Συμφωνία Νορβηγίας
και Ευρωπαϊκής Ένωσης της 1/8/2018 για Διοικητική Συνεργασία σε απάτες για τον
ΦΠΑ (Μάθημα 1) 20 Αυγούστου 2018
1.8.2018
|
EL
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
|
L 195/3
|
ΣΥΜΦΩΝΊΑ
μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της
Νορβηγίας σχετικά με τη διοικητική συνεργασία, την καταπολέμηση της απάτης και
την είσπραξη απαιτήσεων στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας
Η
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ, εφεξής καλούμενη «η Ένωση»,
και
ΤΟ
ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΝΟΡΒΗΓΙΑΣ, εφεξής καλούμενο «Νορβηγία»,
εφεξής
καλούμενα «τα μέρη»,
ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ
να διασφαλίσουν τον ορθό προσδιορισμό, τη βεβαίωση και την είσπραξη του φόρου
προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) και την είσπραξη απαιτήσεων ΦΠΑ, να αποφύγουν τη
διπλή φορολόγηση ή τη μη φορολόγηση και να καταπολεμήσουν την απάτη στον τομέα
του ΦΠΑ,
ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ
ότι η καταπολέμηση της διασυνοριακής απάτης και φοροδιαφυγής στον τομέα του ΦΠΑ
απαιτεί στενή συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών που είναι επιφορτισμένες με
την εφαρμογή της νομοθεσίας στον συγκεκριμένο τομέα,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ
ότι η διασυνοριακή απάτη και φοροδιαφυγή στον τομέα του ΦΠΑ έχουν ειδικά
χαρακτηριστικά και μηχανισμούς που τις διαφοροποιούν από άλλα είδη φορολογικής
απάτης και, ως εκ τούτου, απαιτούν ειδικά νομικά εργαλεία για διοικητική
συνεργασία, ιδίως για την αμοιβαία ανταλλαγή πληροφοριών,
ΑΠΟΣΚΟΠΩΝΤΑΣ
να συμβάλουν στο δίκτυο Eurofisc για την ανταλλαγή στοχευμένων πληροφοριών για
την καταπολέμηση της διασυνοριακής απάτης στον τομέα του ΦΠΑ, που υπόκεινται
στους περιορισμούς που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία,
ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ
ότι όλα τα συμβαλλόμενα μέρη θα πρέπει να εφαρμόζουν κανόνες περί
εμπιστευτικότητας και προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την
οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) για την προστασία των φυσικών προσώπων
έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη
κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, μεταξύ άλλων, και στο πλαίσιο του Eurofisc,
ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ
ΥΠΟΨΗ ότι η εκτίμηση της ορθής εφαρμογής του ΦΠΑ σε υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών,
ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες και ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες μπορεί να
είναι αποτελεσματική μόνο μέσω της διεθνούς συνεργασίας,
ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ
ΥΠΟΨΗ ότι η Ένωση και η Νορβηγία είναι γείτονες και δυναμικοί εμπορικοί εταίροι,
ενώ είναι επίσης και συμβαλλόμενα μέρη στη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό
Οικονομικό Χώρο («συμφωνία ΕΟΧ»), η οποία στοχεύει στην προώθηση της συνεχούς
και ισόρροπης ενίσχυσης των εμπορικών και οικονομικών σχέσεων μεταξύ των
συμβαλλόμενων μερών με ίσους όρους ανταγωνισμού και την τήρηση των ίδιων
κανόνων, με σκοπό τη δημιουργία ομοιογενούς Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ
ότι, μολονότι τα φορολογικά ζητήματα δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της
συμφωνίας ΕΟΧ, η συνεργασία με σκοπό την αποτελεσματικότερη εφαρμογή και
επιβολή του ΦΠΑ είναι προς το συμφέρον της Ένωσης και της Νορβηγίας,
ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ
ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:
ΤΙΤΛΟΣ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Στόχος
Στόχος
της παρούσας συμφωνίας είναι θα θεσπιστεί το πλαίσιο για τη διοικητική
συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης και της Νορβηγίας, προκειμένου να
παρέχεται στις αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή της νομοθεσίας
περί ΦΠΑ η δυνατότητα να συνδράμουν η μία την άλλη διασφαλίζοντας τη συμμόρφωση
με την εν λόγω νομοθεσία και στην προστασία των εσόδων από τον ΦΠΑ.
Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής
1. Η
παρούσα συμφωνία θεσπίζει κανόνες και διαδικασίες για τη συνεργασία:
α)
|
για την ανταλλαγή οποιασδήποτε πληροφορίας που
ενδέχεται να συμβάλλει στην πραγματοποίηση ορθής βεβαίωσης του ΦΠΑ, στην παρακολούθηση
της ορθής εφαρμογής του ΦΠΑ και στην καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του
ΦΠΑ·
|
β)
|
για την είσπραξη:
|
2. Η
παρούσα συμφωνία δεν θίγει την εφαρμογή των κανόνων διοικητικής συνεργασίας,
καταπολέμησης της απάτης και συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων στον τομέα
του ΦΠΑ μεταξύ κρατών μελών της Ένωσης.
3. Η
παρούσα συμφωνία δεν θίγει την εφαρμογή των κανόνων αμοιβαίας συνδρομής επί
ποινικών θεμάτων.
Άρθρο 3
Ορισμοί
Για
τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α)
|
«ΦΠΑ»: φόρος προστιθέμενης αξίας σύμφωνα με την
οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το
κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (2), για την Ένωση, και φόρος προστιθέμενης αξίας
σύμφωνα με τον νορβηγικό νόμο αριθ. 58, της 19ης Ιουνίου 2009, για τον φόρο
προστιθέμενης αξίας, για τη Νορβηγία·
|
β)
|
«κράτος»: κράτος μέλος της Ένωσης ή η Νορβηγία·
|
γ)
|
«κράτη»: κράτη μέλη της Ένωσης και η Νορβηγία·
|
δ)
|
«τρίτη χώρα»: χώρα που δεν είναι ούτε κράτος μέλος
της Ένωσης ούτε η Νορβηγία·
|
ε)
|
η αρμόδια αρχή που ορίζεται βάσει του άρθρου 4
παράγραφος 1·
|
στ)
|
«κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης»: η υπηρεσία που ορίζεται
βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 2 με την κύρια αρμοδιότητα των επαφών για την
εφαρμογή του τίτλου II ή του τίτλου III·
|
ζ)
|
«υπηρεσία διασύνδεσης»: κάθε υπηρεσία εκτός της
κεντρικής υπηρεσίας διασύνδεσης, η οποία ορίζεται ως τέτοια βάσει του άρθρου
4 παράγραφος 3 για να ζητά ή να παρέχει αμοιβαία συνδρομή βάσει του τίτλου II
ή του τίτλου III·
|
η)
|
«αρμόδιος υπάλληλος»: κάθε υπάλληλος που ορίζεται
βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 4 και ο οποίος μπορεί να ανταλλάσσει απευθείας
πληροφορίες βάσει του τίτλου II·
|
θ)
|
«αιτούσα (συνδρομή για πληροφορίες) αρχή»
(«requesting authority»): η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, η υπηρεσία
διασύνδεσης ή ο αρμόδιος υπάλληλος ο οποίος υποβάλλει αίτημα συνδρομής βάσει
του τίτλου II, εξ ονόματος αρμόδιας αρχής·
|
ι)
|
«αιτούσα (συνδρομή για είσπραξη) αρχή» («applicant
authority»): κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης ή υπηρεσία διασύνδεσης κράτους,
που υποβάλλει αίτηση βάσει του τίτλου III·
|
ια)
|
«Αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα»: η κεντρική
υπηρεσία διασύνδεσης, η υπηρεσία διασύνδεσης ή —όσον αφορά τη συνεργασία
βάσει του τίτλου II— ο αρμόδιος υπάλληλος που λαμβάνει αίτημα από αιτούσα
αρχή για πληροφορίες ή για είσπραξη·
|
ιβ)
|
«πρόσωπο»:
|
ιγ)
|
«Μεικτή Επιτροπή»: η επιτροπή που είναι αρμόδια για
τη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας και εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας
σύμφωνα με το άρθρο 41·
|
ιδ)
|
«διοικητική έρευνα»: όλοι οι έλεγχοι, οι
επαληθεύσεις και οι άλλες ενέργειες που διεξάγονται από τα κράτη κατά την
άσκηση των αρμοδιοτήτων τους για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της
νομοθεσίας για τον ΦΠΑ·
|
ιε)
|
«αυθόρμητη ανταλλαγή»: η μη συστηματική κοινοποίηση
πληροφοριών, ανά πάσα στιγμή και χωρίς προηγούμενη αίτηση, σε άλλο κράτος·
|
ιστ)
|
«αυτόματη ανταλλαγή»: η συστηματική, χωρίς
προηγούμενη αίτηση, κοινοποίηση προκαθορισμένων πληροφοριών σε άλλο κράτος·
|
ιζ)
|
«ταυτόχρονος έλεγχος»: ο συντονισμένος έλεγχος της
φορολογικής υποχρέωσης ενός ή περισσότερων υποκείμενων στον φόρο που
συνδέονται μεταξύ τους, ο οποίος οργανώνεται από δύο τουλάχιστον κράτη, τα
οποία έχουν κοινά ή συμπληρωματικά συμφέροντα·
|
ιη)
|
«με ηλεκτρονικά μέσα»: η χρήση ηλεκτρονικού
εξοπλισμού για την επεξεργασία (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης),
αποθήκευση και μετάδοση δεδομένων με καλωδιακή, ραδιοκυματική, οπτική
τεχνολογία ή άλλο ηλεκτρομαγνητικό μέσο·
|
ιθ)
|
«δίκτυο CCN/CSI»: η κοινή πλατφόρμα που βασίζεται
στο κοινό δίκτυο επικοινωνιών («CCN») και στην κοινή διεπαφή συστημάτων
(«CSI»), η οποία έχει αναπτυχθεί από την Ένωση για την εξασφάλιση όλων των
διαβιβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ των αρμόδιων φορολογικών αρχών·
|
κ)
|
«υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, ραδιοτηλεοπτικές
υπηρεσίες και ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες»: οι υπηρεσίες που ορίζονται
στα άρθρα 6α, 6β και 7 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 282/2011 του
Συμβουλίου (3) για τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής της
οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας.
|
Άρθρο 4
Οργάνωση
1. Κάθε
κράτος ορίζει αρμόδια αρχή υπεύθυνη για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.
2. Κάθε
κράτος ορίζει:
α)
|
μία κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης με την κύρια
αρμοδιότητα της εφαρμογής του τίτλου II της παρούσας συμφωνίας, και
|
β)
|
μία κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης με την κύρια
αρμοδιότητα της εφαρμογής του τίτλου III της παρούσας συμφωνίας.
|
3. Κάθε
αρμόδια αρχή δύναται να ορίσει, άμεσα ή με μεταβίβαση αρμοδιοτήτων:
α)
|
υπηρεσίες διασύνδεσης για την απευθείας ανταλλαγή
πληροφοριών βάσει του τίτλου II της παρούσας συμφωνίας·
|
β)
|
υπηρεσίες διασύνδεσης που ζητούν ή παρέχουν αμοιβαία
συνδρομή βάσει του τίτλου III της παρούσας συμφωνίας σε σχέση με τις
συγκεκριμένες εδαφικές ή επιχειρησιακές τους αρμοδιότητες.
|
4. Κάθε
αρμόδια αρχή δύναται να ορίσει, άμεσα ή με μεταβίβαση αρμοδιοτήτων, αρμόδιους
υπαλλήλους που μπορούν να ανταλλάσσουν απευθείας πληροφορίες βάσει του τίτλου
II της παρούσας συμφωνίας.
5. Οι
κεντρικές υπηρεσίες διασύνδεσης επικαιροποιούν τον κατάλογο υπηρεσιών
διασύνδεσης και αρμόδιων υπαλλήλων και τον θέτουνστη διάθεση των άλλων
κεντρικών υπηρεσιών διασύνδεσης.
6. Όταν
υπηρεσία διασύνδεσης ή αρμόδιος υπάλληλος αποστέλλει ή παραλαμβάνει αίτημα
συνδρομής δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, ενημερώνει σχετικά την οικεία
κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης.
7. Όταν
κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, υπηρεσία διασύνδεσης ή αρμόδιος υπάλληλος
παραλαμβάνει αίτημα αμοιβαίας συνδρομής που συνεπάγεται δράση εκτός της
αρμοδιότητάς του, διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση την αίτηση στην αρμόδια κεντρική
υπηρεσία διασύνδεσης ή στην υπηρεσία διασύνδεσης και ενημερώνει σχετικά την αιτούσα
για συνδρομή αρχή (για πληροφορίες ή για είσπραξη αρχή). Στην περίπτωση αυτή, η
χρονική περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 8 αρχίζει την επόμενη ημέρα της
διαβίβασης της αίτησης συνδρομής στην αρμόδια κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης ή
την αρμόδια υπηρεσία διασύνδεσης.
8. Κάθε
κράτος γνωστοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την αρμόδια αρχή του για τους
σκοπούς της παρούσας συμφωνίας εντός ενός μηνός από την υπογραφή της παρούσας
συμφωνίας και κάθε σχετική αλλαγή χωρίς καθυστέρηση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τηρεί
επικαιροποιημένο τον κατάλογο των αρμόδιων αρχών και τον θέτει στη διάθεση της
Μεικτής Επιτροπής.
Άρθρο 5
Συμφωνία για το επίπεδο των υπηρεσιών
Συνάπτεται
συμφωνία για το επίπεδο των υπηρεσιών, που εξασφαλίζει την τεχνική ποιότητα και
την ποσότητα των υπηρεσιών για τη λειτουργία των συστημάτων επικοινωνίας και
ανταλλαγής πληροφοριών, σύμφωνα με τη διαδικασία που θεσπίζεται από τη Μεικτή
Επιτροπή.
Άρθρο 6
Εμπιστευτικός χαρακτήρας και προστασία των δεδομένων
προσωπικού χαρακτήρα
1. Κάθε
πληροφορία που λαμβάνεται από κράτος δυνάμει της παρούσας συμφωνίας
αντιμετωπίζεται ως εμπιστευτική και προστατεύεται με τον ίδιο τρόπο όπως και οι
πληροφορίες που λαμβάνονται δυνάμει του εσωτερικού του δικαίου και, στο μέτρο
που είναι αναγκαίο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου,
και τις διασφαλίσεις που ενδεχομένως προσδιορίζονται από το κράτος που παρέχει
τις πληροφορίες όπως απαιτείται δυνάμει του δικαίου του.
2. Οι
πληροφορίες αυτές επιτρέπεται να κοινοποιούνται σε πρόσωπα ή αρχές
(συμπεριλαμβανομένων δικαστηρίων και διοικητικών ή εποπτικών οργάνων) που
ασχολούνται με την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ΦΠΑ και για τον σκοπό της ορθής
βεβαίωσης του ΦΠΑ, καθώς και για τον σκοπό της εφαρμογής της εκτέλεσης,
συμπεριλαμβανομένων μέτρων είσπραξης ή ασφαλιστικών μέτρων όσον αφορά
απαιτήσεις ΦΠΑ.
3. Οι
πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 επιτρέπεται επίσης να
χρησιμοποιηθούν για τη βεβαίωση και την εκτέλεση, συμπεριλαμβανομένης της
είσπραξης άλλων φόρων και υποχρεωτικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Αν οι
πληροφορίες που ανταλλάχθηκαν αποκαλύπτουν ή συμβάλλουν στην απόδειξη της
ύπαρξης παραβάσεων του φορολογικού δικαίου, επιτρέπεται επίσης να
χρησιμοποιηθούν για την επιβολή διοικητικών ή ποινικών κυρώσεων. Μόνο τα
αναφερόμενα στην παράγραφο 2 πρόσωπα ή αρχές επιτρέπεται να χρησιμοποιήσουν τις
πληροφορίες και μόνο για σκοπούς που ορίζονται στις προηγούμενες προτάσεις της
παρούσας παραγράφου. Μπορούν να τις κοινοποιούν σε δημόσιες διαδικασίες ενώπιον
δικαστηρίου ή σε δικαστικές αποφάσεις.
4. Κατά
παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2, το κράτος που παρέχει τις πληροφορίες,
βάσει αιτιολογημένου αιτήματος, επιτρέπει τη χρησιμοποίησή τους για σκοπούς
άλλους από τους αναφερόμενους στο άρθρο 2 παράγραφος 1 από το κράτος που
λαμβάνει τις πληροφορίες, εάν, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους που παρέχει
τις πληροφορίες, οι πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για παρόμοιους
σκοπούς. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα αποδέχεται ή απορρίπτει κάθε
τέτοιο αίτημα εντός ενός μηνός.
5. Οι
αναφορές, οι βεβαιώσεις και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα, ή τα επικυρωμένα
αντίγραφα ή αποσπάσματά τους, τα οποία αποκτά ένα κράτος στις περιπτώσεις
παροχής συνδρομής που προβλέπονται από την παρούσα συμφωνία, είναι δυνατό να
χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία στο εν λόγω κράτος, όπως ακριβώς και
τα αντίστοιχα έγγραφα που διαβιβάζονται από άλλη αρχή του εν λόγω κράτους.
6. Οι
πληροφορίες που παρέχονται από ένα κράτος σε άλλο κράτος είναι δυνατό να
διαβιβαστούν στη συνέχεια και σε ένα άλλο κράτος, υπό την προϋπόθεση
προηγούμενης έγκρισης από την αρμόδια αρχή από την οποία προήλθαν οι
πληροφορίες. Το κράτος προέλευσης των πληροφοριών μπορεί να προβάλει αντίρρηση
για τη μεταβίβαση των πληροφοριών εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία
κατά την οποία ενημερώθηκε από το κράτος που επιθυμεί να μεταβιβάσει τις
πληροφορίες.
7. Τα
κράτη δύνανται να διαβιβάζουν πληροφορίες που αποκτώνται σύμφωνα με την παρούσα
συμφωνία σε τρίτες χώρες, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α)
|
η διαβίβαση των πληροφοριών υπόκειται στην εθνική
νομοθεσία του διαβιβάζοντος κράτους για την εφαρμογή του άρθρου 25 της
οδηγίας 95/46/ΕΚ για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της
επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη
κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, ιδίως όσον αφορά το κατάλληλο επίπεδο
προστασίας που παρέχεται στην εκάστοτε τρίτη χώρα,
|
β)
|
η αρμόδια αρχή από την οποία προέρχονται οι
πληροφορίες έχει δώσει τη συγκατάθεσή της για την εν λόγω γνωστοποίηση,
|
γ)
|
η διαβίβαση επιτρέπεται δυνάμει ρυθμίσεων που
διέπουν την παροχή συνδρομής μεταξύ του κράτους που διαβιβάζει τις
πληροφορίες και της συγκεκριμένης τρίτης χώρας.
|
8. Όταν
ένα κράτος λαμβάνει πληροφορίες από τρίτη χώρα, τα κράτη δύνανται να ανταλλάσσουν
τις εν λόγω πληροφορίες, εφόσον αυτό επιτρέπεται δυνάμει των ρυθμίσεων που
διέπουν την παροχή συνδρομής με τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα.
9. Κάθε
κράτος κοινοποιεί αμέσως στα άλλα ενδιαφερόμενα κράτη τυχόν παραβίαση της
εμπιστευτικότητας, μη τήρηση των διασφαλίσεων των δεδομένων προσωπικού
χαρακτήρα και τυχόν επακόλουθη επιβολή κυρώσεων και διορθωτικών μέτρων.
10. Τα
δεόντως διαπιστευμένα πρόσωπα από την Αρχή Πιστοποίησης της Ασφάλειας της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής μπορούν να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές μόνο στον
βαθμό που απαιτείται για την επιμέλεια, συντήρηση και ανάπτυξη του δικτύου
CCN/CSI.
ΤΙΤΛΟΣ II
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΤΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν
αιτήματος
Άρθρο 7
Ανταλλαγή πληροφοριών και διοικητικές έρευνες
1. Κατόπιν
αιτήματος της αιτούσας συνδρομή για πληροφορίες αρχής, η αρχή στην οποία
υποβάλλεται το αίτημα γνωστοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 2
παράγραφος 1 στοιχείο α) και αφορούν μία ή περισσότερες συγκεκριμένες υποθέσεις.
2. Για
τους σκοπούς της διαβίβασης των πληροφοριών που αναφέρει η παράγραφος 1, η αρχή
στην οποία υποβάλλεται το αίτημα προβαίνει, στις αναγκαίες διοικητικές έρευνες
για να αποκτήσει τις πληροφορίες αυτές.
3. Η
αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολογημένο
αίτημα διεξαγωγής διοικητικής έρευνας. Εάν η αρχή στην οποία υποβάλλεται το
αίτημα είναι της γνώμης ότι δεν απαιτείται διεξαγωγή της διοικητικής έρευνας,
ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τους λόγους που θεμελιώνουν την άποψη
αυτή.
4. Όταν
η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα αρνείται τη διεξαγωγή διοικητικής
έρευνας σχετικά με τα ποσά που έχουν δηλωθεί από υποκείμενο στον φόρο σε σχέση
με τις παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα
και έχουν πραγματοποιηθεί από υποκείμενο στον φόρο, εγκατεστημένο στο κράτος
της αρχής στην οποία υποβάλλεται το αίτημα και είναι φορολογητέες στο κράτος
μέλος της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα γνωστοποιεί
τουλάχιστον στην αιτούσα αρχή τις ημερομηνίες και τα ποσά όλων των σχετικών
παραδόσεων και παροχών οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά την τελευταία διετία
από τον υποκείμενο στον φόρο στο κράτος της αιτούσας αρχής.
5. Για
την απόκτηση των αιτούμενων πληροφοριών ή τη διεξαγωγή της διοικητικής έρευνας
που αφορά η αίτηση, η αρχή στην οποία υποβλήθηκε το αίτημα ή η διοικητική αρχή
προς την οποία η αποδέκτρια αρχή απευθύνεται, ενεργεί όπως θα ενεργούσε για
λογαριασμό της ή κατόπιν αιτήματος άλλης αρχής του οικείου κράτους.
6. Κατόπιν
αιτήματος της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα τής
γνωστοποιεί κάθε συναφή πληροφορία που αποκτά ή έχει στην κατοχή της, καθώς και
τα αποτελέσματα των διοικητικών ερευνών, υπό μορφή εκθέσεων, δηλώσεων ή άλλων
εγγράφων ή επικυρωμένων ακριβών αντιγράφων ή αποσπασμάτων τους.
7. Η
παροχή πρωτότυπων εγγράφων γίνεται μόνον εφόσον δεν αντιβαίνει στις διατάξεις
που ισχύουν στο κράτος αρχής στην οποία υποβάλλεται το αίτημα.
Άρθρο 8
Προθεσμία παροχής πληροφοριών
1. Η
αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται
στο άρθρο 7 το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο τρεις μήνες μετά την
ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.. Ωστόσο, στην περίπτωση που η αρχή στην
οποία υποβάλλεται το αίτημα έχει στην ακτοχή της αυτές τις πληροφορίες, η
προθεσμία μειώνεται σε ένα μήνα κατ' ανώτατο όριο.
2. Για
συγκεκριμένες ειδικές κατηγορίες υποθέσεων, η αιτούσα αρχή και η αρχή στην
οποία υποβάλλεται το αίτημα μπορούν να συμφωνούν μεταξύ τους διαφορετικές
προθεσμίες από εκείνες που προβλέπονται στην παράγραφο 1.
3. Σε
περίπτωση που η αρχή στην οποία επιβάλλεται το αίτημα δεν είναι σε θέση να
ανταποκριθεί στο αίτημα εντός των προθεσμιών που αναφέρονται στις παραγράφους 1
και 2, ενημερώνει αμέσως γραπτώς την αιτούσα αρχή για τους λόγους που την
εμποδίζουν να τηρήσει τις εν λόγω προθεσμίες και για το πότε υπολογίζει ότι θα
μπορέσει, κατά πάσα πιθανότητα, να ανταποκριθεί στο αίτημα..
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Ανταλλαγή πληροφοριών χωρίς
προηγούμενη αίτηση
Άρθρο 9
Είδη ανταλλαγής πληροφοριών
H ανταλλαγή
πληροφοριών χωρίς προηγούμενη αίτηση γίνεται είτε αυθόρμητα, όπως προβλέπεται
στο άρθρο 10, είτε αυτόματα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 11.
Άρθρο 10
Αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών
Η
αρμόδια αρχή κράτους διαβιβάζει, χωρίς προηγούμενη αίτηση, στην αρμόδια αρχή
άλλου κράτους τις αναφερόμενες στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) πληροφορίες
που δεν έχουν διαβιβαστεί στο πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής του άρθρου 11
και τις οποίες γνωρίζει, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α)
|
όταν θεωρείται ότι οι φόροι επιβάλλονται στο κράτος
προορισμού και οι πληροφορίες από το κράτος καταγωγής είναι αναγκαίες για την
αποτελεσματικότητα του συστήματος ελέγχου του κράτους προορισμού,
|
β)
|
όταν ένα κράτος έχει λόγους να πιστεύει ότι
διαπράχθηκε ή ενδέχεται να διαπράχθηκε παραβίαση της νομοθεσίας για τον ΦΠΑ
στο άλλο κράτος,
|
γ)
|
όταν υφίσταται κίνδυνος διαφυγής φορολογικών εσόδων
στο άλλο κράτος.
|
Άρθρο 11
Αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών
1. Οι
κατηγορίες πληροφοριών που υπόκεινται σε αυτόματη ανταλλαγή καθορίζονται από τη
Μεικτή Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 41.
2. Ένα
κράτος μπορεί να μη συμμετέχει στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μίας ή
περισσότερων κατηγοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, όταν η συλλογή
πληροφοριών με σκοπό αυτήν την ανταλλαγή απαιτεί την επιβολή νέων υποχρεώσεων
στους υποκείμενους στον ΦΠΑ ή επιβάλλει δυσανάλογο διοικητικό φόρτο στο εν λόγω
κράτος.
3. Κάθε
κράτος κοινοποιεί γραπτώς στη Μεικτή Επιτροπή την απόφασή του, που λαμβάνεται
σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Άλλες μορφές συνεργασίας
Άρθρο 12
Διοικητική κοινοποίηση
1. H
αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα, κατ' αίτηση της αιτούσας αρχής και
σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση παρόμοιων πράξεων στο
κράτος της αρχής στην οποία υποβάλλεται το αίτημα, κοινοποιεί στον παραλήπτη
όλες τις πράξεις και αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από τις αιτούσες αρχές και
αφορούν την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ΦΠΑ στο κράτος της αιτούσας αρχής.
2. Η
αίτηση κοινοποίησης, με την οποία επισημαίνεται το αντικείμενο της προς
κοινοποίηση πράξης ή απόφασης, περιλαμβάνει το όνομα, τη διεύθυνση και κάθε
άλλη πληροφορία χρήσιμη για την εξακρίβωση της ταυτότητας του παραλήπτη.
3. Η
αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τη
συνέχεια που δίνεται στην αίτηση κοινοποίησης και κοινοποιεί, ειδικότερα, την
ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση ή η πράξη κοινοποιήθηκε στον παραλήπτη.
Άρθρο 13
Παρουσία στα γραφεία των διοικητικών υπηρεσιών και
συμμετοχή στις διοικητικές έρευνες
1. Κατόπιν
συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής στην οποία υποβάλλεται το
αίτημα και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που ορίζει η τελευταία, η αρχή στην οποία
υποβάλλεται το αίτημα μπορεί να επιτρέψει σε υπαλλήλους εξουσιοδοτημένους από
την αιτούσα αρχή να είναι παρόντες στα γραφεία της αρχής στην οποία υποβάλλεται
το αίτημα, ή σε οποιονδήποτε άλλο χώρο όπου εκτελούν τα καθήκοντά τους οι εν
λόγω αρχές, για τους σκοπούς της ανταλλαγής των πληροφοριών που αναφέρονται στο
άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α). Στην περίπτωση που οι αιτούμενες πληροφορίες
περιέχονται σε έγγραφα στα οποία έχουν πρόσβαση οι υπάλληλοι της αρχής στην
οποία υποβάλλεται το αίτημα, παρέχονται αντίγραφα των εγγράφων αυτών στους
υπαλλήλους της αιτούσας αρχής.
2. Κατόπιν
συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής στην οποία υποβάλλεται το
αίτημα και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που ορίζει η τελευταία, η αρχή στην οποία
υποβάλλεται το αίτημα μπορεί να επιτρέψει σε υπαλλήλους εξουσιοδοτημένους από
την αιτούσα αρχή να είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες που διεξάγονται
στο έδαφος του κράτους της αρχής, στην οποία υποβάλλεται το αίτημα για τους
σκοπούς της ανταλλαγής των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1
στοιχείο α). Αυτές οι διοικητικές έρευνες διεξάγονται αποκλειστικά από τους
υπαλλήλους της αρχής στην οποία υποβάλλεται το αίτημα. Οι υπάλληλοι της
αιτούσας αρχής δεν ασκούν τις εξουσίες ελέγχου οι οποίες έχουν ανατεθεί στους
υπαλλήλους της αρχής. στην οποία υποβάλλεται το αίτημα. Μπορούν, ωστόσο, να
έχουν πρόσβαση στους ίδιους χώρους και στα ίδια έγγραφα με αυτούς, με τη
διαμεσολάβηση των υπαλλήλων της αρχής στην οποία υποβάλλεται το αίτημα και για
τις ανάγκες διεξαγωγής της διοικητικής έρευνας και μόνον.
3. Οι
υπάλληλοι της αιτούσας αρχής που βρίσκονται σε άλλο κράτος κατ' εφαρμογή των
παραγράφων 1 και 2 πρέπει να είναι σε θέση να επιδεικνύουν ανά πάσα στιγμή
γραπτή εξουσιοδότηση στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία ταυτότητας και η
επίσημη ιδιότητά τους.
Άρθρο 14
Ταυτόχρονοι έλεγχοι
1. Τα
κράτη δύνανται να συμφωνήσουν να διενεργούν ταυτόχρονους ελέγχους, όταν θεωρούν
ότι οι έλεγχοι αυτοί είναι αποτελεσματικότεροι από τους ελέγχους που
διεξάγονται σε ένα μόνο κράτος.
2. Ένα
κράτος καθορίζει κατά τρόπο ανεξάρτητο τους υποκείμενους στον φόρο τους οποίους
προτίθεται να προτείνει για τη διενέργεια ταυτόχρονου ελέγχου. Η αρμόδια αρχή
του εν λόγω κράτους κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή του άλλου ενδιαφερόμενου
κράτους των υποθέσεων που προτείνεται να αποτελέσουν αντικείμενο ταυτόχρονου
ελέγχου. Αιτιολογεί την επιλογή αυτή, κατά τον βαθμό που είναι δυνατόν,
παρέχοντας τις πληροφορίες που την οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Προσδιορίζει
τη χρονική περίοδο κατά την οποία θα πρέπει να διεξαχθούν οι έλεγχοι αυτοί.
3. Η
αρμόδια αρχή η οποία λαμβάνει την πρόταση για διενέργεια ταυτόχρονου ελέγχου
επιβεβαιώνει τη σύμφωνη γνώμη της ή γνωστοποιεί την αιτιολογημένη απόρριψή του
αιτήματος, καταρχήν εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή της πρότασης και το
αργότερο εντός μηνός από την παραλαβή της πρότασης.
4. Κάθε
ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή ορίζει αντιπρόσωπο υπεύθυνο για την εποπτεία και τον
συντονισμό των εργασιών ελέγχου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Eurofisc
Άρθρο 15
Συμμετοχή της Νορβηγίας στο Eurofisc
1. Προκειμένου
να προαχθεί και να διευκολυνθεί η πολυμερής συνεργασία για την καταπολέμηση της
απάτης στον τομέα του ΦΠΑ, καλείται η Νορβηγία να συμμετάσχει στο δίκτυο που
ονομάζεται Eurofisc και προβλέπεται στο κεφάλαιο X του κανονισμού (ΕΕ) αριθ.
904/2010 του Συμβουλίου (4) για τη διοικητική συνεργασία και την
καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας, υπό τους
όρους που καθορίζονται στο παρόν κεφάλαιο.
2. Η
συμμετοχή της Νορβηγίας στο Eurofisc δεν θα επιτρέπει στους υπαλλήλους
συνδέσμους Eurofisc που ορίζονται από την αρμόδια αρχή ενός κράτους την
πρόσβαση στη βάση δεδομένων του άλλου κράτους.
Άρθρο 16
Υπάλληλοι σύνδεσμοι Eurofisc
1. Η
αρμόδια αρχή της Νορβηγίας ορίζει τουλάχιστον έναν υπάλληλο σύνδεσμο Eurofisc
που είναι υπεύθυνος για την ανταλλαγή πληροφοριών στους τομείς εργασίας του
Eurofisc στους οποίους συμμετέχει η Νορβηγία.
2. Οι
υπάλληλοι σύνδεσμοι του Eurofisc είναι αρμόδιοι υπάλληλοι κατά την έννοια του
άρθρου 4 παράγραφος 4. Εξακολουθούν να λογοδοτούν μόνο στις εθνικές διοικήσεις
τους.
3. Οι
υπάλληλοι σύνδεσμοι της Νορβηγίας στο Eurofisc δεν ορίζονται ως συντονιστές
στους τομείς εργασίας ή ως πρόεδροι του Eurofisc ούτε συμμετέχουν σε
οποιαδήποτε διαδικασία ψηφοφορίας προβλέπεται από τον εσωτερικό κανονισμό του
Eurofisc.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 17
Όροι που διέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών
1. Η
αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα παρέχει στην αιτούσα αρχή τις
αναφερόμενες στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) πληροφορίες ή την αναφερόμενη
στο άρθρο 12 διοικητική κοινοποίηση εφόσον:
α)
|
ο αριθμός και η φύση των αιτήσεων παροχής
πληροφοριών οι οποίες υποβάλλονται από την αιτούσα αρχή δεν επιβάλλουν
δυσανάλογο διοικητικό φόρτο στην εν λόγω αρχή στην οποία υποβάλλεται το
αίτημα·
|
β)
|
η αιτούσα αρχή έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές
πληροφοριών τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ανάλογα με τις
περιστάσεις για να λάβει τις αιτούμενες πληροφορίες χωρίς να κινδυνεύει η
επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος.
|
2. Η
παρούσα συμφωνία δεν επιβάλλει την υποχρέωση διεξαγωγής ερευνών ή διαβίβασης
πληροφοριών σχετικά με μια ειδική περίπτωση, όταν η νομοθεσία ή η διοικητική
πρακτική του κράτους που θα έπρεπε να παράσχει τις πληροφορίες δεν επιτρέπει
στο εν λόγω κράτος ούτε να διεξάγει τις έρευνες αυτές ούτε να συλλέγει ή να
χρησιμοποιεί τις συγκεκριμένες πληροφορίες για ίδιους σκοπούς.
3. Η
αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα·μπορεί να αρνείται να παράσχει
πληροφορίες στην περίπτωση που η αιτούσα αρχή αδυνατεί, για νομικούς λόγους, να
παράσχει τέτοιες πληροφορίες. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται το
αίτημα·ενημερώνει τη Μεικτή Επιτροπή για τους λόγους άρνησης.
4. Η
άρνηση παροχής πληροφοριών είναι δυνατή στην περίπτωση που η διαβίβαση αυτή θα
οδηγούσε στη κοινολόγηση εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή
εμπορικής μεθόδου, ή πληροφορίας της οποίας η κοινολόγηση θα ήταν αντίθετη προς
τη δημόσια τάξη.
5. Οι
παράγραφοι 2, 3 και 4 δεν είναι δυνατό σε καμία περίπτωση να ερμηνευθούν υπό
την έννοια ότι παρέχουν τη δυνατότητα στην αρχή στην οποία υποβάλλεται το
αίτημα·να αρνηθεί να διαβιβάσει πληροφορίες με μόνη αιτιολογία ότι οι
πληροφορίες αυτές βρίσκονται στην κατοχή τράπεζας, άλλου χρηματοπιστωτικού
ιδρύματος ή ενός προσώπου που έχει διορισθεί ή ενεργεί ως αντιπρόσωπος ή
καταπιστευματοδόχος, ή ότι αναφέρονται στη συμμετοχή στο κεφάλαιο ενός νομικού
προσώπου.
6. Η
αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα ενημερώνει την αιτούσα αρχή για τους
λόγους απόρριψης του αιτήματος συνδρομής.
Άρθρο 18
Αναπληροφόρηση
Όταν
αρμόδια αρχή παρέχει πληροφορίες δυνάμει των άρθρων 7 ή 10, μπορεί να ζητεί από
την αρμόδια αρχή που τις παραλαμβάνει να της αποστείλει σχετική αναπληροφόρηση.
τέτοιου αιτήματος, η αρμόδια αρχή που παραλαμβάνει τις πληροφορίες αποστέλλει,
με την επιφύλαξη των κανόνων περί φορολογικού απορρήτου και προστασίας
δεδομένων που ισχύουν στο οικείο κράτος μέλος, την αναπληροφόρηση το
συντομότερο δυνατόν, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν επιβάλλει δυσανάλογο
διοικητικό φόρτο.
Άρθρο 19
Γλώσσα
Οι
αιτήσεις παροχής συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων των αιτήσεων κοινοποίησης
πληροφοριών, και τα επισυναπτόμενα σε αυτές έγγραφα διατυπώνονται σε γλώσσα για
την οποία συμφωνούν η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα.
Άρθρο 20
Στατιστικά στοιχεία
Έως
τις 30 Ιουνίου κάθε έτους, τα μέρη κοινοποιούν με ηλεκτρονικά μέσα στη Μεικτή
Επιτροπή κατάλογο στατιστικών στοιχείων σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος
τίτλου.
Άρθρο 21
Τυποποιημένα έντυπα και μέσα κοινοποίησης
1. Οποιεσδήποτε
πληροφορίες κοινοποιούνται δυνάμει των άρθρων 7, 10, 11, 12 και 18 και τα
στατιστικά στοιχεία δυνάμει του άρθρου 20 παρέχονται με χρήση τυποποιημένου
εντύπου το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφος 2 στοιχείο δ).
2. Τα
τυποποιημένα έντυπα διαβιβάζονται, στο μέτρο του δυνατού, με ηλεκτρονικά μέσα.
3. Όταν
η αίτηση δεν έχει υποβληθεί πλήρως μέσω των ηλεκτρονικών συστημάτων, η
αποδέκτρια αρχή επιβεβαιώνει με ηλεκτρονικά μέσα την παραλαβή του αιτήματος
χωρίς καθυστέρηση και οπωσδήποτε εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή
της.
4. Όταν
μια αρχή παραλαμβάνει αίτημα ή πληροφορίες οι οποίες δεν προορίζονται για
αυτήν, αποστέλλει μήνυμα με ηλεκτρονικά μέσα στον αποστολέα χωρίς καθυστέρηση
και οπωσδήποτε εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή.
ΤΙΤΛΟΣ III
ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Ανταλλαγή πληροφοριών
Άρθρο 22
Αίτηση πληροφοριών
1. Κατόπιν
αίτησης της αιτούσας αρχής, η αποδέκτρια αρχή παρέχει οποιεσδήποτε πληροφορίες
είναι πιθανό να αφορούν την αιτούσα αρχή για την είσπραξη απαιτήσεών της κατά
τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β).
Για
τον σκοπό της παροχής των εν λόγω πληροφοριών, η αποδέκτρια αρχή μεριμνά για τη
διεξαγωγή οποιωνδήποτε διοικητικών ερευνών απαιτούνται για την απόκτηση των
πληροφοριών.
2. Η
αποδέκτρια αρχή δεν υποχρεούται να παρέχει πληροφορίες:
α)
|
που δεν θα ήταν σε θέση να αποκτήσει για την
είσπραξη παρόμοιων απαιτήσεων για λογαριασμό της,
|
β)
|
που θα αποκάλυπταν εμπορικό, βιομηχανικό ή
επαγγελματικό απόρρητο,
|
γ)
|
που η γνωστοποίησή τους θα ήταν πιθανό να θέσει σε
κίνδυνο την ασφάλεια ή να αντιτίθεται προς τη δημόσια τάξη τού κράτους της
αποδέκτριας αρχής.
|
3. Η
παράγραφος 2 σε καμία περίπτωση δεν θεωρείται ότι επιτρέπει σε μια αποδέκτρια
αρχή να αρνηθεί να παράσχει πληροφορίες με μόνη αιτιολογία το ότι οι
πληροφορίες αυτές βρίσκονται στην κατοχή τράπεζας, άλλου χρηματοπιστωτικού
ιδρύματος, εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου ή προσώπου που ενεργεί υπό την
ιδιότητα του πράκτορα ή του διαχειριστή ή επειδή η πληροφορία αφορά
ιδιοκτησιακά συμφέροντα προσώπου.
4. Η
αποδέκτρια αρχή πληροφορεί την αιτούσα αρχή για τους λόγους της αντίθεσής της
στην ικανοποίηση της αίτησης παροχής πληροφοριών.
Άρθρο 23
Ανταλλαγή πληροφοριών χωρίς προηγούμενη αίτηση
Όταν
μια επιστροφή φόρων ή δασμών αφορά πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο ή διαμένει
σε άλλο κράτος στο έδαφος του οποίου εφαρμόζεται η παρούσα συμφωνία, το κράτος
από το οποίο πρέπει να πραγματοποιηθεί η επιστροφή μπορεί να ενημερώνει το
κράτος εγκατάστασης ή διαμονής για την επιστροφή που εκκρεμεί.
Άρθρο 24
Παρουσία στα γραφεία των διοικητικών υπηρεσιών και
συμμετοχή στις διοικητικές έρευνες
1. Κατόπιν
συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αποδέκτριας αρχής και σύμφωνα με
τις ρυθμίσεις που έχει θεσπίσει η τελευταία, υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από την
αιτούσα αρχή δύνανται, για τους σκοπούς της προαγωγής της αμοιβαίας συνδρομής
που προβλέπει ο παρών τίτλος:
α)
|
να είναι παρόντες στα γραφεία στα οποία εκτελούν τα
καθήκοντά τους οι υπάλληλοι του κράτους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση,
|
β)
|
να είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες που
διεξάγονται στο έδαφος του κράτους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση,
|
γ)
|
να παρέχουν συνδρομή στους αρμόδιους υπαλλήλους του
κράτους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση κατά τις διαδικασίες ενώπιον
δικαστηρίων στο εν λόγω κράτος.
|
2. Εφόσον
αυτό είναι εφικτό δυνάμει της εφαρμοστέας νομοθεσίας του κράτους προς το οποίο
απευθύνεται η αίτηση, η συμφωνία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β)
μπορεί να προβλέπει ότι υπάλληλοι της αιτούσας αρχής δύνανται να ανακρίνουν
πρόσωπα και να εξετάζουν καταχωρίσεις λογιστικών βιβλίων.
3. Υπάλληλοι
εξουσιοδοτημένοι από την αιτούσα αρχή, οι οποίοι αξιοποιούν τις δυνατότητες που
τους παρέχουν οι παράγραφοι 1 και 2, πρέπει, ανά πάσα στιγμή, να είναι σε θέση
να επιδείξουν γραπτή εξουσιοδότηση, στην οποία να αναφέρονται τα στοιχεία
ταυτότητας και η επίσημη ιδιότητά τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Συνδρομή για την κοινοποίηση
εγγράφων
Άρθρο 25
Αίτηση για την κοινοποίηση ορισμένων εγγράφων σχετικών
με απαιτήσεις
1. Κατόπιν
αίτησης της αιτούσας αρχής, η αποδέκτρια αρχή κοινοποιεί στον αποδέκτη όλα τα
έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών, που προέρχονται από το κράτος της
αιτούσας αρχής και αφορούν απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1
στοιχείο β) ή στην είσπραξή της.
Η
αίτηση κοινοποίησης συνοδεύεται από τυποποιημένο έντυπο που περιέχει τουλάχιστον
τις ακόλουθες πληροφορίες:
α)
|
όνομα, διεύθυνση και άλλα δεδομένα σχετικά με τον
προσδιορισμό της ταυτότητας του αποδέκτη,
|
β)
|
τον σκοπό της κοινοποίησης και το χρονικό διάστημα
εντός του οποίου η κοινοποίηση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί,
|
γ)
|
περιγραφή του συνημμένου εγγράφου καθώς και της
φύσης και του ποσού της σχετικής απαίτησης,
|
δ)
|
όνομα, διεύθυνση και άλλες λεπτομέρειες επαφής όσον
αφορά:
|
2. Η
αιτούσα αρχή υποβάλλει αίτηση κοινοποίησης δυνάμει του παρόντος άρθρου μόνον
εφόσον δεν είναι σε θέση να κοινοποιήσει το σχετικό έγγραφο σύμφωνα με τους
κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση αυτή στο οικείο κράτος ή εφόσον η
κοινοποίηση αυτή θα δημιουργούσε δυσανάλογες δυσχέρειες.
3. Η
αποδέκτρια αρχή πληροφορεί αμέσως την αιτούσα αρχή σχετικά με οποιαδήποτε
ενεργεια πραγματοποιήθηκε για την αίτηση κοινοποίησής της και, ειδικότερα, όσον
αφορά την ημερομηνία κατά την οποία το έγγραφο κοινοποιήθηκε στον αποδέκτη.
Άρθρο 26
Μέσα κοινοποίησης
1. Η
αποδέκτρια αρχή εξασφαλίζει ότι η κοινοποίηση στο κράτος στο οποίο απευθύνεται
η αίτηση πραγματοποιείται σύμφωνα με τις εφαρμοστέες εθνικές νομοθετικές και
κανονιστικές διατάξεις και διοικητικές πρακτικές.
2. Η
παράγραφος 1 ισχύει υπό την επιφύλαξη οιασδήποτε άλλης μορφής κοινοποίησης στην
οποία προβαίνει η αρμόδια αρχή του αιτούντος κράτους σύμφωνα με τους ισχύοντες
κανόνες του εν λόγω κράτους.
Μια
αρμόδια αρχή η οποία είναι εγκατεστημένη στο αιτούν κράτος μπορεί να κοινοποιεί
άμεσα κάθε έγγραφο με συστημένη αλληλογραφία ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
σε πρόσωπο ευρισκόμενο σε άλλο κράτος στου οποίου το έδαφος εφαρμόζεται η
παρούσα συμφωνία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Μέτρα είσπραξης ή ασφαλιστικά
μέτρα
Άρθρο 27
Αίτηση είσπραξης
1. Κατόπιν
αίτησης της αιτούσας αρχής, η αποδέκτρια αρχή εισπράττει απαιτήσεις, οι οποίες
αποτελούν το αντικείμενο τίτλου που επιτρέπει την εκτέλεση της είσπραξης στο
κράτος της αιτούσας αρχής.
2. Η
αιτούσα αρχή, μόλις λάβει γνώση, διαβιβάζει στην αποδέκτρια αρχή όλες τις
χρήσιμες πληροφορίες που αφορούν την υπόθεση, η οποία αποτέλεσε την αιτία της
αίτησης είσπραξης.
Άρθρο 28
Προϋποθέσεις της αίτησης είσπραξης
1. Η
αιτούσα αρχή δεν δύναται να υποβάλει αίτηση είσπραξης, εάν και εφόσον η
απαίτηση και/ή ο τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεσή της αμφισβητείται στο κράτος
της αιτούσας αρχής, με εξαίρεση τις περιπτώσεις στις οποίες ισχύει το άρθρο 31
παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο.
2. Πριν
από την υποβολή αίτησης είσπραξης από την αιτούσα αρχή, πρέπει να εφαρμόζονται
οι δέουσες διαδικασίες είσπραξης οι οποίες ισχύουν στο κράτος της αιτούσας
αρχής, εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α)
|
αν είναι πρόδηλο ότι δεν υπάρχουν περιουσιακά
στοιχεία προς είσπραξη στο εν λόγω κράτος ή ότι οι εν λόγω διαδικασίες δεν θα
καταλήξουν σε πλήρη εξόφληση της απαίτησης, και η αιτούσα αρχή έχει
συγκεκριμένες πληροφορίες που καταδεικνύουν ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο
διαθέτει περιουσιακά στοιχεία στο κράτος της αποδέκτριας αρχής,
|
β)
|
αν η προσφυγή στις διαδικασίες αυτές στο κράτος της
αιτούσας αρχής θα δημιουργούσε δυσανάλογες δυσχέρειες.
|
Άρθρο 29
Τίτλος ο οποίος επιτρέπει την εκτέλεση στο κράτος της
αποδέκτριας αρχής και άλλα συνοδευτικά έγγραφα
1. Κάθε
αίτηση είσπραξης συνοδεύεται από ενιαίο τίτλο που επιτρέπει την εκτέλεση στο
κράτος της αποδέκτριας αρχής.
Ο
εν λόγω ενιαίος τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεση απηχεί το κύριο περιεχόμενο
του αρχικού τίτλου που επιτρέπει την εκτέλεση στο κράτος της αιτούσας αρχής και
αποτελεί τη μοναδική βάση των μέτρων είσπραξης και των ασφαλιστικών μέτρων στο
κράτος της αποδέκτριας αρχής. Δεν απαιτείται καμία πράξη αναγνώρισης,
συμπλήρωσης ή αντικατάστασης στο εν λόγω κράτος μέλος.
Ο
ενιαίος τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεση περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες
πληροφορίες:
α)
|
πληροφορίες σχετικά με τον προσδιορισμό του αρχικού
τίτλου που επιτρέπει την εκτέλεση, περιγραφή της απαίτησης, που περιλαμβάνει
τη φύση της, το χρονικό διάστημα που καλύπτεται από την απαίτηση, τυχόν
σημαντικές ημερομηνίες της διαδικασίας εκτέλεσης, καθώς και το ποσό της
απαίτησης και τις διάφορες συνιστώσες του, όπως το κεφάλαιο και οι
δεδουλευμένοι τόκοι κ.λπ.,
|
β)
|
όνομα και άλλα στοιχεία σχετικά με τον προσδιορισμό
της ταυτότητας του οφειλέτη,
|
γ)
|
όνομα, διεύθυνση και άλλες λεπτομέρειες επαφής όσον
αφορά:
|
2. Η
αίτηση είσπραξης μιας απαίτησης μπορεί να συνοδεύεται από άλλα έγγραφα που
σχετίζονται με την απαίτηση, τα οποία έχουν εκδοθεί από το κράτος της αιτούσας
αρχής.
Άρθρο 30
Εκτέλεση της αίτησης είσπραξης
1. Για
τον σκοπό της είσπραξης στο κράτος της αποδέκτριας αρχής, κάθε απαίτηση που
αποτελεί αντικείμενο αίτησης είσπραξης αντιμετωπίζεται ως απαίτηση του εν λόγω
κράτους, εκτός αν η παρούσα συμφωνία ορίζει άλλως. Η αποδέκτρια αρχή ασκεί τις
προβλεπόμενες από τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις
εξουσίες και διαδικασίες που ισχύουν στο εν λόγω κράτος για τις ίδιες
απαιτήσεις, πλην των περιπτώσεων για τις οποίες προβλέπεται άλλως στην παρούσα
συμφωνία.
Το
κράτος της αποδέκτριας αρχής δεν υποχρεούται να χορηγεί σε απαιτήσεις των
οποίων ζητείται η είσπραξη τις προτιμήσεις που χορηγεί σε παρόμοιες απαιτήσεις
στο κράτος της αποδέκτριας αρχής, εκτός εάν έχει συμφωνηθεί διαφορετική ρύθμιση
ή προβλέπεται στο δίκαιο του εν λόγω κράτους. Εάν ένα κράτος, σε εκτέλεση της
παρούσας συμφωνίας, χορηγήσει προτιμήσεις σε απαιτήσεις άλλου κράτους δεν
μπορεί να αρνηθεί τη χορήγηση των ίδιων προτιμήσεων στις ίδιες ή σε παρόμοιες
απαιτήσεις άλλων κρατών μελών της Ένωσης υπό τις ίδιες προϋποθέσεις.
Το
κράτος της αποδέκτριας αρχής εισπράττει την απαίτηση στο δικό του νόμισμα.
2. Η
αποδέκτρια αρχή πληροφορεί την αιτούσα αρχή με τη δέουσα επιμέλεια για τη
συνέχεια που δόθηκε στην αίτηση είσπραξης.
3. Από
την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης είσπραξης, η αποδέκτρια αρχή επιβάλλει
τόκους υπερημερίας σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές
διατάξεις που εφαρμόζονται για τις ίδιες απαιτήσεις της.
4. Η
αποδέκτρια αρχή δύναται, εφόσον το επιτρέπουν οι εφαρμοστέες νομοθετικές,
κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, να παρέχει στον οφειλέτη προθεσμία
πληρωμής ή να επιτρέπει πληρωμή με δόσεις και μπορεί να επιβάλλει ανάλογα τόκο.
Ενημερώνει την αιτούσα αρχή σχετικά με οιαδήποτε τέτοια απόφαση.
5. Με
την επιφύλαξη του άρθρου 37 παράγραφος 1, η αποδέκτρια αρχή διαβιβάζει στην
αιτούσα αρχή τα ποσά που εισέπραξε σε σχέση με την απαίτηση και τους τόκους που
αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 31
Διαφορές
1. Οι
διαφορές σχετικά με την απαίτηση, τον αρχικό τίτλο, ο οποίος επιτρέπει την
εκτέλεση στο κράτος της αιτούσας αρχής, ή τον ενιαίο τίτλο, ο οποίος επιτρέπει
την εκτέλεση στο κράτος της αποδέκτριας αρχής και διαφορές σχετικά με το κύρος
της κοινοποίησης που έγινε από μία αιτούσα αρχή εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των
αρμόδιων οργάνων του κράτους της αιτούσας αρχής. Εάν ένα ενδιαφερόμενο μέρος
αμφισβητήσει στην πορεία της διαδικασίας είσπραξης την απαίτηση, τον αρχικό
τίτλο που επιτρέπει την εκτέλεση στο κράτος της αιτούσας αρχής ή τον ενιαίο
τίτλο, ο οποίος επιτρέπει την εκτέλεση στο κράτος της αποδέκτριας αρχής, η
αποδέκτρια αρχή πληροφορεί το μέρος αυτό ότι πρέπει να φέρει την εν λόγω αγωγή
ενώπιον του αρμόδιου οργάνου του κράτους της αιτούσας αρχής, σύμφωνα με το
δίκαιο που ισχύει σε αυτό.
2. Διαφορές
σχετικά με τα μέτρα εκτέλεσης τα οποία ελήφθησαν στο κράτος της αποδέκτριας
αρχής ή σχετικά με την εγκυρότητα της κοινοποίησης που έγινε από αρχή τού
κράτους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση φέρονται ενώπιον του αρμόδιου οργάνου
του εν λόγω κράτους σύμφωνα με τις δικές του νομοθετικές και κανονιστικές
διατάξεις.
3. Όταν
ασκηθεί αγωγή όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, η αιτούσα αρχή πληροφορεί την
αποδέκτρια αρχή σχετικά και αναφέρει τον βαθμό στον οποίο δεν αμφισβητείται η
απαίτηση.
4. Μόλις
η αποδέκτρια αρχή λάβει τις πληροφορίες, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο
3, είτε από την αιτούσα αρχή είτε από το ενδιαφερόμενο μέρος, αναστέλλει τη
διαδικασία της εκτέλεσης όσον αφορά το αμφισβητούμενο μέρος της απαίτησης, ενώ
εκκρεμεί η απόφαση του αρμόδιου στο θέμα αυτό οργάνου, εκτός εάν η αιτούσα αρχή
υποβάλει διαφορετική αίτηση σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.
Κατ'
αίτηση της αιτούσας αρχής, ή αν άλλως κριθεί αναγκαίο από την αποδέκτρια αρχή, και
με την επιφύλαξη του άρθρου 33, η αποδέκτρια αρχή δύναται να λαμβάνει
ασφαλιστικά μέτρα προκειμένου να εγγυηθεί την είσπραξη, εφόσον οι εφαρμοστέες
νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις το επιτρέπουν.
Η
αιτούσα αρχή δύναται, σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις και
τις διοικητικές πρακτικές που ισχύουν στο δικό της κράτος, να ζητεί από την
αποδέκτρια αρχή να εισπράξει αμφισβητούμενη απαίτηση ή το αμφισβητούμενο μέρος
της απαίτησης, εφόσον οι νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις και οι διοικητικές
πρακτικές που ισχύουν στο κράτος της αποδέκτριας αρχής το επιτρέπουν. Κάθε
τέτοια απαίτηση πρέπει να αιτιολογείται. Εάν η έκβαση της αμφισβήτησης αποβεί
ευνοϊκή για τον οφειλέτη, η αιτούσα αρχή υποχρεούται να επιστρέψει κάθε
εισπραχθέν ποσό, προσαυξημένο κατά την τυχόν οφειλόμενη αποζημίωση, σύμφωνα με
το ισχύον δίκαιο του κράτους της αποδέκτριας αρχής.
Εάν
έχει κινηθεί διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας μεταξύ των κρατών της αιτούσας και
της αποδέκτριας αρχής, και η έκβαση της διαδικασίας ενδέχεται να επηρεάσει την
απαίτηση για την οποία ζητήθηκε συνδρομή, τα μέτρα είσπραξης αναστέλλονται ή
διακόπτονται έως ότου λήξει η διαδικασία αυτή, εκτός εάν η διαδικασία αφορά
υπόθεση με κατεπείγοντα χαρακτήρα, λόγω απάτης ή αφερεγγυότητας. Σε περίπτωση
αναστολής ή διακοπής των μέτρων είσπραξης, εφαρμόζεται το δεύτερο εδάφιο.
Άρθρο 32
Τροποποίηση ή απόσυρση της αίτησης συνδρομής για
είσπραξη
1. Η
αιτούσα αρχή πληροφορεί αμέσως την αποδέκτρια αρχή για κάθε μεταγενέστερη
τροποποίηση της αίτησης είσπραξης που έχει υποβάλει ή για την απόσυρση της
αίτησής της, αναφέροντας τους λόγους της τροποποίησης ή της απόσυρσης.
2. Εάν
η τροποποίηση της αίτησης οφείλεται σε απόφαση του αρμόδιου οργάνου που
αναφέρεται στο άρθρο 31 παράγραφος 1, η αιτούσα αρχή κοινοποιεί την απόφαση
αυτή από κοινού με αναθεωρημένο ενιαίο τίτλο, ο οποίος επιτρέπει την εκτέλεση
στο κράτος της αποδέκτριας αρχής. Η αποδέκτρια αρχή προβαίνει στη συνέχεια σε
λήψη περαιτέρω μέτρων είσπραξης βάσει του αναθεωρημένου τίτλου.
Η
εφαρμογή μέτρων είσπραξης ή ασφαλιστικών μέτρων που έχουν ληφθεί ήδη βάσει του
αρχικού ενιαίου τίτλου που επιτρέπει την εκτέλεση στο κράτος της αποδέκτριας
αρχής μπορεί να συνεχισθεί βάσει του αναθεωρημένου τίτλου, εκτός εάν η
τροποποίηση της αίτησης οφείλεται στην ακυρότητα του αρχικού τίτλου που
επέτρεπε την εκτέλεση στο κράτος της αιτούσας αρχής ή του αρχικού ενιαίου
τίτλου που επέτρεπε την εκτέλεση στο κράτος της αποδέκτριας αρχής.
Όσον
αφορά τον αναθεωρημένο τίτλο, ισχύουν τα άρθρα 29 και 31.
Άρθρο 33
Αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων
1. Κατ'
αίτηση της αιτούσας αρχής, η αποδέκτρια αρχή λαμβάνει ασφαλιστικά μέτρα, εφόσον
αυτό προβλέπεται από το εθνικό της δίκαιο και σύμφωνα με τις διοικητικές της
πρακτικές, για να διασφαλίσει την είσπραξη όταν μια απαίτηση ή ο τίτλος που
επιτρέπει την εκτέλεση στο κράτος της αιτούσας αρχής αμφισβητείται κατά τον
χρόνο υποβολής της αίτησης, ή εάν η απαίτηση δεν αποτελεί ακόμη αντικείμενο
τίτλου που επιτρέπει την εκτέλεση στο κράτος της αιτούσας αρχής, εφόσον τα
ασφαλιστικά μέτρα είναι επίσης δυνατά, σε παρεμφερείς καταστάσεις, σύμφωνα με
το εθνικό δίκαιο και τις διοικητικές πρακτικές του κράτους της αιτούσας αρχής.
Το
έγγραφο το οποίο έχει συνταχθεί για να επιτρέπει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων
στο κράτος της αιτούσας αρχής και αφορά την απαίτηση για την είσπραξη της
οποίας ζητείται αμοιβαία συνδρομή, επισυνάπτεται, εφόσον υπάρχει, στην αίτηση
ασφαλιστικών μέτρων στο κράτος της αποδέκτριας αρχής. Το έγγραφο αυτό δεν
υπόκειται σε καμία πράξη αναγνώρισης, συμπλήρωσης ή αντικατάστασης στο κράτος
της αποδέκτριας αρχής.
2. Η
αίτηση για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων μπορεί να συνοδεύεται από άλλα έγγραφα
σχετικά με την απαίτηση.
Άρθρο 34
Κανόνες της αίτησης λήψης ασφαλιστικών μέτρων
Για
την ενεργοποίηση του άρθρου 33, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, το
άρθρο 27 παράγραφος 2, το άρθρο 30 παράγραφοι 1 και 2 και τα άρθρα 31 και 32.
Άρθρο 35
Όρια των υποχρεώσεων της αποδέκτριας αρχής
1. Η
αποδέκτρια αρχή δεν υποχρεούται να παρέχει την προβλεπόμενη από τα άρθρα 27 έως
33 συνδρομή, εάν η είσπραξη της απαίτησης, λόγω της κατάστασης του οφειλέτη,
μπορεί να δημιουργήσει σοβαρές οικονομικές ή κοινωνικές δυσχέρειες στο κράτος
της αποδέκτριας αρχής, εφόσον οι ισχύουσες νομοθετικές και κανονιστικές
διατάξεις και οι διοικητικές πρακτικές αυτού του κράτους επιτρέπουν την
εξαίρεση αυτή για εθνικές απαιτήσεις.
2. Η
αποδέκτρια αρχή δεν υποχρεούται να παρέχει την προβλεπόμενη από τα άρθρα 22 και
24 έως 33 συνδρομή, εάν η υποβαλλόμενη βάσει των άρθρων 22, 24, 25, 27 ή 33
αρχική αίτηση συνδρομής αφορά απαιτήσεις παλαιότερες των πέντε ετών, που
χρονολογούνται από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη ληξιπρόθεσμη η
απαίτηση στο κράτος της αιτούσας αρχής έως την ημερομηνία κατά την οποία
υπεβλήθη η αρχική αίτηση συνδρομής.
Ωστόσο,
όταν προσβάλλεται η απαίτηση ή ο αρχικός τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεση στο
κράτος της αιτούσας αρχής, η πενταετής προθεσμία νοείται ότι αρχίζει να
προσμετράται από τη στιγμή κατά την οποία το κράτος της αιτούσας αρχής
αποφαίνεται ότι η απαίτηση ή ο τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεση δεν μπορεί πλέον
να αμφισβητηθεί.
Επιπλέον,
σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το κράτος της αιτούσας αρχής έχει αναβάλει την
πληρωμή ή έχει καταρτίσει πρόγραμμα πληρωμών σε δόσεις, η πενταετής προθεσμία
νοείται ότι αρχίζει από τη στιγμή που εκπνέει η συνολική προθεσμία πληρωμής.
Ωστόσο,
στις περιπτώσεις αυτές, η αποδέκτρια αρχή δεν υποχρεούται να παρέχει τη
συνδρομή ως προς απαιτήσεις που είναι παλαιότερες των δέκα ετών,
χρονολογούμενες από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη ληξιπρόθεσμη η
απαίτηση στο κράτος της αιτούσας αρχής.
3. Ένα
κράτος δεν υποχρεούται να παρέχει συνδρομή εάν το συνολικό ποσό των απαιτήσεων
που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία, για το οποίο ζητείται συνδρομή, είναι
μικρότερο των 1 500 EUR.
4. Η
αποδέκτρια αρχή ενημερώνει την αιτούσα αρχή για τους λόγους απόρριψης της
αίτησης συνδρομής.
Άρθρο 36
Θέματα σχετικά με την παραγραφή
1. Θέματα
που αφορούν την παραγραφή διέπονται αποκλειστικά από το δίκαιο που ισχύει στο
κράτος της αιτούσας αρχής.
2. Όσον
αφορά την αναστολή, διακοπή ή παράταση της προθεσμίας παραγραφής, οι πράξεις
είσπραξης απαιτήσεων που πραγματοποιούνται από την αποδέκτρια αρχή ή για
λογαριασμό της σύμφωνα με την αίτηση συνδρομής και έχουν ως αποτέλεσμα την
αναστολή, διακοπή ή παράταση της προθεσμίας παραγραφής κατά το δίκαιο που
ισχύει στο κράτος της αποδέκτριας αρχής έχουν το ίδιο αποτέλεσμα στο κράτος της
αιτούσας αρχής, υπό την προϋπόθεση ότι προβλέπεται η αντίστοιχη διάταξη δυνάμει
του δικαίου σε αυτό το κράτος.
Εάν
το δίκαιο που ισχύει στο κράτος της αποδέκτριας αρχής δεν προβλέπει τη
δυνατότητα αναστολής, διακοπής ή παράτασης της προθεσμίας παραγραφής, οι
πράξεις είσπραξης απαιτήσεων που πραγματοποιούνται από την αποδέκτρια αρχή ή
για λογαριασμό της σύμφωνα με την αίτηση συνδρομής και οι οποίες, εάν είχαν
πραγματοποιηθεί από την αιτούσα αρχή ή για λογαριασμό της στο κράτος της, θα
είχαν ως αποτέλεσμα την αναστολή, διακοπή ή παράταση της προθεσμίας παραγραφής
κατά το δίκαιο του εν λόγω κράτους, θεωρούνται, όσον αφορά αυτό το αποτέλεσμα,
ότι έχουν πραγματοποιηθεί σε αυτό το τελευταίο κράτος.
Το
πρώτο και το δεύτερο εδάφιο δεν επηρεάζουν το δικαίωμα του κράτους της αιτούσας
αρχής να λαμβάνει μέτρα που συνεπάγονται την αναστολή, διακοπή ή παράταση της
προθεσμίας παραγραφής σύμφωνα με το δίκαιο που ισχύει στο εν λόγω κράτος.
3. Η
αιτούσα αρχή και η αποδέκτρια αρχή ενημερώνονται εκατέρωθεν ως προς
οποιεσδήποτε ενέργειες με τις οποίες διακόπτεται, αναστέλλεται ή παρατείνεται η
προθεσμία παραγραφής της απαίτησης για την οποία έχει ζητηθεί η είσπραξη ή η
λήψη ασφαλιστικών μέτρων ή ως προς ενέργειες οι οποίες ενδέχεται να έχουν αυτό
το αποτέλεσμα.
Άρθρο 37
Έξοδα
1. Πέραν
των ποσών που προβλέπονται στο άρθρο 30 παράγραφος 5, η αποδέκτρια αρχή
επιδιώκει να εισπράξει από τον οφειλέτη και να παρακρατήσει τα συνδεόμενα με
την είσπραξη έξοδα με τα οποία επιβαρύνθηκε, σύμφωνα με τις νομοθετικές και
κανονιστικές διατάξεις στο δικό της κράτος.
2. Τα
κράτη παραιτούνται αμοιβαίως από τυχόν απαίτηση για απόδοση των εξόδων που
προέκυψαν από την αμοιβαία συνδρομή την οποία παρέχουν το ένα στο άλλο κατ'
εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.
Εντούτοις,
όταν η είσπραξη παρουσιάζει ιδιαίτερη δυσκολία, χαρακτηρίζεται από πολύ μεγάλο
ποσό εξόδων ή συνδέεται με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, η
αιτούσα και η αποδέκτρια αρχή μπορούν να συμφωνούν ειδικούς για την εκάστοτε
περίπτωση διακανονισμούς απόδοσης εξόδων.
3. Κατά
παρέκκλιση από την παράγραφο 2, το κράτος της αιτούσας αρχής είναι υπεύθυνο
έναντι του κράτους της αποδέκτριας αρχής για όλα τα έξοδα και τις ζημίες που,
ενδεχομένως, υπέστη κατόπιν αγωγών που κρίθηκαν αβάσιμες, είτε ως προς την
ουσία της απαίτησης είτε ως προς το κύρος του τίτλου που εκδόθηκε από την
αιτούσα αρχή και επιτρέπει την εκτέλεση και/ή τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Γενικοί κανόνες για όλα τα είδη
αιτήσεων συνδρομής
Άρθρο 38
Χρήση γλωσσών
1. Όλες
οι αιτήσεις συνδρομής, τα τυποποιημένα έντυπα κοινοποίησης και οι ενιαίοι
τίτλοι που επιτρέπουν την εκτέλεση στο κράτος της αποδέκτριας αρχής
αποστέλλονται στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες τού κράτους
της αποδέκτριας αρχής ή συνοδεύονται από μετάφραση στη γλώσσα αυτή. Το γεγονός
ότι ορισμένα τμήματα των εγγράφων αυτών έχουν συνταχθεί σε γλώσσα διαφορετική
από την επίσημη γλώσσα ή μία από τις επίσημες γλώσσες του εν λόγω κράτους, δεν
επηρεάζει το κύρος τους ή το κύρος της διαδικασίας, εφόσον η διαφορετική αυτή
γλώσσα έχει συμφωνηθεί μεταξύ των οικείων κρατών.
2. Τα
έγγραφα για τα οποία ζητείται κοινοποίηση δυνάμει του άρθρου 25 μπορούν να
διαβιβάζονται στην αποδέκτρια αρχή σε μια επίσημη γλώσσα του κράτους της
αιτούσας αρχής.
3. Όταν
η αίτηση συνοδεύεται από έγγραφα πέραν των αναφερόμενων στις παραγράφους 1 και
2, η αποδέκτρια αρχή δύναται, κατά περίπτωση, να απαιτήσει από την αιτούσα αρχή
τη μετάφραση των εν λόγω εγγράφων στην επίσημη γλώσσα, ή σε μία επίσημη γλώσσα
τού κράτους της αποδέκτριας αρχής, ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα αποφασίσουν
διμερώς τα οικεία κράτη.
Άρθρο 39
Στατιστικά στοιχεία
Έως
τις 30 Ιουνίου κάθε έτους, τα μέρη κοινοποιούν με ηλεκτρονικά μέσα στη Μεικτή
Επιτροπή κατάλογο στατιστικών στοιχείων σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος
τίτλου.
Άρθρο 40
Τυποποιημένα έντυπα και μέσα κοινοποίησης
1. Οι
αιτήσεις για παροχή πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 22 παράγραφος 1, οι αιτήσεις
κοινοποίησης δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 1, οι αιτήσεις είσπραξης δυνάμει
του άρθρου 27 παράγραφος 1 ή οι αιτήσεις για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων
δυνάμει του άρθρου 33 παράγραφος 1, καθώς και η κοινοποίηση στατιστικών
στοιχείων δυνάμει του άρθρου 39, διαβιβάζονται με ηλεκτρονικά μέσα και με χρήση
τυποποιημένου εντύπου, εκτός αν αυτό δεν μπορεί να γίνει για τεχνικούς λόγους.
Εφόσον είναι δυνατόν, τα έντυπα αυτά χρησιμοποιούνται για κάθε μεταγενέστερη
επικοινωνία σχετικά με την αίτηση.
Ο
ενιαίος τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεση στο κράτος της αποδέκτριας αρχής, το
έγγραφο που επιτρέπει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων στο κράτος της αιτούσας αρχής
και τα υπόλοιπα έγγραφα τα οποία αναφέρονται στα άρθρα 29 και 33, διαβιβάζονται
επίσης με ηλεκτρονικά μέσα, εκτός αν αυτό δεν μπορεί να γίνει για τεχνικούς
λόγους.
Τα
τυποποιημένα έντυπα είναι δυνατόν να συνοδεύονται, κατά περίπτωση, από
εκθέσεις, δηλώσεις και λοιπά έγγραφα ή πιστοποιημένα αντίγραφα ή αποσπάσματά
τους, τα οποία διαβιβάζονται επίσης με ηλεκτρονικά μέσα, εκτός αν αυτό δεν
μπορεί να γίνει για τεχνικούς λόγους.
Τα
τυποποιημένα έντυπα και η επικοινωνία με ηλεκτρονικά μέσα δύνανται επίσης να
χρησιμοποιούνται για την ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 23.
2. Η
παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται για πληροφορίες και έγγραφα που συγκεντρώνονται
κατά την παρουσία υπαλλήλων σε γραφεία διοικητικών υπηρεσιών άλλου κράτους ή
κατά τη συμμετοχή σε διοικητικές έρευνες που διεξάγονται σε άλλο κράτος,
σύμφωνα με το άρθρο 24.
3. Εάν
η επικοινωνία δεν πραγματοποιείται με ηλεκτρονικά μέσα ή με τη χρήση
τυποποιημένων εντύπων, το γεγονός αυτό δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των
πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν ή των μέτρων που ελήφθησαν κατά την εκτέλεση
αίτησης συνδρομής.
4. Το
ηλεκτρονικό δίκτυο επικοινωνιών και τα τυποποιημένα έντυπα που εκδίδονται για
την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας είναι δυνατόν επίσης να χρησιμοποιούνται
για συνδρομή για την είσπραξη όσον αφορά άλλες απαιτήσεις εκτός των
αναφερόμενων στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) απαιτήσεων, αν αυτή η
συνδρομή για την είσπραξη είναι δυνατή βάσει άλλων διμερών ή πολυμερών νομικά
δεσμευτικών πράξεων σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών.
5. Εφόσον
και στον βαθμό που δεν εκδίδονται λεπτομερείς κανόνες από τη μεικτή επιτροπή
για την εφαρμογή του παρόντος τίτλου, οι αρμόδιες αρχές χρησιμοποιούν τους κανόνες,
συμπεριλαμβανομένων των τυποποιημένων εντύπων, που έχουν ήδη εκδοθεί για την
εφαρμογή της οδηγίας 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου (5), σύμφωνα με τους οποίους ο όρος «κράτος μέλος»
εννοείται ότι περιλαμβάνει και τη Νορβηγία.
Κατά
παρέκκλιση από το προηγούμενο εδάφιο, το κράτος της αποδέκτριας αρχής
χρησιμοποιεί το ευρώ (EUR) για τη μεταφορά των εισπραχθέντων ποσών στο κράτος
της αιτούσας αρχής, εκτός αν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά μεταξύ των
ενδιαφερόμενων κρατών. Κράτη όπου το επίσημο νόμισμα δεν είναι το ευρώ
συμφωνούν με τη Νορβηγία για το νόμισμα στο οποίο θα γίνονται οι μεταφορές των
εισπραχθέντων ποσών και ενημερώνουν σχετικά τη Μεικτή Επιτροπή.
ΤΙΤΛΟΣ IV
ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Άρθρο 41
Μεικτή Επιτροπή
1. Τα
μέρη συστήνουν Μεικτή Επιτροπή, αποτελούμενη από αντιπροσώπους των μερών. Η
Μεικτή Επιτροπή διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία και εφαρμογή της παρούσας
συμφωνίας.
2. Η
Μεικτή Επιτροπή διατυπώνει συστάσεις για την προώθηση των σκοπών της παρούσας
συμφωνίας και εκδίδει αποφάσεις:
α)
|
για τον καθορισμό της συχνότητας, των πρακτικών
ρυθμίσεων και των συγκεκριμένων κατηγοριών πληροφοριών που υπόκεινται σε
αυτόματη ανταλλαγή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11·
|
β)
|
για την επανεξέταση των αποτελεσμάτων της αυτόματης
ανταλλαγής πληροφοριών για κάθε κατηγορία που καθορίζεται δυνάμει του
στοιχείου α), προκειμένου να διασφαλίζεται ότι ο συγκεκριμένος τύπος
ανταλλαγής πραγματοποιείται μόνον όταν είναι το αποδοτικότερο μέσο ανταλλαγής
πληροφοριών·
|
γ)
|
για τον καθορισμό νέων κατηγοριών πληροφοριών προς
ανταλλαγή δυνάμει του άρθρου 11, εφόσον η αυτόματη ανταλλαγή είναι το
αποδοτικότερο μέσο συνεργασίας·
|
δ)
|
για την έγκριση του τυποποιημένου εντύπου για την
κοινοποίηση πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 21 παράγραφος 1 και του άρθρου 40
παράγραφος 1·
|
ε)
|
για τον καθορισμό των στοιχείων που διαβιβάζονται
μέσω του δικτύου CCN/CSI ή άλλων μέσων·
|
στ)
|
για το ύψος και τον τρόπο χρηματοδοτικής συνεισφοράς
της Νορβηγίας στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης όσον αφορά το κόστος που
προκύπτει από τησυμμετοχή της στα ευρωπαϊκά συστήματα πληροφοριών,
λαμβανομένων υπόψη των αναφερόμενων στα στοιχεία δ) και ε) αποφάσεων·
|
ζ)
|
για τη θέσπιση εφαρμοστικών κανόνων όσον αφορά τις
πρακτικές ρυθμίσεις σχετικά με την οργάνωση των επαφών μεταξύ των κεντρικών
γραφείων διασύνδεσης και των υπηρεσιών διασύνδεσης, που αναφέρονται στο άρθρο
4 παράγραφος 2 στοιχείο β) και στο άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο β)·
|
η)
|
για τον καθορισμό των πρακτικών ρυθμίσεων μεταξύ των
κεντρικών γραφείων διασύνδεσης για την εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 5·
|
θ)
|
για τη θέσπιση εφαρμοστικών κανόνων όσον αφορά τη
μετατροπή των προς είσπραξη ποσών και τη μεταφορά των ποσών που εισπράχθηκαν·
|
ι)
|
για την έγκριση της διαδικασίας σύναψης της
συμφωνίας για το επίπεδο των υπηρεσιών που αναφέρεται στο άρθρο 5·
|
ια)
|
για την τροποποίηση των παραπομπών σε νομικές
πράξεις της Ένωσης και της Νορβηγίας που περιλαμβάνονται στην παρούσα
συμφωνία.
|
3. Η
Μεικτή Επιτροπή ενεργεί με ομοφωνία. Οι αποφάσεις της Μεικτής Επιτροπής είναι
δεσμευτικές για τα μέρη. Η Μεικτή Επιτροπή θεσπίζει η ίδια τον εσωτερικό
κανονισμό της.
4. Η
Μεικτή Επιτροπή συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά ανά διετία. Κάθε συμβαλλόμενο
μέρος μπορεί να ζητήσει τη σύγκληση συνεδρίασης. Την προεδρία της Μεικτής
Επιτροπής ασκεί εκ περιτροπής καθένα από τα μέρη. Η ημερομηνία και ο τόπος,
καθώς και η ημερήσια διάταξη κάθε συνεδρίασης καθορίζονται με συμφωνία μεταξύ
των μερών.
5. Εάν
ένα μέρος επιθυμεί να αναθεωρήσει την παρούσα συμφωνία, υποβάλλει πρόταση στη
Μεικτή Επιτροπή, η οποία διατυπώνει συστάσεις, ιδίως για την έναρξη των
διαπραγματεύσεων σύμφωνα με τους κανόνες για διεθνείς διαπραγματεύσεις των
μερών.
Άρθρο 42
Επίλυση διαφορών
Κάθε
διαφορά μεταξύ των μερών σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας
συμφωνίας επιλύεται με διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της Μεικτής Επιτροπής. Τα μέλη
υποβάλλουν στη Μεικτή Επιτροπή τις σχετικές πληροφορίες που απαιτούνται για την
ενδελεχή εξέταση του θέματος, με σκοπό την επίλυση της διαφοράς.
ΤΙΤΛΟΣ V
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 43
Εδαφικό πεδίο εφαρμογής
Η
παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στο έδαφος της Νορβηγίας, όπως ορίζεται στο άρθρο
1-2 του νορβηγικού νόμου αριθ. 58, της 19ης Ιουνίου 2009, για τον φόρο
προστιθέμενης αξίας, και στα εδάφη στα οποία εφαρμόζονται η Συνθήκη για την
Ευρωπαϊκή Ένωση και η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπό
τους όρους που προβλέπονται στις εν λόγω Συνθήκες, με εξαίρεση οποιουδήποτε
εδάφους αναφέρεται στο άρθρο 6 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.
Άρθρο 44
Έναρξη ισχύος, διάρκεια και καταγγελία
1. Η
παρούσα συμφωνία εγκρίνεται από τα μέρη σύμφωνα με τις εσωτερικές νομικές
διαδικασίες τους.
2. Η
παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που έπεται
της ημερομηνίας κατά την οποία τα μέρη έχουν γνωστοποιήσει αμοιβαίως την
ολοκλήρωση των εσωτερικών νομικών διαδικασιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
3. Η
παρούσα συμφωνία είναι αορίστου χρόνου. Οποιοδήποτε από τα μέρη δύναται να
κοινοποιεί γραπτώς στο άλλο μέρος την πρόθεσή του να καταγγείλει την παρούσα
συμφωνία. Η καταγγελία παράγει αποτελέσματα έξι μήνες μετά την ημερομηνία της
κοινοποίησης.
4. Οι
κοινοποιήσεις που γίνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο αποστέλλονται, στην
περίπτωση της Ένωσης, στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου της Ένωσης και, στην
περίπτωση της Νορβηγίας, στο υπουργείο Εξωτερικών.
Άρθρο 45
Παράρτημα
Το
παράρτημα της παρούσας συμφωνίας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της.
Άρθρο 46
Σχέσεις με διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή ρυθμίσεις
μεταξύ των κρατών
Οι
διατάξεις της παρούσας συμφωνίας υπερισχύουν έναντι των διατάξεων οποιασδήποτε
διμερούς ή πολυμερούς νομικά δεσμευτικής πράξης σχετικά με τη διοικητική
συνεργασία, την καταπολέμηση της απάτης και την είσπραξη απαιτήσεων στον τομέα
του ΦΠΑ, η οποία έχει συναφθεί μεταξύ κράτους μέλους ή κρατών μελών της Ένωσης
και της Νορβηγίας, στον βαθμό που οι διατάξεις της εν λόγω πράξης δεν
συμβιβάζονται προς τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
Άρθρο 47
Αυθεντικό κείμενο
Η
παρούσα συμφωνία συντάσσεται σε δύο αντίτυπα στη νορβηγική, αγγλική,
βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ιρλανδική,
ισπανική, ιταλική, κροατική, λετονική, λιθουανική, μαλτέζικη, ολλανδική,
ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική,
τσεχική και φινλανδική γλώσσα, και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.
Άρθρο 48
Επέκταση της παρούσας συμφωνίας σε νέα κράτη μέλη της
Ένωσης
Στην
περίπτωση που μια χώρα καθίσταται κράτος μέλος της Ένωσης, το κείμενο της
παρούσας συμφωνίας στη γλώσσα του νέου προσχωρούντος κράτους μέλους, που
συντάσσεται από το Συμβούλιο της Ένωσης, επικυρώνεται βάσει ανταλλαγής
επιστολών μεταξύ της Ένωσης και της Νορβηγίας.
Съставено
в София на шести февруари две хиляди и осемнадесета година.
Hecho en Sofía, el seis de
febrero de dos mil dieciocho.
V Sofii dne šestého února dva
tisíce osmnáct.
Udfærdiget i Sofia den sjette
februar to tusind og atten.
Geschehen zu Sofia am sechsten
Februar zweitausendachtzehn.
Kahe tuhande kaheksateistkümnenda
aasta veebruarikuu kuuendal päeval Sofias.
Έγινε
στη Σόφια, στις έξι Φεβρουαρίου δύο χιλιάδες δεκαοκτώ.
Done at Sofia on the sixth day
of February in the year two thousand and eighteen.
Fait à Sofia, le six février
deux mille dix-huit.
Sastavljeno u Sofiji šestog
veljače godine dvije tisuće osamnaeste.
Fatto a Sofia, addì sei
febbraio duemiladiciotto.
Sofijā, divi tūkstoši
astoņpadsmitā gada sestajā februārī.
Priimta du tūkstančiai
aštuonioliktų metų vasario šeštą dieną Sofijoje.
Kelt Szófiában, a
kétezer-tizennyolcadik év február havának hatodik napján.
Magħmul f'Sofija fis-sitt jum
ta’ Frar fis-sena elfejn u tmintax.
Gedaan te Sofia, zes februari
tweeduizend achttien.
Sporządzono w Sofii dnia
szóstego lutego dwa tysiące osiemnastego roku.
Feito em Sófia, em seis de
fevereiro de dois mil e dezoito.
Întocmit la Sofia, la șase
februarie două mii optsprezece.
V Sofii šiesteho februára
dvetisícosemnásť.
V Sofiji, dne šestega
februarja leta dva tisoč osemnajst.
Tehty Sofiassa kuudentena
päivänä helmikuuta vuonna kaksituhattakahdeksantoista.
Som skedde i Sofia den sjätte
februari år tjugohundraarton.
Utferdiget i Sofia, den sjette
februar totusenogatten.
За Европейския съюз
Рог la Unión Europea
Za
Evropskou unii
For Den
Europæiske Union
Für die Europäische
Union
Euroopa
Liidu nimel
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση
For the
European Union
Pour
l'Union européenne
Za
Europsku uniju
Per
l'Unione europea
Eiropas
Savienības vārdā –
Europos
Sąjungos vardu
Az
Európai Unió részéről
Għall-Unjoni
Ewropea
Voor de
Europese Unie
W imieniu
Unii Europejskiej
Pela
União Europeia
Pentru
Uniunea Europeană
Za
Európsku úniu
Za
Evropsko unijo
Euroopan
unionin puolesta
För
Europeiska unionen
For Den europeiske union
За Кралство Норвегия
Por el
Reino de Noruega
Za Norské
království
For
Kongeriget Norge
Für das
Königreich Norwegen
Norra
Kuningriigi nimel
Για το Βασίλειο της Νορβηγίας
For the
Kingdom of Norway
Pour le
Royaume de Norvège
Za
Kraljevinu Norvešku
Per il
Regno di Norvegia
Norvēģijas
Karalistes vārdā –
Norvegijos
Karalystės vardu
A Norvég
Királyság részéről
Għar-Renju
tan-Norveġja
Voor het
Koninkrijk Noorwegen
W imieniu
Królestwa Norwegii
Pelo
Reino da Noruega
Pentru
Regatul Norvegiei
Za Nórske
kráľovstvo
Za
Kraljevino Norveško
Norjan
kuningaskunnan puolesta
För
Konungariket Norge
For Kongeriket Norge
(1) Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των
φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και
για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).
(3) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ.
282/2011 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής
της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 77 της 23.3.2011, σ. 1).
(4) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του
Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2010, για τη διοικητική συνεργασία και την
καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 268 της 12.10.2010, σ. 1).
(5) Οδηγία 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου,
της 16ης Μαρτίου 2010, περί αμοιβαίας συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων
σχετικών με φόρους, δασμούς και άλλα μέτρα (ΕΕ L 84 της 31.3.2010, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Κατάλογος
των παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών στις οποίες εφαρμόζεται το άρθρο 7
παράγραφος 4:
1)
|
εισαγωγές ασήμαντης αξίας (άρθρο 23 της οδηγίας
2009/132/ΕΚ του Συμβουλίου (1))·
|
2)
|
υπηρεσίες σχετικές με ακίνητα (άρθρο 47 της οδηγίας
2006/112/ΕΚ)·
|
3)
|
υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, ραδιοφωνικές και
τηλεοπτικές υπηρεσίες και ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες [άρθρο 3 στοιχείο
κ) της παρούσας συμφωνίας].
|
(1) Οδηγία 2009/132/ΕΚ του Συμβουλίου,
της 19ης Οκτωβρίου 2009, για καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 143
στοιχεία β) και γ) της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά την απαλλαγή από τον φόρο
προστιθέμενης αξίας ορισμένων οριστικών εισαγωγών αγαθών (ΕΕ L 292 της 10.11.2009, σ. 5).
Ρωτήστε μας Τελωνειακά θέματα στο:
E-Mail = ggioggaras@Gmail.com
Να σας απαντήσουμε
|
Ιστοσελίδες
www.bookstars.gr
ektelonistivivlia.blogspot
sxoli-ekteloniston.blogspot
gnomesmetaforas.blogspot
logotexnia-ekteloniston.blogspot
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου