:
Να σας απαντήσουμε

Παραγγείλετε αντίτυπα με το σύστημα PrePrint

Εκτύπωση πολυσέλιδων Νόμων, Κανονισμών κλπ
Ιστοσελίδα = PrePrint.gr
Με μικρό κόστος


Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016

Άρνηση απαλλαγής ΦΠΑ για τη μεταφορά οχήματος ενταγμένου στην επιχείρηση του Α…….. από τη Γερμανία προς την Ισπανία. Απ. Δικ. [4ο τμήμα] 2016 (C‑24/15) (Μάθημα 3) 29 Οκτωβρίου 2016


Άρνηση απαλλαγής ΦΠΑ για τη μεταφορά οχήματος ενταγμένου στην επιχείρηση του  Α…….. από τη Γερμανία προς την Ισπανία. Απ. Δικ. [4ο τμήμα] 2016 (C‑24/15) (Μάθημα 3) 29 Οκτωβρίου 2016


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)
της 20ής Οκτωβρίου 2016 (*)
«Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Φόρος προστιθεμένης αξίας – Έκτη οδηγία – Άρθρο 28γ, A, στοιχεία αʹ και δʹ – Μεταφορά αγαθών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα φοροαπαλλαγής – Μη τήρηση υποχρεώσεως αναγραφής αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντος από το κράτος μέλος προορισμού – Μη ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων περί της υπάρξεως φοροδιαφυγής – Άρνηση χορηγήσεως της απαλλαγής – Επιτρέπεται»
Στην υπόθεση C‑24/15,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Finanzgericht München (φορολογικό δικαστήριο του Μονάχου, Γερμανία) με απόφαση της 4ης Δεκεμβρίου 2014, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Ιανουαρίου 2015, στο πλαίσιο της δίκης
Josef Plöckl
κατά
Finanzamt Schrobenhausen,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),
συγκείμενο από τους T. von Danwitz, πρόεδρο τμήματος, E. Juhász, C. Vajda (εισηγητή), K. Jürimäe και Κ. Λυκούργο, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: H. Saugmandsgaard Øe
γραμματέας: K. Malacek, υπάλληλος διοικήσεως,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 20ής Ιανουαρίου 2016,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η Finanzamt Schrobenhausen, εκπροσωπούμενη από τον K. Ostermeier, την H. Marhofer-Ferlan και τον D. Scherer,
– η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον T. Henze,
– η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις K. Νασοπούλου και Σ. Λεκκού,
– η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον L. Inez Fernandes, την A. Cunha και τον R. Campos Laires,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον M. Wasmeier και την M. Owsiany‑Hornung,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 6ης Απριλίου 2016,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 22, παράγραφος 8, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2005/92/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2005 (ΕΕ 2005, L 345, σ. 19) (στο εξής: έκτη οδηγία), και όπως έχει διαμορφωθεί βάσει του άρθρου 28η της έκτης οδηγίας, καθώς και του άρθρου 28γ, A, στοιχείο αʹ, πρώτο εδάφιο, και στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής.
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του Josef Plöckl και της Finanzamt Schrobenhausen (φορολογικής αρχής του Schrobenhausen, Γερμανία, στο εξής: φορολογική αρχή), σχετικά με την άρνηση της ως άνω αρχής να χορηγήσει απαλλαγή από τον φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) για τη μεταφορά οχήματος ενταγμένου στην επιχείρηση του J. Plöckl από τη Γερμανία προς την Ισπανία το έτος 2006.
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 Κατά το άρθρο 2, σημείο 1, της έκτης οδηγίας, στον ΦΠΑ υπόκεινται οι παραδόσεις αγαθών και οι παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί υπό την ιδιότητά του αυτή.
4 Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας, θεωρείται ως υποκείμενος στον φόρο οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιονδήποτε τόπο, μία από τις οικονομικές δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του ίδιου αυτού άρθρου, ανεξάρτητα από τον επιδιωκόμενο σκοπό και τα αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής.
5 Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας ορίζει ως «παράδοση αγαθού» τη μεταβίβαση της εξουσίας να διαθέτει κανείς ενσώματο αγαθό ως κύριος.
6 Το άρθρο 22, παράγραφος 8, της έκτης οδηγίας, όπως έχει διαμορφωθεί βάσει του άρθρου 28η της οδηγίας αυτής, προβλέπει τα εξής:
«Τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να προβλέπουν και άλλες υποχρεώσεις που κρίνουν αναγκαίες για τη διασφάλιση της επακριβούς εισπράξεως του φόρου και την αποφυγή της φοροδιαφυγής, υπό την επιφύλαξη της τηρήσεως της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως των εσωτερικών πράξεων και των πράξεων που διενεργούνται από υποκειμένους στο φόρο μεταξύ κρατών μελών και υπό την προϋπόθεση ότι οι υποχρεώσεις αυτές δεν οδηγούν, στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών, σε διατυπώσεις που συνδέονται με τη διέλευση συνόρων.
[...]»
7 Το άρθρο 28α, παράγραφος 5, της έκτης οδηγίας ορίζει τα ακόλουθα:
«Εξομοιώνεται προς παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας:
β) η μεταφορά από ένα υποκείμενο στον φόρο ενός αγαθού της επιχείρησής του προς ένα άλλο κράτος μέλος.
Θεωρείται ως μεταφερόμενο προς ένα άλλο κράτος μέλος κάθε ενσώματο αγαθό που αποστέλλεται ή μεταφέρεται, από τον υποκείμενο στον φόρο ή από άλλον που ενεργεί για λογαριασμό του, εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 3, αλλά εντός της Κοινότητας, για τις ανάγκες της επιχείρησής του, εκτός από τις ανάγκες μιας από τις ακόλουθες πράξεις:
[...]»
8 Το άρθρο 28γ, A, στοιχείο αʹ, πρώτο εδάφιο, και στοιχείο δʹ, της έκτης οδηγίας έχει ως ακολούθως:
«Με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων και υπό τις προϋποθέσεις που τα κράτη μέλη καθορίζουν ώστε να διασφαλίζεται η ορθή και απλή εφαρμογή των προβλεπομένων κατωτέρω απαλλαγών και να αποτρέπεται κάθε ενδεχόμενη φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή ή κατάχρηση, τα κράτη μέλη απαλλάσσουν από τον φόρο:
α) τις παραδόσεις αγαθών, κατά την έννοια του άρθρου 5, τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται, από τον πωλητή ή τον αποκτώντα ή από άλλον που ενεργεί για λογαριασμό τους, εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 3 αλλά εντός της Κοινότητας, τις πραγματοποιούμενες προς άλλον υποκείμενο στον φόρο ή προς μη υποκείμενο νομικό πρόσωπο, που ενεργεί υπ’ αυτή την ιδιότητά του, σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος αναχώρησης της αποστολής ή της μεταφοράς των αγαθών.
[...]
δ) τις παραδόσεις αγαθών κατά την έννοια του άρθρου 28α, παράγραφος 5, στοιχείο βʹ, οι οποίες θα καλύπτονταν από τις προβλεπόμενες ανωτέρω απαλλαγές αν είχαν πραγματοποιηθεί για λογαριασμό άλλου προσώπου υποκειμένου στον φόρο.»
Το γερμανικό δίκαιο
9 Το άρθρο 3, παράγραφος 1a, του Umsatzsteuergesetz (νόμου περί φόρου κύκλου εργασιών), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης (στο εξής: UStG), προβλέπει τα ακόλουθα:
«Λογίζεται ως παράδοση εξ επαχθούς αιτίας η μεταφορά από επιχειρηματία αγαθού της επιχειρήσεως από το εσωτερικό της χώρας εντός του υπολοίπου κοινοτικού εδάφους προς διάθεσή του, εκτός εάν αυτό προορίζεται μόνο για προσωρινή χρήση, ακόμη και αν το αγαθό έχει εισαχθεί από τον επιχειρηματία στο εσωτερικό της χώρας. Ο επιχειρηματίας θεωρείται ως προμηθευτής.»
10 Σύμφωνα με το άρθρο 4, σημείο 1, στοιχείο b, του UStG, οι ενδοκοινοτικές παραδόσεις απαλλάσσονται από τον φόρο.
11 Το άρθρο 6a του UStG ορίζει την ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών, μεταξύ άλλων, ως εξής:
«[...]
2. Η μεταφορά αγαθού εξομοιώνεται επίσης με ενδοκοινοτική παράδοση (άρθρο 3, παράγραφος 1a, του [UStG]).
3. Η συνδρομή των προϋποθέσεων των παραγράφων 1 και 2 πρέπει να αποδεικνύεται από τον επιχειρηματία. [...]»
12 Το άρθρο 17c, παράγραφοι 1 και 3, του Umsatzsteuer-Durchführungsverordnung (εκτελεστικού διατάγματος σχετικά με τον φόρο κύκλου εργασιών), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης, ορίζει τα ακόλουθα:
«1. Στην περίπτωση ενδοκοινοτικών παραδόσεων (άρθρο 6a, παράγραφοι 1 και 2, του [UStG]), ο επιχειρηματίας που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος διατάγματος πρέπει να αποδεικνύει μέσω λογιστικών στοιχείων τη συνδρομή των προϋποθέσεων για την απαλλαγή από τον φόρο, καθώς και να αναφέρει τον αριθμό φορολογικού μητρώου φόρου κύκλου εργασιών του αγοραστή. Η συνδρομή των προϋποθέσεων πρέπει να προκύπτει ευχερώς και με σαφήνεια από τα λογιστικά βιβλία.
[...]
3. Στις περιπτώσεις μεταφοράς που εξομοιούνται προς παράδοση (άρθρο 6a, παράγραφος 2, του [UStG]), ο επιχειρηματίας οφείλει να παραθέσει τα εξής:
[...]
2) τη διεύθυνση και τον αριθμό φορολογικού μητρώου φόρου κύκλου εργασιών του τμήματος της επιχειρήσεως που βρίσκεται στο άλλο κράτος μέλος·
[...]».
Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα
13 Το 2006, ο J. Plöckl, επιχειρηματίας με ατομική επιχείρηση, απέκτησε ένα όχημα το οποίο ενέταξε στην επιχείρησή του. Στις 20 Οκτωβρίου 2006 απέστειλε το εν λόγω όχημα σε μεταπωλητή εγκατεστημένο στην Ισπανία για να το πωλήσει στην Ισπανία. Η ως άνω αποστολή πιστοποιείται με έγγραφο μεταφοράς CMR (έγγραφο αποστολής καταρτιζόμενο βάσει της Συμβάσεως περί του συμβολαίου για τη διεθνή οδική μεταφορά εμπορευμάτων, που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 19 Μαΐου 1956, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το πρωτόκολλο της 5ης Ιουλίου 1978). Στις 11 Ιουλίου 2007, το εν λόγω όχημα πωλήθηκε σε επιχείρηση εγκατεστημένη στην Ισπανία.
14 Ο J. Plöckl δεν δήλωσε κανέναν κύκλο εργασιών στο πλαίσιο της εν λόγω πράξεως για το έτος 2006. Για το έτος 2007 δήλωσε απαλλασσόμενη από τον ΦΠΑ ενδοκοινοτική παράδοση προς την ως άνω επιχείρηση.
15 Στο πλαίσιο επιτόπιου ελέγχου, η φορολογική αρχή έκρινε ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις ενδοκοινοτικής παραδόσεως και ότι επρόκειτο για παράδοση που έπρεπε να φορολογηθεί στη Γερμανία στο πλαίσιο του έτους 2007. Κατά συνέπεια, εξέδωσε σχετική τροποποιητική πράξη επιβολής ΦΠΑ για το 2007.
16 Κατόπιν ασκήσεως σχετικής προσφυγής ενώπιον του Finanzgericht München (φορολογικού δικαστηρίου του Μονάχου, Γερμανία), το εν λόγω δικαστήριο διαπίστωσε ότι το όχημα βρισκόταν ήδη στην Ισπανία το 2007, πράγμα το οποίο οδήγησε τη φορολογική αρχή να ακυρώσει την τροποποιητική αυτή πράξη.
17 Κατόπιν της ακυρώσεως αυτής, η φορολογική αρχή διόρθωσε τον υπολογισμό του ΦΠΑ για το 2006, εκτιμώντας ότι η μεταφορά του οχήματος στην Ισπανία το 2006 υπέκειτο σε ΦΠΑ και δεν απαλλασσόταν του φόρου, καθόσον ο J. Plöckl δεν είχε αναφέρει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντα από την Ισπανία και δεν είχε, επομένως, προσκομίσει τη λογιστική απόδειξη που απαιτείται για τη σχετική απαλλαγή από τον ΦΠΑ.
18 Ο J. Plöckl άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου. Το δικαστήριο αυτό εκτιμά, αφενός, ότι δεν υπήρξε ενδοκοινοτική παράδοση λόγω ελλείψεως επαρκούς χρονικής και υλικής σχέσεως μεταξύ της αποστολής του οχήματος στην Ισπανία και της πωλήσεώς του εντός του κράτους μέλους αυτού και, αφετέρου, ότι η ενδοκοινοτική μεταφορά που πραγματοποιήθηκε το 2006 υπόκειται στον ΦΠΑ κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 3, παράγραφος 1a, του UStG.
19 Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η εν λόγω μεταφορά πρέπει να τύχει απαλλαγής από τον ΦΠΑ. Επισημαίνει ότι, καίτοι ο J. Plöckl δεν έλαβε όλα τα εύλογα μέτρα για να αναγράψει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντα από το κράτος μέλος προορισμού, δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις περί της υπάρξεως φοροδιαφυγής, η δε φορολογική αρχή αποκλείει μια τέτοια πιθανότητα. Κατά το αιτούν δικαστήριο, ο J. Plöckl απλώς υπέπεσε σε νομικό σφάλμα καταχωρίζοντας λογιστικά την πράξη μεταφοράς και τη μεταγενέστερη πώληση ως ενδοκοινοτική παράδοση και ουδόλως προέβη σε ψευδή δήλωση προς τη φορολογική αρχή.
20 Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο παραπέμπει στη σκέψη 58 της αποφάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR (C‑587/10, EU:C:2012:592), από την οποία προκύπτει ότι η απαλλαγή μιας ενδοκοινοτικής παραδόσεως από τον ΦΠΑ μπορεί να εξαρτηθεί από την εκ μέρους του προμηθευτή γνωστοποίηση του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του αγοραστή, υπό την επιφύλαξη ότι η άρνηση χορηγήσεως της εν λόγω απαλλαγής δεν οφείλεται μόνο στη μη συνδρομή της εν λόγω προϋποθέσεως, όταν ο προμηθευτής δεν μπορεί να γνωστοποιήσει τον αριθμό αυτό, καίτοι ενεργεί καλόπιστα και έχει λάβει όλα τα μέτρα που θα μπορούσαν ευλόγως να απαιτηθούν, αλλά παρέχει άλλα στοιχεία δυνάμενα να αποδείξουν επαρκώς ότι ο αποκτών είναι υποκείμενος στον φόρο και ενεργεί με την ιδιότητα αυτή στην επίμαχη συναλλαγή.
21 Το εν λόγω δικαστήριο κρίνει ότι η συλλογιστική του Δικαστηρίου στην ως άνω απόφαση ισχύει και για ενδοκοινοτικές μεταφορές, όπως αυτή της διαφοράς της κύριας δίκης, και ότι εξ αυτού μπορεί να συναχθεί ότι, εν προκειμένω, μπορεί να μη χορηγηθεί απαλλαγή από τον ΦΠΑ για τον λόγο ότι ο J. Plöckl δεν έλαβε όλα τα εύλογα μέτρα για να γνωστοποιήσει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντα από το κράτος μέλος προορισμού.
22 Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο τονίζει ότι, στη σκέψη 52 της εν λόγω αποφάσεως, το Δικαστήριο έκρινε ότι θεμιτώς απαιτείται από τον προμηθευτή να ενεργεί καλόπιστα και να λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο προκειμένου να διασφαλίσει ότι η συναλλαγή που πραγματοποιεί δεν θα έχει ως αποτέλεσμα τη συμμετοχή του σε φοροδιαφυγή. Κατά συνέπεια, εκτιμά ότι δεν μπορεί να ζητείται από τον υποκείμενο στον φόρο να λαμβάνει εύλογα μέτρα παρά μόνον όταν υφίστανται σοβαρές ενδείξεις περί υπάρξεως φοροδιαφυγής.
23 Ελλείψει οιασδήποτε σοβαρής ενδείξεως περί φοροδιαφυγής, το αιτούν δικαστήριο κρίνει ότι ο ενδιαφερόμενος δεν μπορεί να στερηθεί της δυνατότητας απαλλαγής από τον ΦΠΑ όταν πληρούνται οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την εν λόγω απαλλαγή, όπως συμβαίνει στην υπόθεση της οποίας έχει επιληφθεί, δεδομένου ότι η αναγραφή αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ δεν αποτελεί τέτοια προϋπόθεση. Υπό τις περιστάσεις αυτές, η άρνηση χορηγήσεως απαλλαγής θα είναι αντίθετη προς τις αρχές της φορολογικής ουδετερότητας και της αναλογικότητας.
24 Επομένως, το Finanzgericht München (φορολογικό δικαστήριο του Μονάχου) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:
«Παρέχουν το άρθρο 22, παράγραφος 8, της έκτης οδηγίας, όπως έχει διαμορφωθεί βάσει του άρθρου 28η της ως άνω οδηγίας, και το άρθρο 28γ, Α, στοιχεία αʹ, πρώτο εδάφιο, και δʹ, της έκτης οδηγίας στα κράτη μέλη την ευχέρεια να αρνηθούν τη φορολογική απαλλαγή μιας ενδοκοινοτικής παραδόσεως αγαθών (εν προκειμένω: ενδοκοινοτικής μεταφοράς) εάν ο προμηθευτής δεν έλαβε μεν όλα τα εύλογα μέτρα όσον αφορά τις τυπικές προϋποθέσεις αναφοράς του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, πλην όμως δεν υφίστανται σοβαρές ενδείξεις φοροδιαφυγής, το αγαθό μεταφέρθηκε σε άλλο κράτος μέλος και, επιπλέον, πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις φοροαπαλλαγής;»
Επί του προδικαστικού ερωτήματος
25 Με το ερώτημά του το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί, κατ’ ουσίαν, αν το άρθρο 22, παράγραφος 8, της έκτης οδηγίας, όπως έχει διαμορφωθεί βάσει του άρθρου 28η της ως άνω οδηγίας, καθώς και το άρθρο 28γ, A, στοιχείο αʹ, πρώτο εδάφιο, και στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής έχουν την έννοια ότι εμποδίζουν τη φορολογική αρχή του κράτους μέλους προελεύσεως να αρνηθεί την απαλλαγή ενδοκοινοτικής μεταφοράς από τον ΦΠΑ με την αιτιολογία ότι ο υποκείμενος στον φόρο δεν γνωστοποίησε αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντα από το κράτος μέλος προορισμού, όταν δεν υπάρχει καμία σοβαρή ένδειξη περί της υπάρξεως φοροδιαφυγής, το αγαθό μεταφέρθηκε προς άλλο κράτος μέλος και, επιπλέον, πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις απαλλαγής.
26 Κατά το άρθρο 28α, παράγραφος 5, στοιχείο βʹ, πρώτο εδάφιο, της έκτης οδηγίας, η μεταφορά από υποκείμενο στον φόρο αγαθού της επιχειρήσεώς του προς κράτος μέλος διαφορετικό εκείνου εντός του οποίου είναι εγκατεστημένη η εν λόγω επιχείρηση εξομοιώνεται προς παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας. Κατά συνέπεια, μια τέτοια μεταφορά συνιστά, δυνάμει του άρθρου 2, σημείο 1, και του άρθρου 5, παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας, πράξη υποκείμενη στον ΦΠΑ.
27 Οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να μπορεί να χαρακτηριστεί μια πράξη ως ενδοκοινοτική μεταφορά υπό την έννοια του άρθρου 28α, παράγραφος 5, στοιχείο βʹ, της έκτης οδηγίας προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο της διατάξεως αυτής, κατά το οποίο λογίζεται ως μεταφερόμενο προς άλλο κράτος μέλος κάθε ενσώματο αγαθό που αποστέλλεται ή μεταφέρεται, από τον υποκείμενο στον φόρο ή από άλλον που ενεργεί για λογαριασμό του εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 3 της οδηγίας αυτής, αλλά εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για τις ανάγκες της επιχειρήσεώς του, εκτός από τις ανάγκες ορισμένων πράξεων που μνημονεύονται στο ως άνω εδάφιο.
28 Από το άρθρο 28γ, A, στοιχείο δʹ, της έκτης οδηγίας προκύπτει ότι μια τέτοια ενδοκοινοτική μεταφορά πρέπει να απαλλάσσεται από τον ΦΠΑ εντός του κράτους μέλους προελεύσεως εφόσον θα ενέπιπτε στις φοροαπαλλαγές που προβλέπονται στο άρθρο 28γ, A, στοιχεία αʹεως γʹ, της έκτης οδηγίας αν είχε πραγματοποιηθεί για άλλον υποκείμενο στον φόρο.
29 Επομένως, για τους σκοπούς εφαρμογής της απαλλαγής από τον ΦΠΑ, μια ενδοκοινοτική μεταφορά, όπως η προβλεπόμενη από το εν λόγω άρθρο 28α, παράγραφος 5, στοιχείο βʹ, εξομοιούται, ιδίως, προς ενδοκοινοτική παράδοση για την οποία προβλέπεται απαλλαγή από τον ΦΠΑ στο άρθρο 28γ, A, στοιχείο αʹ, πρώτο εδάφιο, της έκτης οδηγίας. Όσον αφορά τις προϋποθέσεις απαλλαγής μιας τέτοιας ενδοκοινοτικής μεταφοράς, αυτές προκύπτουν, αφενός, από την τελευταία αυτή διάταξη, χωρίς η εν λόγω μεταφορά να πρέπει να πραγματοποιείται για άλλον υποκείμενο στον φόρο. Κατά συνέπεια, τα επίμαχα αγαθά πρέπει να αποστέλλονται ή να μεταφέρονται, από τον υποκείμενο στον φόρο ή για λογαριασμό του, εκτός του εδάφους περί του οποίου γίνεται λόγος στο άρθρο 3 της οδηγίας αυτής, αλλά εντός της Ένωσης, η μεταφορά δε αυτή πρέπει να πραγματοποιείται για τον ίδιο τον υποκείμενο στον φόρο, ή για νομικό πρόσωπο μη υποκείμενο στον φόρο, που ενεργεί υπό την ιδιότητά του αυτή σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος αναχωρήσεως της αποστολής ή της μεταφοράς των αγαθών.
30 Αφετέρου, όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 59 έως 61 των προτάσεών του, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις μιας ενδοκοινοτικής μεταφοράς, όπως οι προβλεπόμενες στο άρθρο 28α, παράγραφος 5, στοιχείο βʹ, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας που απαριθμούνται στη σκέψη 27 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει επίσης να πληρούνται για την απαλλαγή μιας τέτοιας μεταφοράς από τον ΦΠΑ.
31 Τούτου δοθέντος, πρέπει να διευκρινιστεί ότι το γεγονός ότι ένα αγαθό μεταφέρεται για τις ανάγκες της επιχειρήσεως του υποκειμένου στον φόρο, όπως ορίζει ειδικότερα η διάταξη αυτή, συνεπάγεται ότι η εν λόγω μεταφορά πραγματοποιήθηκε για τον ως άνω υποκείμενο στον φόρο «που ενεργεί υπ’ αυτή την ιδιότητά του» υπό την έννοια του άρθρου 28γ, A, στοιχείο αʹ, πρώτο εδάφιο, της έκτης οδηγίας. Συναφώς, κατά πάγια νομολογία, υποκείμενος στον φόρο ενεργεί υπό την ιδιότητά του αυτή όταν πραγματοποιεί συναλλαγές στο πλαίσιο της φορολογητέας δραστηριότητάς του (βλ., επ’ αυτού, αποφάσεις της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR, C‑587/10, EU:C:2012:592, σκέψη 49, και της 8ης Νοεμβρίου 2012, Profitube, C‑165/11, EU:C:2012:692, σκέψη 52).
32 Κατά το αιτούν δικαστήριο, η επίμαχη στην κύρια δίκη πράξη πρέπει να λογίζεται ως ενδοκοινοτική μεταφορά υπό την έννοια του άρθρου 28α, παράγραφος 5, στοιχείο βʹ, της έκτης οδηγίας. Συναφώς, το δικαστήριο αυτό επισημαίνει ότι το όχημα που απέκτησε ο J. Plöckl εντάχθηκε στην επιχείρησή του στη Γερμανία και, στη συνέχεια, απεστάλη στην Ισπανία για να συνεχίσει να χρησιμοποιείται από τον J. Plöckl για επαγγελματικούς σκοπούς.
33 Εξ αυτού συνάγεται, όπως προκύπτει επίσης από το γράμμα του υποβαλλομένου από το αιτούν δικαστήριο ερωτήματος, ότι πληρούνταν οι προϋποθέσεις απαλλαγής της επίμαχης στην κύρια δίκη μεταφοράς από τον ΦΠΑ. Ωστόσο, η ως άνω απαλλαγή δεν έγινε δεκτή από τη φορολογική αρχή με το αιτιολογικό ότι ο J. Plöckl δεν είχε γνωστοποιήσει στην τελευταία αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντα από το Βασίλειο της Ισπανίας, όπως απαιτεί το άρθρο 17c, παράγραφος 3, του εκτελεστικού διατάγματος σχετικά με τον φόρο κύκλου εργασιών, όπως αυτό ίσχυε κατά την περίοδο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης.
34 Με τις γραπτές παρατηρήσεις της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι σκοπός της εν λόγω απαιτήσεως να γνωστοποιείται αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγούμενος από το κράτος μέλος προορισμού είναι, όσον αφορά τις ενδοκοινοτικές μεταφορές, να αποδεικνύεται ότι ο υποκείμενος στον φόρο μετέφερε το επίμαχο αγαθό στο κράτος μέλος αυτό «για τις ανάγκες της επιχειρήσεώς του», πράγμα το οποίο αποτελεί, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 30 και 31 της παρούσας αποφάσεως, προϋπόθεση για την απαλλαγή μιας τέτοιας μεταφοράς από τον ΦΠΑ. Η φορολογική αρχή και η Γερμανική Κυβέρνηση επιβεβαίωσαν τον σκοπό αυτόν της εν λόγω απαιτήσεως κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση. Επομένως, το παρόν προδικαστικό ερώτημα αφορά τον τρόπο αποδείξεως που μπορεί να επιβάλλεται και τις περιπτώσεις τις οποίες μπορεί να αφορά ο τρόπος αυτός, προκειμένου να βεβαιώνεται ότι πληρούται η εν λόγω προϋπόθεση φοροαπαλλαγής.
35 Συναφώς, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι, ελλείψει συναφούς διατάξεως της έκτης οδηγίας, η οποία προβλέπει μόνο, στο άρθρο της 28γ, σημείο A, πρώτη περίοδος, ότι εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίσουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες απαλλάσσουν από τον φόρο τις ενδοκοινοτικές παραδόσεις αγαθών, το ζήτημα τι είδους αποδείξεις μπορούν να προσκομίζουν οι υποκείμενοι στον φόρο για να τύχουν απαλλαγής από τον ΦΠΑ εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών (απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR, C‑587/10, EU:C:2012:592, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Τούτο ισχύει και για τις ενδοκοινοτικές μεταφορές, περί των οποίων γίνεται λόγος στο στοιχείο δʹ της διατάξεως αυτής.
36 Επιπλέον, το άρθρο 22, παράγραφος 8, της έκτης οδηγίας, όπως έχει διαμορφωθεί βάσει του άρθρου 28η της ως άνω οδηγίας, παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να λαμβάνουν μέτρα για τη διασφάλιση της επακριβούς εισπράξεως του ΦΠΑ και για την αποτροπή της φοροδιαφυγής, υπό την επιφύλαξη, μεταξύ άλλων, ότι τα μέτρα δεν βαίνουν πέραν του αναγκαίου ορίου για την επίτευξη των σκοπών αυτών. Τα μέτρα αυτά δεν μπορούν, συνεπώς, να χρησιμοποιούνται κατά τρόπο που να θέτει υπό αμφισβήτηση την ουδετερότητα του ΦΠΑ, η οποία αποτελεί θεμελιώδη αρχή του κοινού συστήματος του ΦΠΑ (απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR, C‑587/10, EU:C:2012:592, σκέψη 44 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
37 Ένα τέτοιο εθνικό μέτρο βαίνει πέραν των ορίων του αναγκαίου προς εξασφάλιση της επακριβούς εισπράξεως του φόρου αν εξαρτά, κατ’ ουσίαν, το δικαίωμα απαλλαγής από τον ΦΠΑ από την τήρηση τυπικών υποχρεώσεων, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις ουσιαστικές επιταγές και, ιδίως, το κατά πόσον οι επιταγές αυτές τηρήθηκαν. Πράγματι, οι πράξεις αυτές πρέπει να φορολογούνται λαμβανομένων υπόψη των αντικειμενικών χαρακτηριστικών τους (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2007, Collée, C‑146/05, EU:C:2007:549, σκέψεις 29 και 30).
38 Ωστόσο, όσον αφορά τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά μιας ενδοκοινοτικής μεταφοράς, από τη σκέψη 30 της παρούσας αποφάσεως απορρέει ότι, αν μια μεταφορά αγαθών πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 28α, παράγραφος 5, στοιχείο βʹ, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας, η μεταφορά αυτή απαλλάσσεται από τον ΦΠΑ (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2007, Collée, C‑146/05, EU:C:2007:549, σκέψη 30).
39 Συνεπώς, η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας απαιτεί τη χορήγηση απαλλαγής από τον ΦΠΑ εφόσον πληρούνται οι ουσιαστικές αυτές προϋποθέσεις, ακόμη και αν οι υποκείμενοι στον φόρο παρέλειψαν να τηρήσουν ορισμένες τυπικές προϋποθέσεις (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2007, Collée, C‑146/05, EU:C:2007:549, σκέψη 31).
40 Συναφώς, το Δικαστήριο έχει κρίνει, στο πλαίσιο ενδοκοινοτικής παραδόσεως, ότι η υποχρέωση γνωστοποιήσεως αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του αγοραστή του αγαθού συνιστά τυπική προϋπόθεση όσον αφορά το δικαίωμα απαλλαγής από τον ΦΠΑ (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR, C‑587/10, EU:C:2012:592, σκέψη 51).
41 Το ίδιο ισχύει όσον αφορά μιαν υποχρέωση αναγραφής, στο πλαίσιο ενδοκοινοτικής μεταφοράς, του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του υποκειμένου στον φόρο χορηγηθέντος από το κράτος μέλος προορισμού. Συναφώς, καίτοι η αναγραφή του αριθμού αυτού συνιστά την απόδειξη του ότι η οικεία μεταφορά πραγματοποιήθηκε για τις ανάγκες της επιχειρήσεως του ως άνω υποκειμένου στον φόρο και, κατά συνέπεια, όπως απορρέει από τη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως, του ότι ο εν λόγω υποκείμενος στον φόρο ενεργεί υπό την ιδιότητά του αυτή εντός του οικείου κράτους μέλους αυτού, η απόδειξη μιας τέτοιας ιδιότητας δεν μπορεί να εξαρτάται, σε όλες τις περιπτώσεις, αποκλειστικά από την αναγραφή του εν λόγω αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ. Πράγματι, το άρθρο 4, παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας, που ορίζει την έννοια του «υποκειμένου στον φόρο», δεν εξαρτά την ως άνω ιδιότητα από το αν το εμπλεκόμενο πρόσωπο έχει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR, C‑587/10, EU:C:2012:592, σκέψη 49). Η αναγραφή του αριθμού αυτού δεν συνιστά, επομένως, ουσιαστική προϋπόθεση για τους σκοπούς εφαρμογής της απαλλαγής μιας ενδοκοινοτικής μεταφοράς από τον ΦΠΑ.
42 Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι, καταρχήν, η διοίκηση ενός κράτους μέλους δεν μπορεί να αρνείται την απαλλαγή μιας ενδοκοινοτικής μεταφοράς από τον ΦΠΑ απλώς και μόνον επειδή ο υποκείμενος στον φόρο δεν της γνωστοποίησε αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντα από το κράτος μέλος μέλους προορισμού.
43 Όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 81 των προτάσεών του, η νομολογία του Δικαστηρίου αναγνωρίζει εντούτοις δύο περιπτώσεις στις οποίες η μη τήρηση τυπικής προϋποθέσεως μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια του δικαιώματος απαλλαγής από τον ΦΠΑ.
44 Πρώτον, δεν χωρεί επίκληση της αρχής της φορολογικής ουδετερότητας, για τους σκοπούς εφαρμογής της απαλλαγής από τον ΦΠΑ, από υποκείμενο στον φόρο ο οποίος εκ προθέσεως μετέσχε σε φοροδιαφυγή που θέτει σε κίνδυνο τη λειτουργία του κοινού συστήματος του ΦΠΑ (βλ., επ’ αυτού, αποφάσεις της 7ης Δεκεμβρίου 2010, R., C‑285/09, EU:C:2010:742, σκέψη 54, και της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR, C‑587/10, EU:C:2012:592, σκέψη 46).
45 Ωστόσο, το αιτούν δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις φοροδιαφυγής στη διαφορά της κύριας δίκης, η δε φορολογική αρχή απέκλεισε μια τέτοια πιθανότητα. Επομένως, δεν έχει εφαρμογή στην παρούσα διαφορά η εν λόγω εξαίρεση από τον κανόνα κατά τον οποίο η απαλλαγή από τον ΦΠΑ πρέπει να χορηγείται ακόμα και σε περίπτωση μη τηρήσεως τυπικής προϋποθέσεως, εφόσον πληρούνται οι ουσιαστικές προϋποθέσεις.
46 Δεύτερον, η μη τήρηση τυπικής προϋποθέσεως μπορεί να οδηγήσει σε άρνηση απαλλαγής από τον ΦΠΑ αν τούτο έχει ως αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η βέβαιη απόδειξη της πληρώσεως των ουσιαστικών προϋποθέσεων (βλ., επ’ αυτού, αποφάσεις της 27ης Σεπτεμβρίου 2007, Collée, C‑146/05, EU:C:2007:549, σκέψη 31, και της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR, C‑587/10, EU:C:2012:592, σκέψη 46).
47 Ωστόσο, από την ίδια την προϋπόθεση από την οποία εξαρτάται η εν λόγω άρνηση απαλλαγής από τον ΦΠΑ προκύπτει ότι η διοίκηση, εφόσον διαθέτει τα αναγκαία στοιχεία προς διαπίστωση του ότι έχουν τηρηθεί οι ουσιαστικές προϋποθέσεις, δεν μπορεί να επιβάλει, όσον αφορά το δικαίωμα φοροαπαλλαγής του υποκείμενου στον φόρο, πρόσθετες προϋποθέσεις που θα μπορούσαν να έχουν ως αποτέλεσμα την κατάργηση της δυνατότητας ασκήσεως του δικαιώματος αυτού (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2014, Idexx Laboratories Italia, C‑590/13, EU:C:2014:2429, σκέψη 40 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
48 Όπως όμως εκτίθεται στις σκέψεις 30 και 31 της παρούσας αποφάσεως, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις μιας ενδοκοινοτικής μεταφοράς, που προβλέπονται στο άρθρο 28α, παράγραφος 5, στοιχείο βʹ, της έκτης οδηγίας, αντιστοιχούν, κατ’ ουσίαν, στις υλικές προϋποθέσεις απαλλαγής από τον ΦΠΑ μιας τέτοιας μεταφοράς, που απαριθμούνται στο άρθρο 28γ, A, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής.
49 Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τη σκέψη 32 της παρούσας αποφάσεως, στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης, το αιτούν δικαστήριο διαπίστωσε ότι η εν λόγω πράξη πρέπει να θεωρηθεί ως ενδοκοινοτική μεταφορά υπό την έννοια του άρθρου 28α, παράγραφος 5, στοιχείο βʹ, της έκτης οδηγίας, έστω και αν ο J. Plöckl δεν γνωστοποίησε αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντα από το κράτος μέλος προορισμού, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η φορολογική αρχή είχε στη διάθεσή της στοιχεία που αποδείκνυαν ότι πληρούνταν οι προϋποθέσεις απαλλαγής της μεταφοράς αυτής.
50 Κατά συνέπεια, προκύπτει ότι, στο πλαίσιο περιστάσεων όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, δεν υφίσταται καμία από τις δύο καταστάσεις στις οποίες το Δικαστήριο δέχθηκε τη δυνατότητα της διοικήσεως να αρνείται την απαλλαγή από τον ΦΠΑ λόγω μη τηρήσεως τυπικής προϋποθέσεως.
51 Ωστόσο, το αιτούν δικαστήριο παραπέμπει στη σκέψη 58 της αποφάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR (C‑587/10, EU:C:2012:592), όπου το Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο 28γ, A, στοιχείο αʹ, πρώτο εδάφιο, της έκτης οδηγίας δεν εμποδίζει τη φορολογική αρχή κράτους μέλους να εξαρτά την απαλλαγή από τον ΦΠΑ μιας ενδοκοινοτικής παραδόσεως από την προϋπόθεση της εκ μέρους του προμηθευτή γνωστοποιήσεως του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του αποκτώντος, υπό την επιφύλαξη, εντούτοις, ότι η άρνηση χορηγήσεως του ευεργετήματος της εν λόγω απαλλαγής δεν οφείλεται μόνο στη μη συνδρομή της εν λόγω προϋποθέσεως, όταν ο προμηθευτής δεν μπορεί να γνωστοποιήσει τον αριθμό αυτό, καίτοι ενεργεί καλόπιστα και έχει λάβει όλα τα μέτρα που θα μπορούσαν ευλόγως να απαιτηθούν από αυτόν, αλλά παρέχει άλλα στοιχεία δυνάμενα να αποδείξουν επαρκώς ότι ο αποκτών είναι υποκείμενος στον φόρο και ενεργεί με την ιδιότητα αυτή στην επίμαχη συναλλαγή. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν εξ αυτού απορρέει ότι η διοίκηση μπορεί να αρνείται την απαλλαγή από τον ΦΠΑ σε υποκείμενο στον φόρο ο οποίος, στο πλαίσιο ενδοκοινοτικής μεταφοράς, δεν έχει λάβει όλα τα ευλόγως απαιτούμενα μέτρα για την αναγραφή αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντος από το κράτος μέλος προορισμού.
52 Με την απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR (C‑587/10, EU:C:2012:592), το Δικαστήριο δεν εισήγαγε τέτοιο γενικό κανόνα.
53 Πράγματι, το Δικαστήριο ρητώς επιβεβαίωσε, στη σκέψη 46 της εν λόγω αποφάσεως, τη νομολογία σύμφωνα με την οποία, με εξαίρεση τις δύο περιπτώσεις που μνημονεύονται στις σκέψεις 44 και 46 της παρούσας αποφάσεως, η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας απαιτεί τη χορήγηση απαλλαγής από τον ΦΠΑ εφόσον πληρούνται οι ουσιαστικές προϋποθέσεις, ακόμη και αν ο υποκείμενος στον φόρο έχει παραλείψει να τηρήσει ορισμένες τυπικές προϋποθέσεις.
54 Επιπλέον, όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 111 των προτάσεών του, ιδίως από τη σκέψη 52 της αποφάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, VSTR (C‑587/10, EU:C:2012:592), προκύπτει ότι η διαπίστωση της αδυναμίας υποκειμένου στον φόρο, ο οποίος ενήργησε καλοπίστως και έλαβε όλα τα ευλόγως απαιτούμενα από αυτόν μέτρα, να γνωστοποιήσει τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του αγοραστή αφορά καταστάσεις στις οποίες ανακύπτει το ζήτημα αν ο υποκείμενος στον φόρο μετείχε ή όχι σε φοροδιαφυγή. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η συμμετοχή του προμηθευτή σε φοροδιαφυγή μπορεί να αποκλείεται σε περίπτωση που αυτός, ενεργώντας καλοπίστως και έχοντας λάβει όλα τα ευλόγως απαιτούμενα από αυτόν μέτρα, δεν μπορούσε να γνωστοποιήσει τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του αγοραστή.
55 Επομένως, υπό περιστάσεις όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, στις οποίες αποκλείεται εν πάση περιπτώσει η συμμετοχή του υποκειμένου στον φόρο σε φοροδιαφυγή, η διοίκηση δεν μπορεί να αρνηθεί στον ενδιαφερόμενο την απαλλαγή από τον ΦΠΑ με την αιτιολογία ότι αυτός δεν έλαβε όλα τα ευλόγως απαιτούμενα από αυτόν μέτρα προς εκπλήρωση μιας τυπικής υποχρεώσεως, ήτοι της αναγραφής αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντος από το κράτος μέλος προορισμού της ενδοκοινοτικής μεταφοράς.
56 Ενώπιον του Δικαστηρίου, η φορολογική αρχή και η Γερμανική Κυβέρνηση υπογράμμισαν, εντούτοις, τον πρωταρχικής σημασίας χαρακτήρα του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ ως στοιχείου ελέγχου στο όλο σύστημα που καλύπτει έναν μεγάλο αριθμό ενδοκοινοτικών εμπορικών συναλλαγών.
57 Ωστόσο, μια τέτοια περίσταση δεν μπορεί ούτε να μετατρέψει μια τυπική προϋπόθεση σε ουσιαστική στο κοινό σύστημα του ΦΠΑ ούτε να δικαιολογήσει άρνηση της διοικήσεως να χορηγήσει τη φοροαπαλλαγή λόγω μη τηρήσεως τυπικής προϋποθέσεως επιβαλλόμενης από το εθνικό δίκαιο με το οποίο η έκτη οδηγία μεταφέρθηκε στην εσωτερική έννομη τάξη.
58 Πράγματι, καίτοι το άρθρο 22, παράγραφος 8, της έκτης οδηγίας, όπως έχει διαμορφωθεί βάσει του άρθρου 28η της ως άνω οδηγίας, παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να λαμβάνουν μέτρα με σκοπό την εξασφάλιση της επακριβούς εισπράξεως του ΦΠΑ και προς αποφυγή της φοροδιαφυγής, μια τέτοια άρνηση χορηγήσεως φοροαπαλλαγής θα έβαινε πέραν του αναγκαίου προς επίτευξη των σκοπών αυτών ορίου, καθόσον ως κύρωση για μια τέτοια παράβαση του ως άνω εθνικού δικαίου μπορεί να επιβάλλεται πρόστιμο ανάλογο προς τη σοβαρότητα της παραβάσεως αυτής (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις της 9ης Ιουλίου 2015, Salomie και Oltean, C‑183/14, EU:C:2015:454, σκέψεις 62 και 63, καθώς και της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, Barlis 06 – Investimentos Imobiliários e Turísticos, C‑516/14, EU:C:2016:690, σκέψεις 47 και 48).
59 Βάσει των ανωτέρω σκέψεων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 22, παράγραφος 8, της έκτης οδηγίας, όπως έχει διαμορφωθεί βάσει του άρθρου 28η της ως άνω οδηγίας, καθώς και το άρθρο 28γ, A, στοιχείο αʹ, πρώτο εδάφιο, και στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής έχουν την έννοια ότι εμποδίζουν τη φορολογική αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να αρνηθεί τη χορήγηση απαλλαγής από τον ΦΠΑ για ενδοκοινοτική μεταφορά με την αιτιολογία ότι ο υποκείμενος στον φόρο δεν γνωστοποίησε αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ χορηγηθέντα από το κράτος μέλος προορισμού, όταν δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις διαπράξεως φοροδιαφυγής, το αγαθό μεταφέρθηκε σε άλλο κράτος μέλος και, επιπλέον, πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις απαλλαγής.
Επί των δικαστικών εξόδων
60 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:
Το άρθρο 22, παράγραφος 8, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2005/92/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2005, όπως έχει διαμορφωθεί βάσει του άρθρου 28η της ως άνω έκτης οδηγίας, καθώς και το άρθρο 28γ, A, στοιχείο αʹ, πρώτο εδάφιο, και στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής έχουν την έννοια ότι εμποδίζουν τη φορολογική αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να αρνηθεί τη χορήγηση απαλλαγής από τον φόρο προστιθεμένης αξίας για ενδοκοινοτική μεταφορά με την αιτιολογία ότι ο υποκείμενος στον φόρο δεν γνωστοποίησε αριθμό φορολογικού μητρώου του εν λόγω φόρου χορηγηθέντα από το κράτος μέλος προορισμού, όταν δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις διαπράξεως φοροδιαφυγής, το αγαθό μεταφέρθηκε σε άλλο κράτος μέλος και, επιπλέον, πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις απαλλαγής.
(υπογραφές)
* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.


E-mail = ggioggaras@Gmail.com

Ρωτήστε μας Τελωνειακά θέματα στο:
Να σας απαντήσουμε

Εκτύπωση πολυσέλιδων Νόμων, Κανονισμών κλπ
Ιστοσελίδα = PrePrint.gr
Με μικρό κόστος