Σάββατο 7 Ιουνίου 2014

Οδηγία της ΕΕ για Ποινές στις Ηλεκτρονικές Τελωνειακές Συναλλαγές (Μάθημα 2 και 4), 7 Ιουνίου 2014



Οδηγία της ΕΕ για Ποινές στις Ηλεκτρονικές Τελωνειακές Συναλλαγές (Μάθημα 2 και 4) 7 Ιουνίου 2014

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Βρυξέλλες 13-12-2013 COM(2013) 884 final, 2013/0432 (COD)
Πρόταση Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το ενωσιακό νομικό πλαίσιο για τις τελωνειακές παραβάσεις και τις σχετικές κυρώσεις (SWD(2013)513 final), (SWD(2013)514 final), (SWD(2013)515 final),

Σχόλιο: Ομολογούμε ότι μας διέφυγε αυτή η Οδηγία που θα αντικαταστήσει:
τις Ποινές Ποινές ανακριβούς δήλωσης (Άρθρο 42),
τα δικαιώματα υπερημερίας και αποταμίευσης, το Διοικητικό κόστος υπερημερίας (Άρθρο 41)
και το Μέρος Πέμπτο, Παραβάσιες – Παρατυπίες – Λαθρεμπορία κλπ (Άρθρα 142-177) του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα.
Μας διέφυγε για έξη περίπου μήνες. Θυμόμαστε τις παλιές καλές εποχές, την δεκαετία του ’90 που η επικοινωνία, για τις ποινές, ήταν πολύ συχνή και πρωτοπόρα μέσω της εφημερίδας «Εκτελωνιστικό βήμα».
Μέχρι λοιπόν την 1η Μαίου 2017 «Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία».

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ
1.1.        Γενικό πλαίσιο
Παρά το γεγονός ότι η τελωνειακή νομοθεσία έχει εναρμονισθεί πλήρως, η επιβολή της, η οποία εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις τελωνειακές διατάξεις και τη νόμιμη επιβολή κυρώσεων, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εθνικού δικαίου των κρατών μελών. Κατά συνέπεια, η επιβολή της τελωνειακής νομοθεσίας ακολουθεί 28 διαφορετικές δέσμες νομικών κανόνων και διαφορετικές διοικητικές ή νομικές παραδόσεις. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν κυρώσεις που κρίνουν κατάλληλες, όπως κυρώσεις για παραβάσεις ορισμένων υποχρεώσεων που απορρέουν από την εναρμονισμένη ενωσιακή τελωνειακή νομοθεσία.
Οι κυρώσεις αυτές διαφέρουν ως προς τη φύση και την αυστηρότητα ανάλογα με το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την επιβολή. Συγκεκριμένα, οι κυρώσεις είναι διαφόρων τύπων (π.χ. πρόστιμα, φυλάκιση, κατάσχεση εμπορευμάτων, προσωρινή ή οριστική απαγόρευση άσκησης βιομηχανικής ή εμπορικής δραστηριότητας), ανεξάρτητα από τη φύση τους, αλλά ακόμη και όταν είναι του ίδιου τύπου και της ίδιας φύσης, όπως για παράδειγμα ένα πρόστιμο, διαφέρουν από κράτος μέλος σε κράτος μέλος ως προς το επίπεδο/εύρος.
Μια επισκόπηση της κατάστασης όσον αφορά τα συστήματα που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη για τις τελωνειακές παραβάσεις και τις σχετικές κυρώσεις εκπονήθηκε από ομάδα έργου που συστάθηκε, σε εθελοντική βάση, από την Επιτροπή με 24 κράτη μέλη[1], στο πλαίσιο του προγράμματος «Τελωνεία 2013». Η εν λόγω ομάδα έργου ανέλυσε τα 24 εθνικά καθεστώτα για τις τελωνειακές παραβάσεις και τις συναφείς κυρώσεις και υπέβαλε σχετική έκθεση στην Επιτροπή. Επισημάνθηκαν πολλές σημαντικές διαφορές:
Πίνακας 1 – Διαφορές στα συστήματα επιβολής κυρώσεων των κρατών μελών για τελωνειακές παραβάσεις
Η φύση των εθνικών κυρώσεων για τελωνειακές παραβάσεις
Στα 16 από τα 24 κράτη μέλη προβλέπονται ποινικές και μη ποινικές κυρώσεις.
Στα 8 από τα 24 κράτη μέλη προβλέπονται μόνον ποινικές κυρώσεις.
Κατώτατα οικονομικά όρια για τη διάκριση μεταξύ ποινικών και μη ποινικών παραβάσεων και κυρώσεων
Τα κράτη μέλη των οποίων τα συστήματα προβλέπουν ποινικές και μη ποινικές παραβάσεις και κυρώσεις έχουν διαφορετικά κατώτατα οικονομικά όρια για τη λήψη απόφασης σχετικά με τη φύση της τελωνειακής παράβασης– — κατά πόσον είναι ποινικού ή μη ποινικού χαρακτήρα — και, ως εκ τούτου, με τη φύση της τελωνειακής κύρωσης. Ως εκ τούτου, τα σχετικά κατώτατα οικονομικά όρια διαφέρουν μεταξύ 266 ευρώ και 50 000 ευρώ.
Απαιτήσεις των κρατών μελών για τον καθορισμό της ευθύνης των οικονομικών φορέων για την τελωνειακή παράβαση
Τα 11 από τα 24 κράτη μέλη θεωρούν ότι ένας οικονομικός φορέας είναι υπεύθυνος για ορισμένες τελωνειακές παραβάσεις όταν υφίσταται παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας, ανεξαρτήτως της ύπαρξης πρόθεσης, αμέλειας ή στοιχείων απρόσεκτης ή απερίσκεπτης συμπεριφοράς (παραβάσεις για τις οποίες υπάρχει αντικειμενική ευθύνη).
Τα 13 από τα 24 κράτη μέλη δεν μπορούν να επιβάλουν κυρώσεις σε έναν οικονομικό φορέα για τελωνειακή παράβαση χωρίς την ύπαρξη πρόθεσης, αμέλειας ή στοιχείων απρόσεκτης ή απερίσκεπτης συμπεριφοράς.
Προθεσμίες:
- για την κίνηση της διαδικασίας κυρώσεων για τελωνειακές παραβάσεις
- για την επιβολή των κυρώσεων για τελωνειακές παραβάσεις
- για την εκτέλεση των κυρώσεων για τελωνειακές παραβάσεις
Η μεγάλη πλειονότητα των κρατών μελών προβλέπουν προθεσμίες για την κίνηση της διαδικασίας επιβολής κυρώσεων, για την επιβολή των κυρώσεων στον τελωνειακό τομέα και για την εκτέλεσή τους. Αυτές οι προθεσμίες ποικίλλουν από 1 έως 30 έτη.
Το 1 από τα 24 κράτη μέλη δεν προβλέπει καμία απολύτως προθεσμία – μπορεί να κινήσει τη διαδικασία επιβολής κυρώσεων ή εκτέλεσης των κυρώσεων ανά πάσα στιγμή.
Ευθύνη νομικών προσώπων
Ένας οικονομικός φορέας που είναι νομικό πρόσωπο μπορεί να υπέχει ευθύνη για τελωνειακή παράβαση σε 15 από τα 24 κράτη μέλη.
Σε 9 από τα 24 κράτη μέλη, τα νομικά πρόσωπα δεν μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα για παραβάσεις.
Διευθέτηση
Ως διευθέτηση αναφέρεται κάθε διαδικασία στο πλαίσιο του νομικού ή διοικητικού συστήματος ενός κράτους μέλους η οποία επιτρέπει στις αρχές να συμφωνήσουν με τον παραβάτη για τη διευθέτηση του θέματος της τελωνειακής παράβασης ως εναλλακτική λύση σε σχέση με την κίνηση ή την ολοκλήρωση των διαδικασιών κυρώσεων για τελωνειακές παραβάσεις.
Τα 15 από 24 κράτη μέλη προβλέπουν αυτή τη διαδικασία για τις τελωνειακές παραβάσεις.
(Πηγή: Έκθεση της ομάδας έργου σχετικά με τις κυρώσεις για τελωνειακές παραβάσεις – Παράρτημα 1Β της Αξιολόγησης των επιπτώσεων νομοθετικής πράξης για τη θέσπιση του ενωσιακού νομικού πλαισίου για τις τελωνειακές παραβάσεις και τις σχετικές κυρώσεις)
Οι διαφορές αυτές στις παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας και τις κυρώσεις έχουν επιπτώσεις σε διάφορα επίπεδα:
- από διεθνή άποψη, η ύπαρξη διαφορετικών συστημάτων επιβολής κυρώσεων στα διάφορα κράτη μέλη εγείρει κάποιες ανησυχίες σε ορισμένα κράτη μέλη του ΠΟΕ σχετικά με τη συμμόρφωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις διεθνείς υποχρεώσεις της στον τομέα αυτό·
- στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι διαφορετικοί τρόποι επιβολής της τελωνειακής νομοθεσίας καθιστούν την αποτελεσματική διαχείριση της τελωνειακής ένωσης δυσχερέστερη, δεδομένου ότι η ίδια περίπτωση μη συμμόρφωσης μπορεί να αντιμετωπίζεται με πολύ διαφορετικό τρόπο σε κάθε κράτος μέλος, όπως προκύπτει από τον προηγούμενο πίνακα·
- για τους οικονομικούς φορείς, οι διαφορές στην αντιμετώπιση των παραβάσεων της ενωσιακής τελωνειακής νομοθεσίας έχουν αντίκτυπο όσον αφορά τους ισότιμους όρους ανταγωνισμού που θα έπρεπε να είναι σύμφυτοι με την εσωτερική αγορά, παρέχοντας έτσι ένα πλεονέκτημα σε όσους παραβαίνουν το δίκαιο ενός κράτους μέλους με ήπια νομοθεσία όσον αφορά τις κυρώσεις για τελωνειακές παραβάσεις. Η κατάσταση αυτή έχει επίσης αντίκτυπο στην πρόσβαση σε τελωνειακές απλουστεύσεις και διευκολύνσεις ή στη διαδικασία χορήγησης του καθεστώτος του εγκεκριμένου οικονομικού φορέα (ΕΟΦ), καθώς το κριτήριο σύμφωνα με το οποίο η συμμόρφωση με την τελωνειακή νομοθεσία και η απουσία σοβαρών παραβάσεων αποτελούν προϋπόθεση για την απόκτηση του καθεστώτος του ΕΟΦ ερμηνεύεται με διαφορετικό τρόπο από τις διαφορετικές εθνικές νομοθεσίες.
Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα αυτά, η πρόταση θεσπίζει ένα κοινό νομικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των τελωνειακών παραβάσεων και των σχετικών κυρώσεων, το οποίο γεφυρώνει το χάσμα μεταξύ των διαφορετικών νομικών καθεστώτων, μέσω κοινών κανόνων, και συμβάλλοντας έτσι στην ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων στην ΕΕ, καθώς και στην αποτελεσματική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης και την επιβολή της νομοθεσίας στον τομέα των τελωνείων.
1.2.        Νομικό πλαίσιο
Οι τελωνειακές διατάξεις που αφορούν τις εμπορευματικές συναλλαγές μεταξύ του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης και τρίτων χωρών είναι πλήρως εναρμονισμένες και έχουν συγκεντρωθεί στον κοινοτικό τελωνειακό κώδικα (ΚΤΚ)[2] από το 1992. Μια σημαντική αναθεώρηση του εν λόγω κώδικα επήλθε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας)[3], ο οποίος σήμερα έχει αναδιατυπωθεί και καταργηθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΤΚ)[4], με στόχο την προσαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας στο ηλεκτρονικό περιβάλλον για τα τελωνεία και το εμπόριο, την περαιτέρω προώθηση της εναρμόνισης και της ομοιόμορφης εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας και την παροχή στους οικονομικούς φορείς της Ένωσης των κατάλληλων εργαλείων για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους σε ένα παγκόσμιο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Η εναρμονισμένη αυτή τελωνειακή νομοθεσία πρέπει να ενισχυθεί με τη θέσπιση κοινών κανόνων σχετικά με την επιβολή της. Η ανάγκη να ληφθούν ορισμένα μέτρα προς την κατεύθυνση αυτή έχει ήδη επισημανθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε δύο εκθέσεις[5], μία του 2008 και μία του 2011, οι οποίες καλούν για εναρμόνιση στον τομέα αυτό.
Όλες αυτές οι προσπάθειες υποστηρίζονται με τη γενική υποχρέωση που προβλέπει η Συνθήκη[6] για τα κράτη μέλη να «λαμβάνουν κάθε γενικό ή ειδικό μέτρο κατάλληλο να εξασφαλίσει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις Συνθήκες ή προκύπτουν από πράξεις των θεσμικών οργάνων της Ένωσης». Η υποχρέωση αυτή περιλαμβάνει κυρώσεις, χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ κυρώσεων ποινικού και μη ποινικού χαρακτήρα.
Πιο συγκεκριμένα, ο εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας και ο ενωσιακός τελωνειακός κώδικας περιλαμβάνουν για πρώτη φορά διάταξη[7] σχετικά με την επιβολή διοικητικών κυρώσεων για τελωνειακές παραβάσεις.
2.           ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ
2.1.        Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη
Χρησιμοποιήθηκαν τέσσερα εργαλεία διαβούλευσης, κανένα από τα οποία δεν ήταν δημόσια διαβούλευση (με δεδομένη την ιδιαίτερη και τεχνική φύση των τελωνειακών παραβάσεων και των σχετικών κυρώσεων), και, μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων, με τήρηση του απορρήτου για τις απαντήσεις.
–          Ερωτηματολόγιο το οποίο απευθυνόταν στις τελωνειακές διοικήσεις των κρατών μελών και αφορούσε τα εθνικά τους συστήματα για τις τελωνειακές παραβάσεις και κυρώσεις. Συλλέχθηκαν απαντήσεις από 24 κράτη μέλη όπως προαναφέρθηκε στην παρούσα αιτιολογική έκθεση. Από τη σύγκριση των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν συνάχθηκαν συμπεράσματα για τις σημαντικές διαφορές μεταξύ των συστημάτων των κρατών μελών επιβολής κυρώσεων για τελωνειακές παραβάσεις.
–          Σεμινάριο υψηλού επιπέδου σχετικά με τη συμμόρφωση και τη διαχείριση των κινδύνων όσον αφορά τη συμμόρφωση με τη συμμετοχή των τελωνειακών διοικήσεων από όλα τα κράτη μέλη και τις υποψήφιες χώρες, καθώς και εκπροσώπων των οικονομικών φορέων πραγματοποιήθηκε στην Κοπεγχάγη στις 20 και 21 Μαρτίου 2012. Στο σεμινάριο αναγνωρίστηκε ότι το θέμα των τελωνειακών παραβάσεων και κυρώσεων αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο ενός συστήματος «συμμόρφωσης» και ζήτημα που πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω.
–          Διενεργήθηκε μια πρώτη διαβούλευση των ενδιαφερόμενων με το συμβουλευτικό όργανο της ΓΔ TAXUD για τελωνειακά θέματα (την Ομάδα Εμπορικών Επαφών (TCG)). Η TCG περιλαμβάνει, σε ενωσιακό επίπεδο, εκπροσώπους 45 ευρωπαϊκών εμπορικών ενώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, που συμμετέχουν σε δραστηριότητες σχετιζόμενες με τα τελωνεία. Ως απάντηση στη συγκεκριμένη διαβούλευση, οι ενώσεις που ήταν παρούσες στη συνεδρίαση στην πλειονότητά τους συμφώνησαν συνολικά ότι η πρωτοβουλία της ΓΔ TAXUD είναι σημαντική για τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες.
–          Η δεύτερη διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους διεξήχθη μέσω άλλου ερωτηματολογίου, το οποίο απεστάλη στις ΜΜΕ μέσω του δικτύου Enterprise Europe Network και αφορούσε τις επιπτώσεις των διαφόρων συστημάτων παραβάσεων και κυρώσεων που ισχύουν στα διάφορα κράτη μέλη και αφορούν τον τομέα της τελωνειακής νομοθεσίας στην εμπορική δραστηριότητα των εταιρειών που ασχολούνται με εισαγωγικές/εξαγωγικές δραστηριότητες.
2.2.        Εκτίμηση επιπτώσεων
Η Επιτροπή διενήργησε εκτίμηση των επιπτώσεων των εναλλακτικών επιλογών πολιτικής (διαθέσιμη στη διεύθυνση:...). Αναλύθηκαν τέσσερις επιλογές πολιτικές: Α – βασικό σενάριο· Β – τροποποίηση της νομοθεσίας στο πλαίσιο του ισχύοντος ενωσιακού νομικού πλαισίου· Γ – νομοθετικό μέτρο για την προσέγγιση των τύπων τελωνειακών παραβάσεων και των σχετικών κυρώσεων μη ποινικού χαρακτήρα και Δ – δύο χωριστά νομοθετικά μέτρα με στόχο την προσέγγιση των τελωνειακών παραβάσεων και των σχετικών κυρώσεων μη ποινικού χαρακτήρα, αφενός, καθώς και των τελωνειακών παραβάσεων και των σχετικών κυρώσεων ποινικού χαρακτήρα, αφετέρου.
Μετά την εξέταση των πιθανών επιλογών, η εκτίμηση επιπτώσεων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρέπει να προτιμηθεί ένα νομοθετικό μέτρο που θα προσδιορίζει τις τελωνειακές υποχρεώσεις για τις οποίες θα πρέπει να υπάρχει ειδική προστασία μέσω της θέσπισης μη ποινικών κυρώσεων για όλες τις παραβιάσεις των εν λόγω υποχρεώσεων (επιλογή Γ).
Η εκ νέου υποβολή της εκτίμησης επιπτώσεων έλαβε θετική γνώμη από την επιτροπή εκτίμησης επιπτώσεων στις 14 Ιουνίου 2013.
3.           ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ
3.1.        Νομική βάση
Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 33 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).
Το άρθρο 33 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι η τελωνειακή συνεργασία μεταξύ κρατών μελών καθώς και μεταξύ των τελευταίων και της Επιτροπής πρέπει να ενισχυθεί εντός του πεδίου εφαρμογής των Συνθηκών.
Σύμφωνα με τον τελωνειακό κώδικα, μια απόφαση που λαμβάνεται από κράτος μέλος εφαρμόζεται σε όλα τα άλλα κράτη μέλη και, ως εκ τούτου, απαιτείται διαβούλευση μεταξύ των αρχών για να ενισχυθεί η ομοιόμορφη εφαρμογή της.
Ομοίως, η εισαγωγή ορισμένων διευκολύνσεων και απλουστεύσεων στην ενωσιακή τελωνειακή νομοθεσία και η πρόσβαση των ΕΟΦ σε αυτές αποτελεί ισχυρό λόγο για την περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών. Ειδικότερα, η αξιολόγηση των κριτηρίων που απαιτούνται για να τη χορήγηση του καθεστώτος του ΕΟΦ και ιδίως το κριτήριο σχετικά με την απουσία σοβαρής παράβασης ή επανειλημμένης παράβασης από τον ΕΟΦ απαιτεί συγκρίσιμα συστήματα κυρώσεων σε ολόκληρη την ΕΕ, ούτως ώστε να εξασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων.
Ως εκ τούτου, η προσέγγιση όσον αφορά τις τελωνειακές παραβάσεις και τις σχετικές κυρώσεις όχι μόνον απαιτεί την τελωνειακή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών αλλά και συμβάλλει στην ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή και επιβολή της ενωσιακής τελωνειακής νομοθεσίας.
3.2.        Επικουρικότητα, αναλογικότητα και σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων
Η προσέγγιση των τελωνειακών παραβάσεων και των μη ποινικών κυρώσεων πρέπει να θεωρείται ως αναπόσπαστο μέρος του παράγωγου δικαίου που η Ένωση μπορεί να θεσπίσει, με σκοπό να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των τελωνειακών αρχών των κρατών μελών και μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στο πλαίσιο του ρόλου της όσον αφορά την εφαρμογή της νομοθεσίας της τελωνειακής ένωσης, δεδομένου ότι πρόκειται για έναν τομέα αποκλειστικής αρμοδιότητας της Ένωσης. Η δράση της Ένωσης στον τομέα αυτό, ως εκ τούτου, δεν πρέπει να αξιολογείται σε σχέση με την αρχή της επικουρικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ωστόσο, ακόμη και αν η επικουρικότητα έπρεπε να ληφθεί υπόψη, αν και στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για πλήρως εναρμονισμένο τομέα πολιτικής (τελωνειακή ένωση) με πλήρως εναρμονισμένους κανόνες, των οποίων η αποτελεσματική εφαρμογή καθορίζει την ίδια την ύπαρξη της τελωνειακής ένωσης, μόνον η Ένωση είναι σε θέση να εκπληρώσει τους στόχους της παρούσας οδηγίας, λόγω και του γεγονότος της ύπαρξης σημαντικών αποκλίσεων μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών.
Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η παρούσα πρόταση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού. Το περιεχόμενο της παρούσας πρότασης είναι σύμφωνο με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον Ευρωπαϊκό Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Ιδιαίτερα, ορισμένες διατάξεις στο κεφάλαιο των διαδικαστικών κανόνων έχουν εισαχθεί σύμφωνα με την αρχή του δικαιώματος για χρηστή διοίκηση και για δίκαιη δίκη, αλλά και υπό το πρίσμα της αρχής ne bis in idem.
3.3.        Επιλογή νομικών μέσων
Η παρούσα πρόταση για την προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών στον τομέα της τελωνειακής συνεργασίας στην Ένωση θα λάβει τη μορφή οδηγίας την οποία τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεταφέρουν στην εθνική τους νομοθεσία.
3.4.        Ειδικές διατάξεις
Η πρόταση καλύπτει τις παραβάσεις που συνδέονται με τις υποχρεώσεις οι οποίες απορρέουν από τον ενωσιακό τελωνειακό κώδικα. Για τον σκοπό αυτό, περιλαμβάνει έναν κοινό κατάλογο με τις διάφορες παραβάσεις (αντικειμενική ευθύνη, εξ αμελείας και εκ προθέσεως) των κανόνων του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα και ως εκ τούτου περιλαμβάνει όλες τις πιθανές καταστάσεις που μπορεί να αντιμετωπίσουν τα άτομα σχετικά με το θέμα αυτό στις σχέσεις τους με τις τελωνειακές αρχές. Η πρόταση θεωρεί ως παράβαση όχι μόνον την πλήρη εκτέλεση των ενεργειών που περιλαμβάνονται στην πρόταση αλλά και την εσκεμμένη απόπειρα εκτέλεσής τους.
Παράλληλα με τις εν λόγω συμπεριφορές, η παρούσα πρόταση θεσπίζει επίσης μια κοινή κλίμακα αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων συνδεόμενων με τις παραβάσεις και τις σχετικές περιστάσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κατά τον καθορισμό του τύπου και του επιπέδου κυρώσεων για τελωνειακές παραβάσεις που συμβάλλουν στην προσαρμογή της κύρωσης στη συγκεκριμένη κατάσταση. Ο συνδυασμός της κλίμακας των κυρώσεων με τις σχετικές περιστάσεις επιτρέπει τον καθορισμό πολλών επιπέδων βαρύτητας προκειμένου να τηρηθεί η αρχή της αναλογικότητας των κυρώσεων. Επιπλέον, η πρόταση καθορίζει ορισμένες περιπτώσεις στις οποίες μια συμπεριφορά που εμπίπτει στις κατηγορίες που ορίζονται ως παραβάσεις λόγω αντικειμενικής ευθύνης από την παρούσα πρόταση δεν πρέπει να θεωρείται ως τέτοια όταν οφείλεται σε σφάλμα εκ μέρους των αρμοδίων τελωνειακών αρχών.
Η πρόταση αναφέρεται στην ευθύνη των προσώπων που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην τέλεση τελωνειακών παραβάσεων εκ προθέσεως και προβλέπει μεταχείριση ισοδύναμη με εκείνη των ατόμων που διαπράττουν την παράβαση για τα άτομα που είναι ηθικοί αυτουργοί ή συνεργοί στην τέλεση των εν λόγω παραβάσεων. Η πρόταση αναφέρεται επίσης στην ευθύνη των νομικών προσώπων, καθώς οι τελωνειακές παραβάσεις μπορεί επίσης να προκύψουν από συμπεριφορές αποδιδόμενες σε νομικά πρόσωπα.
Τέλος, η πρόταση περιλαμβάνει ορισμένες αναγκαίες διαδικαστικές διατάξεις ώστε να αποφεύγονται οι επικαλύψεις των κυρώσεων που αφορούν τα ίδια πραγματικά περιστατικά και άτομα. Ειδικότερα, αφορά το χρονικό όριο εντός του οποίου οι αρμόδιες αρχές πρέπει να κινήσουν τη διαδικασία κατά του υπευθύνου τέλεσης της παράβασης, τη δυνατότητα αναστολής της διαδικασίας επιβολής κυρώσεων στις περιπτώσεις εκείνες όπου έχουν κινηθεί ποινικές διαδικασίες για τα ίδια πραγματικά περιστατικά καθώς και την εδαφική αρμοδιότητα με τον καθορισμό του κράτους μέλους το οποίο θεωρείται αρμόδιο να ασχοληθεί με την υπόθεση όταν η παράβαση αφορά περισσότερα από ένα κράτη μέλη.
Η εφαρμογή των εν λόγω άρθρων στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών θα εξασφαλίσει την ομοιόμορφη μεταχείριση των οικονομικών φορέων, ανεξαρτήτως του κράτους μέλους στο οποίο οι εν λόγω φορείς διεκπεραιώνουν τις τελωνειακές διατυπώσεις και ασκούν τις εμπορικές δραστηριότητές τους. Θα διασφαλίσει επίσης τη συμμόρφωση με τις διεθνείς υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση του Κιότο.
4.           ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Η πρόταση δεν θα έχει επιπτώσεις στους ανθρώπινους πόρους και στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, επομένως, δεν συνοδεύεται από το δημοσιονομικό δελτίο που απαιτείται βάσει του άρθρου 31 του δημοσιονομικού κανονισμού (κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου).
Η πρόταση δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις για τον προϋπολογισμό της Ένωσης.
5.           ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ
Είναι σημαντικό για την Επιτροπή να εξασφαλίσει την ορθή μεταφορά της οδηγίας στην εθνική νομοθεσία. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό και δεδομένης της διαφορετικής διάρθρωσης των εθνικών έννομων τάξεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να κοινοποιούν την ακριβή παραπομπή στις εθνικές διατάξεις και τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο κάθε συγκεκριμένης διάταξης της οδηγίας. Το στοιχείο αυτό δεν υπερβαίνει ό, τι είναι απαραίτητο για την Επιτροπή για να διασφαλίσει την επίτευξη του κύριου στόχου της οδηγίας που είναι η αποτελεσματική εφαρμογή και επιβολή της ενωσιακής τελωνειακής νομοθεσίας στο πλαίσιο της τελωνειακής ένωσης.
2013/0432 (COD)
Πρόταση
ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με το ενωσιακό νομικό πλαίσιο για τις τελωνειακές παραβάσεις και τις σχετικές κυρώσεις
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 33,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1)       Οι διατάξεις στον τομέα της τελωνειακής ένωσης είναι εναρμονισμένες από την νομοθεσία της Ένωσης. Ωστόσο, η επιβολή τους υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του εθνικού δικαίου των κρατών μελών.
(2)       Κατά συνέπεια, οι τελωνειακές παραβάσεις και οι σχετικές κυρώσεις ακολουθούν 28 διαφορετικά σύνολα κανόνων δικαίου. Ως εκ τούτου, μια παράβαση της ενωσιακής τελωνειακής νομοθεσίας δεν αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο σε ολόκληρη την Ένωση και οι κυρώσεις που ενδεχομένως επιβάλλονται σε κάθε περίπτωση διαφέρουν ως προς το είδος και την αυστηρότητα, αναλόγως του κράτους μέλους που επιβάλλει την κύρωση.
(3)       Οι διαφορές αυτές μεταξύ των νομικών συστημάτων των κρατών μελών δεν επηρεάζουν μόνον τη βέλτιστη διαχείριση της τελωνειακής ένωσης, αλλά εμποδίζουν επίσης και τη διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού για τους οικονομικούς φορείς στην τελωνειακή ένωση, δεδομένου ότι έχουν επίπτωση στην πρόσβαση των εν λόγω φορέων σε τελωνειακές απλουστεύσεις και διευκολύνσεις.
(4)       Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[8] (εφεξής «ο κώδικας») έχει σχεδιαστεί για πολυεθνικό ηλεκτρονικό περιβάλλον στο οποίο η επικοινωνία μεταξύ των τελωνειακών αρχών γίνεται σε πραγματικό χρόνο και στο οποίο μια απόφαση που λαμβάνεται από ένα κράτος μέλος εφαρμόζεται σε όλα τα άλλα κράτη μέλη. Το εν λόγω νομικό πλαίσιο, κατά συνέπεια, απαιτεί εναρμονισμένη επιβολή. Ο κώδικας περιλαμβάνει επίσης διάταξη που απαιτεί από τα κράτη μέλη να προβλέπουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις.
(5)       Το νομικό πλαίσιο για την επιβολή της ενωσιακής τελωνειακής νομοθεσίας που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνο με την ισχύουσα νομοθεσία όσον αφορά την προάσπιση των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης[9]. Οι τελωνειακές παραβάσεις που καλύπτονται από το πλαίσιο το οποίο θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία περιλαμβάνουν τελωνειακές παραβάσεις που έχουν επίπτωση στα εν λόγω οικονομικά συμφέροντα χωρίς όμως να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας για την προστασίας τους μέσω του ποινικού δικαίου καθώς και τελωνειακές παραβάσεις που δεν έχουν καμία επίπτωση στα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.
(6)       Είναι σκόπιμο να καταρτιστεί κατάλογος συμπεριφορών οι οποίες θα πρέπει να θεωρείται ότι παραβιάζουν την ενωσιακή τελωνειακή νομοθεσία και οδηγούν στην επιβολή κυρώσεων. Οι εν λόγω τελωνειακές παραβάσεις θα πρέπει να βασίζονται πλήρως στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την τελωνειακή νομοθεσία με άμεσες παραπομπές στον κώδικα. Η παρούσα οδηγία δεν καθορίζει αν τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν διοικητικές ή ποινικές κυρώσεις για παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας.
(7)       Η πρώτη κατηγορία συμπεριφορών θα πρέπει να περιλαμβάνει τελωνειακές παραβάσεις βάσει αντικειμενικής ευθύνης, η οποία δεν προϋποθέτει κανένα στοιχείο ύπαρξης υπαιτιότητας, δεδομένου του αντικειμενικού χαρακτήρα των υποχρεώσεων και του γεγονότος ότι τα άτομα που είναι αρμόδια για την εκπλήρωσή τους δεν είναι δυνατόν να αγνοούν την ύπαρξή τους και τον δεσμευτικό χαρακτήρα τους.
(8)       Η δεύτερη και η τρίτη κατηγορία συμπεριφορών θα πρέπει να περιλαμβάνουν τελωνειακές παραβάσεις που διαπράχθηκαν από αμέλεια ή από πρόθεση, αντιστοίχως. Στην περίπτωση αυτή, το εν λόγω υποκειμενικό στοιχείο πρέπει να προσδιοριστεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη.
(9)       Η ηθική αυτουργία ή συνέργεια σε συμπεριφορά που αποτελεί τελωνειακή παράβαση η οποία διαπράττεται εκ προθέσεως και η απόπειρα διάπραξης ορισμένων τελωνειακών παραβάσεων εκ προθέσεως θα πρέπει να θεωρούνται τελωνειακές παραβάσεις.
(10)     Για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι κάθε πράξη ή παράλειψη που προκύπτει από σφάλμα των τελωνειακών αρχών δεν θα πρέπει να θεωρείται τελωνειακή παράβαση.
(11)     Τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν ότι η ευθύνη μπορεί να αποδοθεί τόσο στα νομικά όσο και στα φυσικά πρόσωπα για την ίδια τελωνειακή παράβαση όταν η τελωνειακή παράβαση έχει διαπραχθεί προς όφελος νομικού προσώπου.
(12)     Προκειμένου να υπάρξει προσέγγιση των εθνικών συστημάτων κυρώσεων των κρατών μελών, θα πρέπει να καθοριστούν κλίμακες κυρώσεων που να αντανακλούν τις διαφορετικές κατηγορίες τελωνειακών παραβάσεων και τη σοβαρότητά τους. Με σκοπό την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους λαμβάνουν υπόψη τους τις ιδιαίτερα επιβαρυντικές ή ελαφρυντικές περιστάσεις, κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου των κυρώσεων που πρέπει να εφαρμόζονται.
(13)     Η προθεσμία παραγραφής που ισχύει για τη δίωξη μιας τελωνειακής παράβασης θα πρέπει να καθοριστεί σε τέσσερα έτη από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η τελωνειακή παράβαση ή, στην περίπτωση συνεχών ή επανειλημμένων παραβάσεων, από την ημερομηνία κατά την οποία η συμπεριφορά που αποτελεί την εν λόγω παράβαση παύει να υφίσταται. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η προθεσμία παραγραφή διακόπτεται με πράξη που αφορά διεξαγωγή έρευνας ή κίνηση δικαστικής διαδικασίας σχετικά με την τελωνειακή παράβαση. Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εν λόγω προθεσμία αναστέλλεται. Η κίνηση ή η συνέχιση της εν λόγω διαδικασίας θα πρέπει να αποκλείεται μετά τη λήξη προθεσμίας οκτώ ετών, ενώ η προθεσμία παραγραφής για την επιβολή κύρωσης θα πρέπει να είναι τρία έτη.
(14)     Η αναστολή της διοικητικής διαδικασίας σχετικά με τις τελωνειακές παραβάσεις θα πρέπει να προβλέπεται για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχουν κινηθεί ποινικές διαδικασίες κατά του ιδίου προσώπου για τα ίδια πραγματικά περιστατικά. Η συνέχιση της διοικητικής διαδικασίας μετά την ολοκλήρωση της ποινικής διαδικασίας θα πρέπει να είναι δυνατή μόνο με την αυστηρή τήρηση της αρχής ne bis in idem.
(15)     Για την αποφυγή των θετικών συγκρούσεων όσον αφορά τη δικαιοδοσία, θα πρέπει να θεσπιστούν κανόνες για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που έχει τη δικαιοδοσία να εξετάσει την υπόθεση.
(16)     Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προβλέπει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, για να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική δράση κατά των τελωνειακών παραβάσεων.
(17)     Για να διευκολυνθεί η διερεύνηση των τελωνειακών παραβάσεων, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να έχουν το δικαίωμα προσωρινής κατάσχεσης εμπορευμάτων, μέσων μεταφοράς ή κάθε άλλου μέσου που χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη της παράβασης.
(18)     Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα[10], τα κράτη μέλη έχουν δεσμευθεί να συνοδεύουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα που εξηγούν τη σχέση μεταξύ των συνιστωσών μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί αιτιολογημένη τη διαβίβαση τέτοιων εγγράφων.
(19)     Δεδομένου ότι η παρούσα οδηγία προβλέπει έναν κατάλογο τελωνειακών παραβάσεων, κοινών σε όλα τα κράτη μέλη, και τη βάση για αποτελεσματικές, αποτρεπτικές και αναλογικές κυρώσεις που πρέπει να επιβάλλονται από τα κράτη μέλη στον τομέα της τελωνειακής ένωσης, η οποία είναι πλήρως εναρμονισμένη, οι στόχοι αυτοί δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη με βάση τις διαφορετικές νομικές παραδόσεις τους, αλλά, λόγω της κλίμακας και των συνεπειών τους, είναι δυνατόν να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο. Επομένως, η Ένωση δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο 5, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
1.           Η παρούσα οδηγία θεσπίζει πλαίσιο σχετικά με τις παραβάσεις της ενωσιακής τελωνειακής νομοθεσίας και προβλέπει κυρώσεις για τις εν λόγω παραβάσεις.
2.           Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται για την παράβαση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (εφεξής «ο κώδικας») και των πανομοιότυπων υποχρεώσεων που καθορίζονται σε άλλα τμήματα της ενωσιακής τελωνειακής νομοθεσίας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 του κώδικα.
Άρθρο 2
Τελωνειακές παραβάσεις και σχετικές κυρώσεις
Τα κράτη μέλη καθορίζουν κανόνες σχετικά με κυρώσεις όσον αφορά τις τελωνειακές παραβάσεις που ορίζονται στα άρθρα 3 έως 6.
Άρθρο 3
Αντικειμενική ευθύνη για τελωνειακές παραβάσεις
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες πράξεις ή παραλείψεις αποτελούν τελωνειακές παραβάσεις, ανεξάρτητα από κάθε στοιχείο ύπαρξης υπαιτιότητας:
(a)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του προσώπου που καταθέτει τελωνειακή διασάφηση, διασάφηση προσωρινής εναπόθεσης, συνοπτική διασάφηση εισόδου, συνοπτική διασάφηση εξόδου, διασάφηση επανεξαγωγής ή γνωστοποίηση επανεξαγωγής να εξασφαλίζει την ακρίβεια και την πληρότητα των πληροφοριών που παρέχονται στη διασάφηση, γνωστοποίηση ή αίτηση, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχεία α) του κώδικα·
(b)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του προσώπου που καταθέτει τελωνειακή διασάφηση, διασάφηση προσωρινής εναπόθεσης, συνοπτική διασάφηση εισόδου, συνοπτική διασάφηση εξόδου, διασάφηση επανεξαγωγής ή γνωστοποίηση επανεξαγωγής να εξασφαλίζει τη γνησιότητα, την ακρίβεια και την ισχύ κάθε συνοδευτικού εγγράφου, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχεία β) του κώδικα·
(c)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του προσώπου να καταθέσει συνοπτική διασάφηση εισόδου, σύμφωνα με το άρθρο 127 του κώδικα, γνωστοποίηση της άφιξης θαλασσοπλοούντος πλοίου ή αεροσκάφους, σύμφωνα με το άρθρο 133 του κώδικα, διασάφηση προσωρινής εναπόθεσης, σύμφωνα με το άρθρο 145 του κώδικα, τελωνειακή διασάφηση, σύμφωνα με το άρθρο 158 του κώδικα, γνωστοποίηση δραστηριοτήτων σε ελεύθερες ζώνες, σύμφωνα με το άρθρο 244 παράγραφος 2 του κώδικα, διασάφηση πριν από την αναχώρηση, σύμφωνα με το άρθρο 263 του κώδικα, διασάφηση επανεξαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 270 του κώδικα, συνοπτική διασάφηση εξόδου, σύμφωνα με το άρθρο 271 του κώδικα, ή γνωστοποίηση επανεξαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 274 του κώδικα·
(d)         μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του οικονομικού φορέα φύλαξης των εγγράφων και πληροφοριών που συνδέονται με τη διεκπεραίωση των τελωνειακών διατυπώσεων, με κάθε τρόπο που είναι προσβάσιμος, για την χρονική περίοδο που απαιτείται από την τελωνειακή νομοθεσία, σύμφωνα με το άρθρο 51 του κώδικα·
(e)          απομάκρυνση από την τελωνειακή επιτήρηση εμπορευμάτων που έχουν εισέλθει στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης χωρίς την άδεια των τελωνειακών αρχών, κατά παράβαση του άρθρου 134 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο του κώδικα·
(f)           απομάκρυνση από την τελωνειακή επιτήρηση εμπορευμάτων, κατά παράβαση του άρθρου 134 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο, του άρθρου 158 παράγραφος 3 και του άρθρου 242 του κώδικα·
(g)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης προσώπου που πραγματοποιεί την είσοδο εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που συνδέονται με τη μεταφορά των εμπορευμάτων στον κατάλληλο τόπο, σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφος 1 του κώδικα ή να ενημερώνει τις τελωνειακές αρχές όταν δεν είναι δυνατή η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 137 παράγραφοι 1 και 2 του κώδικα·
(h)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης προσώπου το οποίο πραγματοποιεί την είσοδο εμπορευμάτων σε ελεύθερη ζώνη, εάν η ελεύθερη ζώνη εφάπτεται χερσαίων συνόρων μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας, να μεταφέρει τα εμπορεύματα αυτά απευθείας στην εν λόγω ελεύθερη ζώνη, χωρίς διέλευση από άλλο μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφος 2 του κώδικα·
(i)            μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του διασαφιστή για προσωρινή εναπόθεση ή υπαγωγή σε τελωνειακό καθεστώς να παράσχει έγγραφα στις τελωνειακές αρχές εφόσον αυτό απαιτείται από την ενωσιακή νομοθεσία ή όταν είναι απαραίτητο για τη διενέργεια τελωνειακών ελέγχων, σύμφωνα με το άρθρο 145 παράγραφος 2 και το άρθρο 163 παράγραφος 2 του κώδικα·
(j)            μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του οικονομικού φορέα που είναι υπεύθυνος για τα μη ενωσιακά εμπορεύματα τα οποία βρίσκονται σε προσωρινή εναπόθεση να θέσει τα εν λόγω εμπορεύματα σε τελωνειακό καθεστώς ή να τα επανεξαγάγει εμπρόθεσμα, σύμφωνα με το άρθρο 149 του κώδικα·
(k)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του διασαφιστή για υπαγωγή σε τελωνειακό καθεστώς να έχει στην κατοχή του και στη διάθεση των τελωνειακών αρχών, τη στιγμή της υποβολής της τελωνειακής διασάφησης ή της συμπληρωματικής διασάφησης , τα συνοδευτικά έγγραφα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω καθεστώτος, σύμφωνα με το άρθρο 163 παράγραφος 1 και το άρθρο 167 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κώδικα·
(l)            μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του διασαφιστή για υπαγωγή σε τελωνειακό καθεστώς, στην περίπτωση απλουστευμένης διασάφησης σύμφωνα με το άρθρο 166 του κώδικα ή εγγραφής στις λογιστικές καταχωρίσεις του διασαφιστή, σύμφωνα με το άρθρο 182 του κώδικα, να υποβάλει συμπληρωματική διασάφηση στο αρμόδιο τελωνείο και εντός της συγκεκριμένης προθεσμίας, σύμφωνα με το άρθρο 167 παράγραφος 1 του κώδικα·
(m)        αφαίρεση ή καταστροφή των μέσων εξακρίβωσης που τίθενται από τις τελωνειακές αρχές σε εμπορεύματα, στη συσκευασία ή στα μέσα μεταφοράς χωρίς προηγούμενη άδεια που χορηγείται από τις τελωνειακές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 192 παράγραφος 2 του κώδικα·
(n)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του κατόχου αδείας καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεξαγωγή για εκκαθάριση αυτού του τελωνειακού καθεστώτος εντός της προθεσμίας που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 257 του κώδικα·
(o)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του κατόχου αδείας καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεισαγωγή για εξαγωγή των ελαττωματικών εμπορευμάτων εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 262 του κώδικα·
(p)          κατασκευή κτιρίου σε ελεύθερη ζώνη χωρίς την έγκριση των τελωνειακών αρχών που προβλέπεται στο άρθρο 244 παράγραφος 1 του κώδικα·
(q)          μη καταβολή των εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών από το πρόσωπο που υποχρεούται να τους καταβάλει εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 108 του κώδικα.
Άρθρο 4
Τελωνειακές παραβάσεις που διαπράττονται από αμέλεια
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες πράξεις ή παραλείψεις αποτελούν τελωνειακές παραβάσεις, όταν διαπράττονται από αμέλεια:
(a)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του οικονομικού φορέα που είναι υπεύθυνος για τη μη ενωσιακά εμπορεύματα τα οποία βρίσκονται σε προσωρινή εναπόθεση να θέσει τα εν λόγω εμπορεύματα σε τελωνειακό καθεστώς ή να τα επανεξαγάγει εμπρόθεσμα, σύμφωνα με το άρθρο 149 του κώδικα·
(b)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του οικονομικού φορέα να παρέχει στις τελωνειακές αρχές την απαιτούμενη βοήθεια για τη διεκπεραίωση των τελωνειακών διατυπώσεων ή ελέγχων, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του κώδικα·
(c)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του δικαιούχου μιας απόφασης σχετικά με την εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εν λόγω απόφαση, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1 του κώδικα·
(d)         μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του δικαιούχου μιας απόφασης σχετικά με την εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας να κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση στις τελωνειακές αρχές κάθε στοιχείο που ανακύπτει μετά τη λήψη της απόφασης από τις εν λόγω αρχές και μπορεί να έχει επίπτωση στη διατήρηση ή το περιεχόμενό της, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κώδικα·
(e)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του οικονομικού φορέα να προσκομίζει τα εμπορεύματα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης στις τελωνειακές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 139 του κώδικα·
(f)           μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του δικαιούχου καθεστώτος ενωσιακής διαμετακόμισης να προσκομίζει άθικτα τα εμπορεύματα στο τελωνείο προορισμού εντός της καθορισμένης προθεσμίας, σύμφωνα με το άρθρο 233 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κώδικα·
(g)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του οικονομικού φορέα να προσκομίζει στο τελωνείο τα εμπορεύματα που εισέρχονται σε ελεύθερη ζώνη, σύμφωνα με το άρθρο 245 του κώδικα·
(h)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του οικονομικού φορέα να προσκομίζει στο τελωνείο κατά την έξοδο τα εμπορεύματα που προορίζονται για έξοδο από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 267 παράγραφος 2 του κώδικα·
(i)            εκφόρτωση ή μεταφόρτωση των εμπορευμάτων από το μέσο μεταφοράς στο οποίο βρίσκονται, χωρίς άδεια των τελωνειακών αρχών ή σε χώρους που δεν έχουν καθοριστεί ή εγκριθεί από τις αρχές αυτές, σύμφωνα με το άρθρο 140 του κώδικα·
(j)            εναπόθεση εμπορευμάτων σε εγκαταστάσεις προσωρινής εναπόθεσης ή τελωνειακές αποθήκες χωρίς άδεια των τελωνειακών αρχών, σύμφωνα με τα άρθρα 147 και 148·
(k)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του κατόχου της άδειας ή του δικαιούχου του καθεστώτος να πληροί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την αποθήκευση των εμπορευμάτων που βρίσκονται υπό καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης, σύμφωνα με το άρθρο 242 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) του κώδικα.
Άρθρο 5
Τελωνειακές παραβάσεις που διαπράττονται εκ προθέσεως
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες πράξεις ή παραλείψεις αποτελούν τελωνειακές παραβάσεις, όταν διαπράττονται εκ προθέσεως:
(a)          παροχή στις τελωνειακές αρχές ψευδών στοιχείων ή εγγράφων τα οποία απαιτούνται από τις εν λόγω αρχές σύμφωνα με τα άρθρα 15 ή 163 του κώδικα·
(b)          χρήση ψευδών δηλώσεων ή οποιουδήποτε άλλου αντικανονικού μέσου από έναν οικονομικό φορέα προκειμένου να λάβει έγκριση από τις τελωνειακές αρχές:
(i)      για την απόκτηση της ιδιότητας του εγκεκριμένου οικονομικού φορέα σύμφωνα με το άρθρο 38 του κώδικα,
(ii)     για τη χρήση της απλουστευμένης διασάφησης σύμφωνα με το άρθρο 166 του κώδικα,
(iii)    για τη χρήση άλλων τελωνειακών απλουστεύσεων σύμφωνα με τα άρθρα 177, 179, 182 και 185 του κώδικα,
(iv)    για την υπαγωγή των προϊόντων σε ειδικά καθεστώτα σύμφωνα με το άρθρο 211 του κώδικα·
(c)          εισαγωγή ή έξοδος των εμπορευμάτων στο ή από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, χωρίς προσκόμισή τους στις τελωνειακές αρχές σύμφωνα με τα άρθρα 139 και 245 ή το άρθρο 267 παράγραφος 2 του κώδικα·
(d)         μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του δικαιούχου μιας απόφασης σχετικά με την εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εν λόγω απόφαση, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1 του κώδικα·
(e)          μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του δικαιούχου μιας απόφασης σχετικά με την εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας να κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση στις τελωνειακές αρχές κάθε στοιχείο που ανακύπτει μετά τη λήψη της απόφασης από τις εν λόγω αρχές και μπορεί να έχει επίπτωση στη διατήρηση ή το περιεχόμενό της, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κώδικα·
(f)           μεταποίηση εμπορευμάτων σε αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης χωρίς να έχει δοθεί σχετική έγκριση από τις τελωνειακές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 241 του κώδικα·
(g)          απόκτηση ή κατοχή εμπορευμάτων που εμπλέκονται σε μία από τις τελωνειακές παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχείο στ) και στο παρόν άρθρο στοιχείο γ).
Άρθρο 6
Ηθική αυτουργία, συνέργεια και απόπειρα
1.           Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι η ηθική αυτουργία και η συνέργεια σε πράξη ή παράλειψη που αναφέρεται στο άρθρο 5 αποτελούν τελωνειακή παράβαση.
2.           Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι η απόπειρα να διαπραχθεί πράξη ή παράλειψη που αναφέρεται στο άρθρο 5 στοιχεία β) ή γ) αποτελεί τελωνειακή παράβαση.
Άρθρο 7
Σφάλμα των τελωνειακών αρχών
Οι πράξεις ή παραλήψεις που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 6 δεν συνιστούν τελωνειακές παραβάσεις, όταν πραγματοποιούνται λόγω σφάλματος των τελωνειακών αρχών.
Άρθρο 8
Ευθύνη νομικών προσώπων
1.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα νομικά πρόσωπα υπέχουν ευθύνη για τελωνειακές παραβάσεις που διαπράττονται προς όφελός τους από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου και το οποίο κατέχει διευθυντική θέση στο εσωτερικό του νομικού προσώπου, βάσει του γεγονότος ότι διαθέτει ένα από τα ακόλουθα:
(a)          εξουσία εκπροσώπησης του νομικού προσώπου·
(b)          εξουσία λήψης αποφάσεων εξ ονόματος του νομικού προσώπου·
(c)          εξουσία άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου.
2.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι τα νομικά πρόσωπα υπέχουν ευθύνη όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από το πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατέστησε δυνατή τη διάπραξη τελωνειακής παράβασης προς όφελος του εν λόγω νομικού προσώπου από πρόσωπο το οποίο τελεί υπό την εξουσία του προσώπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1.
3.           Η ευθύνη ενός νομικού προσώπου δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της ευθύνης των φυσικών προσώπων τα οποία διέπραξαν την τελωνειακή παράβαση.
Άρθρο 9
Κυρώσεις για τις τελωνειακές παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων για τις τελωνειακές παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3, εντός των ακόλουθων ορίων:
(a)          όταν η τελωνειακή παράβαση αφορά συγκεκριμένα εμπορεύματα, χρηματικό πρόστιμο που ανέρχεται από 1 % έως 5 % της αξίας των εμπορευμάτων·
(b)          όταν η τελωνειακή παράβαση δεν συνδέεται με συγκεκριμένα εμπορεύματα, χρηματικό πρόστιμο από 150 έως 7 500 ευρώ.
Άρθρο 10
Κυρώσεις για τις τελωνειακές παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων για τις τελωνειακές παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4, εντός των ακόλουθων ορίων:
(a)          όταν η τελωνειακή παράβαση αφορά συγκεκριμένα εμπορεύματα, χρηματικό πρόστιμο που ανέρχεται έως το 15 % της αξίας των εμπορευμάτων·
(b)          όταν η τελωνειακή παράβαση δεν συνδέεται με συγκεκριμένα εμπορεύματα, χρηματικό πρόστιμο έως 22 500 ευρώ.
Άρθρο 11
Κυρώσεις για τις τελωνειακές παραβάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 6
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων για τις τελωνειακές παραβάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 6, εντός των ακόλουθων ορίων:
(a)          όταν η τελωνειακή παράβαση αφορά συγκεκριμένα εμπορεύματα, χρηματικό πρόστιμο που ανέρχεται έως το 30 % της αξίας των εμπορευμάτων·
(b)          όταν η τελωνειακή παράβαση δεν συνδέεται με συγκεκριμένα εμπορεύματα, χρηματικό πρόστιμο έως 45 000 ευρώ.
Άρθρο 12
Αποτελεσματική εφαρμογή κυρώσεων και άσκηση των εξουσιών επιβολής κυρώσεων από τις αρμόδιες αρχές
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου των κυρώσεων για τις τελωνειακές παραβάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 6, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων, όπου κρίνεται σκόπιμο:
(a)          της σοβαρότητας και της διάρκειας της παράβασης·
(b)          του γεγονότος ότι το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την παράβαση είναι εγκεκριμένος οικονομικός φορέας·
(c)          του ποσού του μη καταβληθέντος εισαγωγικού ή εξαγωγικού δασμού·
(d)         του γεγονότος ότι τα εμπορεύματα υπόκεινται στις απαγορεύσεις ή τους περιορισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 134 παράγραφος 1 δεύτερη πρόταση του κώδικα και στο άρθρο 267 παράγραφος 3 στοιχείο ε) του κώδικα ή ενέχουν κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια·
(e)          του επίπεδου συνεργασίας του υπεύθυνου για την παράβαση με την αρμόδια αρχή·
(f)           τυχόν προηγούμενων παραβάσεων από το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την παράβαση.
Άρθρο 13
Περίοδος παραγραφής
1.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η προθεσμία παραγραφής των τελωνειακών παραβάσεων διαδικασίες που αναφέρεται στα άρθρα 3 έως 6 είναι τέσσερα έτη και αρχίζει να υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η εν λόγω τελωνειακή παράβαση.
2.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, για τις διαρκείς ή επαναλαμβανόμενες τελωνειακές παραβάσεις, η προθεσμία παραγραφής αρχίζει να υπολογίζεται από την ημέρα κατά την οποία η πράξη ή παράλειψη που συνιστά την τελωνειακή παράβαση παύει να υφίσταται.
3.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η προθεσμία παραγραφής διακόπτεται από κάθε πράξη της αρμόδιας αρχής, η οποία κοινοποιείται στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, που σχετίζεται με διερεύνηση ή νομική διαδικασία όσον αφορά την ίδια τελωνειακή παράβαση. Η προθεσμία παραγραφής αρχίζει να υπολογίζεται από την ημέρα της πράξης διακοπής.
4.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η κίνηση ή η συνέχιση κάθε διαδικασίας που αφορά τελωνειακή παράβαση που αναφέρεται στα άρθρα 3 έως 6 δεν επιτρέπεται μετά τη λήξη περιόδου οκτώ ετών από την ημέρα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή 2.
5.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η προθεσμία παραγραφής για την εκτέλεση απόφασης επιβολής κυρώσεων ανέρχεται σε τρία έτη. Η εν λόγω προθεσμία αρχίζει να υπολογίζεται από την ημέρα κατά την οποία η απόφαση καθίσταται οριστική.
6.           Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι προθεσμίες παραγραφής που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 4 και 5 αναστέλλονται.
Άρθρο 14
Αναστολή της διαδικασίας
1.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η διοικητική διαδικασία που αφορά τελωνειακή παράβαση η οποία αναφέρεται στα άρθρα 3 έως 6 αναστέλλεται όταν έχει κινηθεί ποινική δίωξη κατά του ιδίου προσώπου για τα ίδια πραγματικά περιστατικά.
2.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η διοικητική διαδικασία που έχει ανασταλεί και αφορά τελωνειακή παράβαση που αναφέρεται στα άρθρα 3 έως 6 διακόπτεται όταν η ποινική διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχει τελικώς εγκαταλειφθεί. Σε άλλες περιπτώσεις, η ανασταλείσα διοικητική διαδικασία που αφορά τελωνειακή παράβαση η οποία αναφέρεται στα άρθρα 3 έως 6 είναι δυνατόν να επαναληφθεί.
Άρθρο 15
Δικαιοδοσία
1.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελωνειακές παραβάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 6 εμπίπτουν στην δικαιοδοσία τους σύμφωνα με οποιοδήποτε από τα ακόλουθα κριτήρια:
(a)          η τελωνειακή παράβαση έχει διαπραχθεί εν όλω ή εν μέρει στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους·
(b)          το πρόσωπο που διαπράττει την τελωνειακή παράβαση είναι υπήκοος του εν λόγω κράτους μέλους·
(c)          τα εμπορεύματα που αφορούν την τελωνειακή παράβαση βρίσκονται στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους.
2.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που περισσότερα του ενός κράτη μέλη επικαλούνται ότι διαθέτουν δικαιοδοσία για την ίδια τελωνειακή παράβαση, αυτή ασκείται από εκείνο το κράτος μέλος στο οποίο εκκρεμεί ποινική αγωγή κατά του ιδίου προσώπου που συνδέεται με τα ίδια πραγματικά περιστατικά. Όταν η διεθνής δικαιοδοσία δεν μπορεί να καθοριστεί σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η δικαιοδοσία να ασκείται από το κράτος μέλος του οποίου η αρμόδια αρχή πρώτη κινεί τη διαδικασία σχετικά με την τελωνειακή παράβαση κατά του ιδίου προσώπου για τα ίδια πραγματικά περιστατικά.
Άρθρο 16
Συνεργασία μεταξύ κρατών μελών
Τα κράτη μέλη συνεργάζονται και ανταλλάσσουν όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την κίνηση διαδικασίας σχετικά με πράξη ή παράλειψη που συνιστά τελωνειακή παράβαση όπως αναφέρεται στα άρθρα 3 έως 6, ιδίως σε περίπτωση που περισσότερα από ένα κράτη μέλη έχουν κινήσει ποινική διαδικασία κατά του ιδίου προσώπου για τα ίδια πραγματικά περιστατικά.
Άρθρο 17
Κατάσχεση
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε προσωρινή κατάσχεση των εμπορευμάτων, μεταφορικών μέσων και κάθε άλλου μέσου που χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάπραξη των τελωνειακών παραβάσεων που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 6.
Άρθρο 18
Υποβολή εκθέσεων από την Επιτροπή και αναθεώρηση
Η Επιτροπή υποβάλλει, έως την [1η Μαΐου 2019], έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, στην οποία αξιολογεί τον βαθμό στον οποίο τα κράτη μέλη έχουν λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 19
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
1.           Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την [1η Μαΐου 2017]. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.
Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.
2.           Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 20
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 21
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                     Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος                                                   Ο Πρόεδρος




[1]               Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Κύπρος, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Κάτω Χώρες, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία, Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο.
[2]               Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας, θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 1992 και εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 1994, ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1: http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=CONSLEG:1992R2913:20070101:EL:PDF
[3]               Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας), ΕΕ L 23 της 4.6.2008, σ. 1: http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=OJ:L:2008:145:0001:0064:EL:PDF
[4]               Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (αναδιατύπωση), ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1 (διορθωτικό στην ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 90): http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=OJ:L:2013:269:0001:0101:EL:PDF
[5]               Έκθεση της Επιτροπής για το Διεθνές Εμπόριο σχετικά με την εφαρμογή της εμπορικής πολιτικής μέσω αποτελεσματικών κανόνων και διαδικασιών για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές (2007/2256 (INI)). Εισηγητής Audy Jean-Pierre και έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των τελωνείων (2011/2083 (INI)). Εισηγητής: Salvini Matteo
[6]               Άρθρο 4.3 της Συνθήκης ΕΕ
[7]               Άρθρο 21 του εκσυγχρονισμένου τελωνειακού κώδικα, νυν άρθρο 42 ΕΤΚ.
[8]               Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1).
[9]               Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (COM(2012) 363).
[10]             ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.


E-mail = ggioggaras@Gmail.com


Ο ηλεκτρονικός επαγγελματισμός μειώνει τη γνώση της πείρας.
Επικεντρωθείτε στο βιβλίο και στην δια βίου εκπαίδευση

Βρείτε επαγγελματικές λύσεις στο Blog  Σχολή Εκτελωνιστών του Γιώργου Γιωγγαρά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου