Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2017

Κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών Καν.1072/2009 (Μάθημα 7) 6 Οκτωβρίου 2017


Κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών Καν.1072/2009 (Μάθημα 7) 6 Οκτωβρίου 2017

14.11.2009   
EL
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
L 300/72

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 21ης Οκτωβρίου 2009
για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών
(αναδιατύπωση)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 71,
την πρόταση της Επιτροπής,
τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),
Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1)
Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 881/92 του Συμβουλίου, της 26ης Μαρτίου 1992, σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά των οδικών εμπορευματικών μεταφορών μέσα στην Κοινότητα, οι οποίες έχουν ως σημείο αναχώρησης ή προορισμού το έδαφος κράτους μέλους ή διέρχονται από το έδαφος ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών (3), ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3118/93 του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 1993, για τον καθορισμό των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις εθνικές οδικές εμπορευματικές μεταφορές σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό (4), και η οδηγία 2006/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για ορισμένες οδικές μεταφορές εμπορευμάτων (5), πρέπει να τροποποιηθούν ουσιωδώς. Για λόγους σαφήνειας και απλοποίησης είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση των εν λόγω νομοθετικών πράξεων και η ενσωμάτωσή τους σε έναν κανονισμό.

(2)
Η κοινή πολιτική μεταφορών συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, τη θέσπιση κοινών κανόνων που εφαρμόζονται στις διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές στο έδαφος της Κοινότητας, καθώς και τη θέσπιση των όρων υπό τους οποίους γίνονται δεκτοί στις μεταφορές σε ένα κράτος μέλος μεταφορείς μη εγκατεστημένοι σε αυτό. Οι κανόνες αυτοί πρέπει να θεσπιστούν έτσι ώστε να συμβάλλουν στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς μεταφορών.

(3)
Για να εξασφαλιστεί ένα συνεκτικό πλαίσιο για τις διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές σε ολόκληρη την Κοινότητα, ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται σε όλες τις διεθνείς μεταφορές στο έδαφος της Κοινότητας. Οι μεταφορές με αφετηρία κράτη μέλη και προορισμό τρίτες χώρες διέπονται ακόμη σε μεγάλο βαθμό από διμερείς συμφωνίες μεταξύ των κρατών μελών και των οικείων τρίτων χωρών. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να εφαρμόζεται σε εκείνο το τμήμα της διαδρομής στο έδαφος του κράτους μέλους φόρτωσης ή εκφόρτωσης εμπορευμάτων, εφόσον δεν έχουν συναφθεί οι αναγκαίες συμφωνίες μεταξύ της Κοινότητας και των οικείων τρίτων χωρών. Πρέπει ωστόσο να εφαρμόζεται στο έδαφος του κράτους μέλους διέλευσης.

(4)
Η θέσπιση κοινής πολιτικής των μεταφορών συνεπάγεται για τον παρέχοντα υπηρεσίες μεταφορών την κατάργηση κάθε περιορισμού λόγω της ιθαγένειάς του ή λόγω του ότι είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο όπου παρέχεται η υπηρεσία.

(5)
Για να επιτευχθεί αυτό ανεμπόδιστα και ευέλικτα πρέπει να προβλεφθεί ένα μεταβατικό καθεστώς ενδομεταφορών (καμποτάζ) ενόσω δεν έχει ακόμα εναρμονισθεί η αγορά των οδικών εμπορευματικών μεταφορών.

(6)
Η βαθμιαία ολοκλήρωση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς αναμένεται ότι θα οδηγήσει στην εξάλειψη των περιορισμών πρόσβασης στην εσωτερική αγορά των κρατών μελών. Ωστόσο στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ληφθούν υπόψη η αποτελεσματικότητα των ελέγχων και η εξέλιξη των όρων άσκησης του επαγγέλματος καθώς και η εναρμόνιση των κανόνων στους τομείς, μεταξύ άλλων, της επιβολής και των οδικών τελών καθώς και της νομοθεσίας στον κοινωνικό τομέα και στον τομέα της ασφάλειας. Η Επιτροπή πρέπει να παρακολουθεί από κοντά την κατάσταση της αγοράς καθώς και την εναρμόνιση που προαναφέρθηκε και να προτείνει, κατά περίπτωση, περαιτέρω άνοιγμα των εγχώριων αγορών οδικών μεταφορών περιλαμβανομένων των ενδομεταφορών.

(7)
Δυνάμει της οδηγίας 2006/94/ΕΚ, ορισμένες μεταφορές απαλλάσσονται της υποχρέωσης να έχουν κοινοτική άδεια ή οποιαδήποτε άλλη άδεια μεταφοράς. Στο πλαίσιο της οργάνωσης της αγοράς που προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να διατηρηθεί, για ορισμένες από αυτές τις μεταφορές, λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα τους, καθεστώς εξαίρεσης από το καθεστώς της κοινοτικής άδειας και από κάθε άλλη άδεια μεταφοράς.

(8)
Δυνάμει της οδηγίας 2006/94/ΕΚ, η μεταφορά εμπορευμάτων με οχήματα που έχουν μέγιστο μεικτό βάρος από 3,5 έως 6 τόνους απαλλάσσεται από την απαίτηση κοινοτικής άδειας. Ωστόσο, οι κοινοτικοί κανόνες στον τομέα των οδικών εμπορευματικών μεταφορών εφαρμόζονται γενικά σε οχήματα με μέγιστη μεικτή μάζα άνω των 3,5 τόνων. Συνεπώς, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να ευθυγραμμισθούν με το γενικό πεδίο εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων για τις οδικές μεταφορές και θα πρέπει να προβλέπουν εξαίρεση μόνο για οχήματα με μέγιστη μεικτή μάζα 3,5 τόνων.

(9)
Η εκτέλεση των διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών θα πρέπει να εξαρτάται από την κατοχή κοινοτικής άδειας. Πρέπει να απαιτείται από τους μεταφορείς να φυλάσσουν ένα επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο της κοινοτικής άδειας σε κάθε όχημά τους, ώστε να διευκολύνουν τις εκτελεστικές αρχές, ιδίως αυτά που βρίσκονται εκτός του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα, να διενεργούν αποτελεσματικούς ελέγχους. Για τον σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν λεπτομερείς προδιαγραφές για τη μορφή και τα λοιπά χαρακτηριστικά της κοινοτικής άδειας και των επικυρωμένων αντιγράφων της.

(10)
Οι καθ’ οδόν έλεγχοι θα πρέπει να διενεργούνται χωρίς διακρίσεις, άμεσες ή έμμεσες, βασιζόμενες στην ιθαγένεια του οδικού μεταφορέα ή στη χώρα εγκατάστασής του ή στη χώρα καταχώρισης του οχήματος.

(11)
Θα πρέπει να καθοριστούν οι όροι χορήγησης και ανάκλησης των κοινοτικών αδειών καθώς και οι μεταφορές τις οποίες αφορούν, η διάρκεια ισχύος τους και οι λεπτομέρειες χρησιμοποίησής τους.

(12)
Θα πρέπει επίσης να καθιερωθεί η βεβαίωση οδηγού ώστε τα κράτη μέλη να είναι σε θέση να ελέγχουν αποτελεσματικά εάν οι οδηγοί τρίτων χωρών απασχολούνται νόμιμα ή τίθενται νόμιμα στη διάθεση του μεταφορέα που είναι υπεύθυνος για συγκεκριμένη μεταφορά.

(13)
Θα πρέπει να επιτρέπεται στους μεταφορείς που είναι κάτοχοι της κοινοτικής άδειας που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό και στους μεταφορείς που έχουν δικαίωμα να εκτελούν ορισμένες κατηγορίες διεθνών εμπορευματικών μεταφορών να εκτελούν εθνικές μεταφορές εντός ενός κράτους μέλους σε προσωρινή βάση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, χωρίς να διαθέτουν στο εν λόγω κράτος έδρα ή άλλη εγκατάσταση. Όταν εκτελούνται τέτοιες ενδομεταφορές, θα πρέπει να υπόκεινται στην κοινοτική νομοθεσία, όπως στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (6), και στην ισχύουσα εθνική νομοθεσία σε συγκεκριμένους τομείς στο κράτος μέλους υποδοχής.

(14)
Θα πρέπει να θεσπισθούν διατάξεις που να επιτρέπουν την παρέμβαση στην αγορά των συγκεκριμένων μεταφορών σε περίπτωση σοβαρής διαταραχής. Προς τον σκοπό αυτό, επιβάλλεται η θέσπιση προσαρμοσμένης διαδικασίας λήψεως αποφάσεων και η συλλογή των αναγκαίων στατιστικών στοιχείων.

(15)
Με την επιφύλαξη των διατάξεων της συνθήκης για το δικαίωμα εγκατάστασης, οι πράξεις ενδομεταφορών συνίστανται στην παροχή υπηρεσιών από μεταφορείς εντός κράτους μέλους στο οποίο δεν είναι εγκατεστημένοι και δεν θα πρέπει να απαγορεύονται εφόσον δεν διεξάγονται κατά τρόπο που δημιουργεί σταθερή ή συνεχή δραστηριότητα εντός του εν λόγω κράτους μέλους. Για να διευκολυνθεί η επιβολή αυτής της απαίτησης, θα πρέπει να ορίζονται σαφέστερα η συχνότητα των πράξεων ενδομεταφορών και η περίοδος στην οποία εκτελούνται. Κατά το παρελθόν, η εκτέλεση τέτοιων εθνικών γραμμών μεταφορών επιτρεπόταν σε προσωρινή βάση. Στην πράξη, αποδείχθηκε δύσκολο να προσδιοριστεί ποιες μεταφορές επιτρέπονται. Συνεπώς, χρειάζονται σαφείς και εύκολα εφαρμοστέοι κανόνες.

(16)
Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις διατάξεις αναφορικά με την εισερχόμενη ή εξερχόμενη οδική μεταφορά αγαθών ως σκέλος δρομολογίου συνδυασμένων μεταφορών όπως ορίζεται στην οδηγία 92/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 7ης Δεκεμβρίου 1992, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για ορισμένες συνδυασμένες εμπορευματικές μεταφορές μεταξύ των κρατών μελών (7). Τα εθνικά οδικά δρομολόγια εντός κράτους μέλους υποδοχής τα οποία δεν αποτελούν μέρος συνδυασμένης μεταφοράς όπως ορίζεται με την οδηγία 92/106/ΕΟΚ εμπίπτουν στον ορισμό των ενδομεταφορών και υπόκεινται συνεπώς στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

(17)
Οι διατάξεις της οδηγίας 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (8), εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις μεταφορών για την εκτέλεση ενδομεταφορών.

(18)
Για τη διεξαγωγή αποτελεσματικών ελέγχων των ενδομεταφορών, οι αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών υποδοχής θα πρέπει να έχουν τουλάχιστον πρόσβαση στα δεδομένα από τα δελτία αποστολής καθώς και από τις συσκευές ελέγχου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών (9).

(19)
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή με σκοπό την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(20)
Οι διοικητικές διατυπώσεις ενδείκνυται να ελαττωθούν, κατά το δυνατόν, χωρίς όμως να καταργηθούν οι έλεγχοι και οι κυρώσεις που εξασφαλίζουν την ορθή εφαρμογή και την αποτελεσματική επιβολή του παρόντος κανονισμού. Προς τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να αποσαφηνισθούν και να ενισχυθούν οι υφιστάμενοι κανόνες για την ανάκληση κοινοτικής άδειας. Οι ισχύοντες κανόνες θα πρέπει να αναπροσαρμοσθούν, ώστε να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική επιβολή κυρώσεων για σοβαρές παραβάσεις που διαπράττονται σε κράτος μέλος υποδοχής. Οι κυρώσεις θα πρέπει να επιβάλλονται χωρίς διακρίσεις και να είναι ανάλογες της σοβαρότητας των παραβάσεων. Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα άσκησης προσφυγής κατά των επιβαλλομένων κυρώσεων.

(21)
Τα κράτη μέλη πρέπει να καταχωρίζουν στο εθνικό τους ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών όλες τις σοβαρές παραβάσεις τις οποίες έχουν διαπράξει μεταφορείς και για τις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις.

(22)
Προκειμένου να διευκολυνθεί και να ενισχυθεί η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αρχών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν τις σχετικές πληροφορίες μέσω των εθνικών κέντρων επαφής που συστήνονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος οδικού μεταφορέα (10).

(23)
Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (11).

(24)
Ενδείκνυται, ιδίως, να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να προσαρμόζει τα παραρτήματα I, ΙΙ και IIΙ του παρόντος κανονισμού στην τεχνική πρόοδο. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση ορισμένων μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(25)
Τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τη θέσπιση αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων.

(26)
Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, συγκεκριμένα η εξασφάλιση συνεκτικού πλαισίου για τις διεθνείς εμπορευματικές μεταφορές σε ολόκληρη την Κοινότητα, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και κατά συνέπεια μπορεί, λόγω της κλίμακας και των επιπτώσεών του, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου αυτού,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές που εκτελούνται για λογαριασμό τρίτου για τις διαδρομές που πραγματοποιούνται στο έδαφος της Κοινότητας.
2.   Στην περίπτωση μεταφοράς με σημείο αναχώρησης ένα κράτος μέλος και προορισμό τρίτη χώρα ή αντίστροφα, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε εκείνο το τμήμα της διαδρομής που πραγματοποιείται στο έδαφος ενός κράτους μέλους διέλευσης. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στο τμήμα εκείνο της διαδρομής που πραγματοποιείται στο έδαφος του κράτους μέλους φόρτωσης ή εκφόρτωσης, εφόσον η αναγκαία συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας και της συγκεκριμένης τρίτης χώρας δεν έχει συναφθεί.
3.   Έως ότου συναφθούν οι συμφωνίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2, ο παρών κανονισμός δεν θίγει:
α)
τις διατάξεις για τις μεταφορές, με αφετηρία ένα κράτος μέλος και προορισμό τρίτη χώρα και αντιστρόφως οι οποίες περιλαμβάνονται σε διμερείς συμφωνίες μεταξύ των κρατών μελών και των εν λόγω τρίτων χωρών·

β)
τις διατάξεις για τις μεταφορές, με αφετηρία ένα κράτος μέλος και προορισμό τρίτη χώρα και αντιστρόφως οι οποίες περιλαμβάνονται σε διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και επιτρέπουν, είτε δυνάμει αδειών είτε δυνάμει ελεύθερου καθεστώτος, τις φορτώσεις και εκφορτώσεις σε ένα κράτος μέλος από μεταφορείς μη εγκατεστημένους σε αυτό το κράτος μέλος.
4.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις εθνικές οδικές εμπορευματικές μεταφορές που εκτελούνται προσωρινά από μη εγκατεστημένο μεταφορέα, όπως προβλέπεται στο κεφάλαιο III.
5.   Οι εξής κατηγορίες μεταφορών και οι διαδρομές χωρίς φορτίο που πραγματοποιούνται σε συνδυασμό με τις εν λόγω μεταφορές δεν απαιτούν κοινοτική άδεια και απαλλάσσονται από οιαδήποτε άδεια μεταφοράς:
α)
οι ταχυδρομικές μεταφορές που εκτελούνται στο πλαίσιο καθεστώτος καθολικής υπηρεσίας·

β)
οι μεταφορές οχημάτων που έχουν υποστεί ζημία ή βλάβη·

γ)
οι εμπορευματικές μεταφορές με μηχανοκίνητα οχήματα των οποίων η συνολική επιτρεπόμενη μάζα, συμπεριλαμβανομένου του βάρους των ρυμουλκουμένων, δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους·

δ)
η μεταφορά εμπορευμάτων με μηχανοκίνητα οχήματα εφόσον πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις:
i)
τα μεταφερόμενα εμπορεύματα ανήκουν στην επιχείρηση ή έχουν πωληθεί, αγορασθεί, μισθωθεί ή εκμισθωθεί, παραχθεί, εξορυχθεί, μεταποιηθεί ή επισκευασθεί από αυτήν·

ii)
η μεταφορά εξυπηρετεί την προσκόμιση των εμπορευμάτων προς την επιχείρηση, την αποστολή τους από αυτήν, ή τη μετακίνησή τους, είτε εντός είτε εκτός της επιχείρησης για λογαριασμό της·

iii)
τα μηχανοκίνητα οχήματα που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά αυτή οδηγούνται από το προσωπικό που απασχολείται από την επιχείρηση ή από προσωπικό που τίθεται στη διάθεση της επιχείρησης δυνάμει συμβατικής υποχρέωσης·

iv)
τα οχήματα που μεταφέρουν τα εμπορεύματα ανήκουν στην επιχείρηση ή έχουν αγορασθεί από αυτήν επί πιστώσει ή έχουν μισθωθεί εφόσον, στην τελευταία αυτή περίπτωση, πληρούν τους όρους που προβλέπει η οδηγία 2006/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2006, για τη χρησιμοποίηση μισθωμένων οχημάτων χωρίς οδηγό στις οδικές εμπορευματικές μεταφορές (12) και

v)
η μεταφορά αυτή συνιστά απλώς επικουρική δραστηριότητα στο πλαίσιο του συνόλου των δραστηριοτήτων της επιχείρησης·

ε)
οι μεταφορές φαρμάκων, ιατρικών συσκευών και ιατρικού εξοπλισμού καθώς και άλλων αναγκαίων αντικειμένων σε περίπτωση βοήθειας έκτακτης ανάγκης, ιδίως κατόπιν φυσικών καταστροφών.
Το πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) σημείο iv) δεν εφαρμόζεται όταν χρησιμοποιείται εφεδρικό όχημα κατά τη διάρκεια σύντομης βλάβης του οχήματος που χρησιμοποιείται κανονικά.
6.   Οι διατάξεις της παραγράφου 5 δεν τροποποιούν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες κράτος μέλος εξαρτά τη χορήγηση στους υπηκόους του της άδειας για την άσκηση των δραστηριοτήτων στις οποίες αναφέρεται η εν λόγω παράγραφος.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:
1)
«όχημα»: το μηχανοκίνητο όχημα με άδεια κυκλοφορίας σε ένα κράτος μέλος, ή οι συνδυασμοί συζευγμένων οχημάτων των οποίων τουλάχιστον το μηχανοκίνητο όχημα έχει άδεια κυκλοφορίας σε ένα κράτος μέλος, που προορίζονται αποκλειστικά για τη μεταφορά εμπορευμάτων·

2)
«διεθνείς μεταφορές»:
α)
οι μετακινήσεις ενός οχήματος με φορτίο, με σημείο αφετηρίας και σημείο άφιξης σε δύο διαφορετικά κράτη μέλη, με ή χωρίς διέλευση υπό καθεστώς διαμετακόμισης από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες·

β)
οι μετακινήσεις οχήματος με φορτίο από κράτος μέλος προς τρίτη χώρα και αντίστροφα, με ή χωρίς διέλευση υπό καθεστώς διαμετακόμισης από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες·

γ)
οι μετακινήσεις ενός οχήματος με φορτίο μεταξύ τρίτων χωρών, με διέλευση υπό καθεστώς διαμετακόμισης από το έδαφος ενός ή περισσότερων κρατών μελών· ή

δ)
οι μετακινήσεις χωρίς φορτίο σε συνδυασμό με τις μεταφορές στις οποίες αναφέρονται τα στοιχεία α), β) και γ)·

3)
«κράτος μέλος υποδοχής»: το κράτος μέλος στο οποίο ο μεταφορέας εκτελεί μεταφορές, διαφορετικό από το κράτος μέλος εγκατάστασης του μεταφορέα·

4)
«μη εγκατεστημένος μεταφορέας»: η επιχείρηση οδικών μεταφορών η οποία εκτελεί μεταφορές σε κράτος μέλος υποδοχής·

5)
«οδηγός»: οιοδήποτε πρόσωπο οδηγεί το όχημα ακόμη και για σύντομο χρονικό διάστημα, ή το οποίο έχει επιβιβασθεί στο όχημα ως μέρος των καθηκόντων του ώστε να είναι σε θέση να το οδηγήσει, εφόσον χρειασθεί·

6)
«ενδομεταφορές»: εθνικές μεταφορές για λογαριασμό τρίτου που εκτελούνται σε προσωρινή βάση σε κράτος μέλος υποδοχής, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

7)
«σοβαρή παράβαση της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές»: παράβαση που είναι δυνατόν να οδηγήσει στην απώλεια της αξιοπιστίας σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 ή/και στην προσωρινή ή μόνιμη αφαίρεση κοινοτικής άδειας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Άρθρο 3
Γενική αρχή
Οι διεθνείς μεταφορές εκτελούνται υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει κοινοτική άδεια και, εφόσον ο οδηγός είναι υπήκοος τρίτης χώρας, σε συνδυασμό με βεβαίωση οδηγού.
Άρθρο 4
Κοινοτική άδεια
1.   Η κοινοτική άδεια χορηγείται από ένα κράτος μέλος, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, σε κάθε μεταφορέα που εκτελεί οδικές εμπορευματικές μεταφορές για λογαριασμό τρίτου και ο οποίος:
α)
είναι εγκατεστημένος σε αυτό το κράτος μέλος σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία και την εθνική νομοθεσία του συγκεκριμένου κράτους μέλους· και

β)
έχει το δικαίωμα στο κράτος μέλος εγκατάστασης, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία και την εθνική νομοθεσία του συγκεκριμένου κράτους μέλους όσον αφορά την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα, να εκτελεί διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές.
2.   Η κοινοτική άδεια εκδίδεται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης για ανανεώσιμη περίοδο μέχρι δέκα ετών.
Οι κοινοτικές άδειες και τα επικυρωμένα αντίγραφα που έχουν εκδοθεί πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού παραμένουν σε ισχύ έως την ημερομηνία λήξης τους.
Η Επιτροπή προσαρμόζει την περίοδο ισχύος της κοινοτικής άδειας στην τεχνική πρόοδο, και συγκεκριμένα στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα επιχειρήσεων οδικών μεταφορών που προβλέπονται στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, εκδίδονται διά της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 2.
3.   Το κράτος μέλος εγκατάστασης χορηγεί στον δικαιούχο το πρωτότυπο της κοινοτικής άδειας, το οποίο φυλάσσεται από τον μεταφορέα, και αριθμό επικυρωμένων αντιγράφων αντίστοιχο με τον αριθμό των οχημάτων που διαθέτει ο κάτοχος της κοινοτικής άδειας, είτε κατά πλήρη κυριότητα είτε για παράδειγμα, με σύμβαση αγοράς με δόσεις, σύμβαση μίσθωσης ή σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης.
4.   Η κοινοτική άδεια και τα επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα πρέπει να είναι σύμφωνα με το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙ, το οποίο καθορίζει επίσης τους όρους χρήσης της κοινοτικής άδειας. Περιέχουν τουλάχιστον δύο από τα χαρακτηριστικά ασφαλείας που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι.
Η Επιτροπή προσαρμόζει τα παραρτήματα Ι και ΙΙ στην τεχνική πρόοδο. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 2.
5.   Η κοινοτική άδεια και τα επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα φέρουν τη σφραγίδα της εκδίδουσας αρχής, καθώς και υπογραφή και αύξοντα αριθμό. Οι αύξοντες αριθμοί της κοινοτικής άδειας και των επικυρωμένων γνήσιων αντιγράφων καταχωρίζονται στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών και συμπεριλαμβάνεται στο τμήμα που αφορά τα στοιχεία του μεταφορέα.
6.   Η κοινοτική άδεια εκδίδεται στο όνομα του μεταφορέα και δεν μεταβιβάζεται σε τρίτους. Ένα επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο της κοινοτικής άδειας φυλάσσεται μέσα σε κάθε όχημα του μεταφορέα και επιδεικνύεται εφόσον το ζητήσουν οι αρμόδιοι για τον έλεγχο υπάλληλοι.
Στην περίπτωση συνδυασμού συζευγμένων οχημάτων, το επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο συνοδεύει το μηχανοκίνητο όχημα. Το εν λόγω αντίγραφο καλύπτει το σύνολο των συζευγμένων οχημάτων ακόμα και σε περίπτωση που το ρυμουλκούμενο ή το ημιρυμουλκούμενο δεν είναι εγγεγραμμένα ούτε έχουν τεθεί σε κυκλοφορία στο όνομα του δικαιούχου της άδειας ή σε περίπτωση που είναι εγγεγραμμένα και έχουν τεθεί σε κυκλοφορία σε άλλο κράτος.
Άρθρο 5
Βεβαίωση οδηγού
1.   Το κράτος μέλος εκδίδει βεβαίωση οδηγού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, για οποιονδήποτε μεταφορέα, ο οποίος:
α)
είναι κάτοχος κοινοτικής άδειας· και

β)
στο κράτος μέλος αυτό απασχολεί νομίμως οδηγό που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους ούτε επί μακρόν διαμένων κατά την έννοια της οδηγίας 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες (13), ή χρησιμοποιεί νομίμως οδηγό που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους ούτε επί μακρόν διαμένων κατά την έννοια της εν λόγω οδηγίας και που έχει τεθεί στη διάθεση του μεταφορέα σύμφωνα με τους όρους απασχόλησης και επαγγελματικής κατάρτισης των οδηγών που έχουν θεσπιστεί στο εν λόγω κράτος μέλος:
i)
με νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις· και, ενδεχομένως·

ii)
με συλλογικές συμβάσεις, σύμφωνα με τους κανόνες που εφαρμόζονται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.
2.   Η βεβαίωση οδηγού εκδίδεται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα κατόπιν αίτησης του κατόχου κοινοτικής άδειας για κάθε οδηγό που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους ούτε επί μακρόν διαμένων κατά την έννοια της οδηγίας 2003/109/ΕΚ που απασχολεί νομίμως ο μεταφορέας ή για κάθε οδηγό, ο οποίος δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους ούτε επί μακρόν διαμένων κατά την έννοια αυτής της οδηγίας και που έχει τεθεί στη διάθεση του μεταφορέα. Κάθε βεβαίωση οδηγού πιστοποιεί ότι ο αναγραφόμενος σε αυτήν οδηγός απασχολείται σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 1.
3.   Η βεβαίωση οδηγού πρέπει να αντιστοιχεί στο υπόδειγμα του παραρτήματος IIΙ και να περιέχει τουλάχιστον δύο από τα χαρακτηριστικά ασφαλείας που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι.
4.   Η Επιτροπή προσαρμόζει το παράρτημα ΙΙΙ στην τεχνική πρόοδο. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 2.
5.   Η βεβαίωση οδηγού φέρει τη σφραγίδα της εκδίδουσας αρχής, καθώς και υπογραφή και αύξοντα αριθμό. Ο αύξων αριθμός της βεβαίωσης οδηγού καταχωρίζεται στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών και συμπεριλαμβάνεται στα δεδομένα που αφορούν τον μεταφορέα, ο οποίος θέτει τη βεβαίωση οδηγού στη διάθεση του αναγραφόμενου σε αυτήν οδηγού.
6.   Η βεβαίωση οδηγού ανήκει στον μεταφορέα, ο οποίος την παραδίδει στον αναγραφόμενο στη βεβαίωση οδηγό, όταν ο εν λόγω οδηγός οδηγεί όχημα εκτελώντας μεταφορές βάσει της κοινοτικής άδειας που έχει εκδοθεί στο όνομα του μεταφορέα αυτού. Ένα επικυρωμένο γνήσιο αντίγραφο της βεβαίωσης οδηγού που έχει εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα φυλάσσεται στις εγκαταστάσεις του μεταφορέα. Η βεβαίωση οδηγού πρέπει να επιδεικνύεται εφόσον το ζητήσει αρμόδιος για τον έλεγχο υπάλληλος.
7.   Η βεβαίωση οδηγού εκδίδεται για περίοδο την οποία καθορίζει το κράτος μέλος έκδοσης, είναι δε μέγιστης διάρκειας ισχύος πέντε ετών. Οι βεβαιώσεις οδηγού που έχουν εκδοθεί πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού παραμένουν σε ισχύ μέχρι την ημερομηνία λήξης τους.
Η βεβαίωση οδηγού είναι έγκυρη μόνον εφόσον πληρούνται οι όροι υπό τους οποίους εκδόθηκε. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι οι βεβαιώσεις επιστρέφονται αμέσως από τον μεταφορέα στις αρχές έκδοσης όταν οι όροι αυτοί παύουν να πληρούνται.
Άρθρο 6
Εξακρίβωση της τήρησης των όρων
1.   Κατά την υποβολή αίτησης χορήγησης άδειας, ή κατά την υποβολή αίτησης για την ανανέωση της κοινοτικής άδειας, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης εξακριβώνουν κατά πόσον ο μεταφορέας πληροί ή εξακολουθεί να πληροί τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1.
2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης εξακριβώνουν τακτικά διενεργώντας κάθε χρόνο ελέγχους σε ποσοστό τουλάχιστον 20 % των έγκυρων βεβαιώσεων οδηγού που εκδίδονται από το εν λόγω κράτος μέλος, κατά πόσον εξακολουθούν να πληρούνται οι όροι του άρθρου 5 παράγραφος 1 για την έκδοση βεβαίωσης οδηγού.
Άρθρο 7
Μη χορήγηση και ανάκληση της κοινοτικής άδειας και της βεβαίωσης οδηγού
1.   Εάν δεν πληρούνται οι όροι του άρθρου 4 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5 παράγραφος 1, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης απορρίπτουν την αίτηση χορήγησης ή παράτασης κοινοτικής άδειας ή χορήγησης βεβαίωσης οδηγού, με αιτιολογημένη απόφαση.
2.   Οι αρμόδιες αρχές ανακαλούν την κοινοτική άδεια ή τη βεβαίωση οδηγού σε περίπτωση που ο δικαιούχος:
α)
δεν πληροί πλέον τους όρους του άρθρου 4 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5 παράγραφος 1· ή

β)
έδωσε ανακριβείς πληροφορίες σχετικά με την αίτηση έκδοσης της κοινοτικής άδειας ή της βεβαίωσης οδηγού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Άρθρο 8
Γενική αρχή
1.   Κάθε μεταφορέας που εκτελεί οδικές εμπορευματικές μεταφορές για λογαριασμό τρίτου, ο οποίος είναι κάτοχος κοινοτικής άδειας και του οποίου ο οδηγός, εφόσον είναι υπήκοος τρίτης χώρας, έχει στην κατοχή του βεβαίωση οδηγού, έχει δικαίωμα, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο παρόν κεφάλαιο, να εκτελεί ενδομεταφορές.
2.   Αφού παραδώσουν τα εμπορεύματα που μεταφέρθηκαν στο πλαίσιο της εισερχόμενης διεθνούς μεταφοράς, οι μεταφορείς οι οποίοι αναφέρονται στην παράγραφο 1 επιτρέπεται να εκτελούν, με το ίδιο όχημα, ή αν πρόκειται για συνδυασμούς συζευγμένων οχημάτων το μηχανοκίνητο όχημα του ίδιου οχήματος, έως και τρεις ενδομεταφορές αφού εκτελέσουν διεθνή μεταφορά με αφετηρία άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα και προορισμό το κράτος μέλος υποδοχής.. Η τελευταία εκφόρτωση στο πλαίσιο της ενδομεταφοράς πριν από την αναχώρηση από το κράτος μέλος υποδοχής πραγματοποιείται εντός επτά ημερών από την τελευταία εκφόρτωση στο κράτος μέλος υποδοχής στο πλαίσιο της διεθνούς μεταφοράς εισόδου.
Εντός του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι μεταφορείς μπορούν να εκτελούν ορισμένες ή όλες τις ενδομεταφορές που επιτρέπονται στο πλαίσιο του εν λόγω εδαφίου σε οποιοδήποτε κράτος μέλος εφόσον περιορίζονται σε μία πράξη ενδομεταφοράς ανά κράτος μέλος διέλευσης εντός τριημέρου από την είσοδο άνευ φορτίου στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους.
3.   Οι εθνικές οδικές εμπορευματικές μεταφορές που πραγματοποιούνται στο κράτος μέλος υποδοχής από μη εγκατεστημένο μεταφορέα λογίζονται σύμφωνες προς τον παρόντα κανονισμό μόνο εάν ο μεταφορέας μπορεί να παράσχει σαφείς αποδείξεις σχετικά με την εισερχόμενη διεθνή μεταφορά και κάθε μετέπειτα πραγματοποιηθείσα ενδομεταφορά.
Οι αποδείξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνουν τα ακόλουθα λεπτομερή στοιχεία για κάθε μεταφορά:
α)
το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και την υπογραφή του αποστολέα·

β)
το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και την υπογραφή του μεταφορέα·

γ)
το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του παραλήπτη, καθώς και την υπογραφή και την ημερομηνία παράδοσης, αφού παραδοθούν τα εμπορεύματα·

δ)
τον τόπο και την ημερομηνία παραλαβής των εμπορευμάτων και τον τόπο που έχει ορισθεί για την παράδοση·

ε)
την κοινώς αποδεκτή περιγραφή της φύσης των εμπορευμάτων και τη μέθοδο συσκευασίας τους και, σε περίπτωση επικίνδυνων εμπορευμάτων, τη γενικώς αναγνωρισμένη περιγραφή τους, καθώς και τον αριθμό των δεμάτων, και τα ειδικά τους σήματα και αριθμούς·

στ)
τη μεικτή μάζα των εμπορευμάτων ή την ποσότητά τους εκφρασμένη με άλλο τρόπο·

ζ)
τον αριθμό των πινακίδων κυκλοφορίας του μηχανοκίνητου οχήματος και του ρυμουλκούμενου.
4.   Δεν ζητείται επιπρόσθετο έγγραφο προκειμένου να αποδειχθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου.
5.   Κάθε μεταφορέας που έχει, στο κράτος μέλος εγκατάστασης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, το δικαίωμα να εκτελεί για λογαριασμό τρίτου τις οδικές εμπορευματικές μεταφορές που προσδιορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 στοιχεία α), β) και γ) γίνεται δεκτός, υπό τους όρους του παρόντος κεφαλαίου, να εκτελεί, κατά περίπτωση, ίδιας φύσεως ενδομεταφορές ή ενδομεταφορές με οχήματα της ίδιας κατηγορίας.
6.   Η αποδοχή στις ενδομεταφορές, στο πλαίσιο των μεταφορών που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 στοιχεία δ) και ε), δεν υπόκειται σε κανέναν περιορισμό.
Άρθρο 9
Κανόνες που εφαρμόζονται στις ενδομεταφορές
1.   Η εκτέλεση των ενδομεταφορών υπόκειται, με την επιφύλαξη της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας, στις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ισχύουν στο κράτος μέλος υποδοχής, όσον αφορά τα ακόλουθα:
α)
τους όρους που διέπουν τη σύμβαση μεταφοράς·

β)
το βάρος και τις διαστάσεις των οχημάτων·

γ)
τις προϋποθέσεις σχετικά με τη μεταφορά ορισμένων κατηγοριών εμπορευμάτων, ιδίως επικίνδυνων εμπορευμάτων, ευαλλοίωτων τροφίμων και ζώντων ζώων·

δ)
τον χρόνο οδήγησης και τις περιόδους ανάπαυσης·

ε)
τον φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) στις υπηρεσίες μεταφορών.
Το βάρος και οι διαστάσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β) πρώτο εδάφιο είναι δυνατόν, κατά περίπτωση, να υπερβαίνουν αυτά που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος εγκατάστασης του μεταφορέα, αλλά δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να υπερβαίνουν τα όρια που τίθενται από το κράτος μέλος υποδοχής για την εθνική του κυκλοφορία ή τα τεχνικά χαρακτηριστικά που αναγράφονται στα αποδεικτικά που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 της οδηγίας 96/53/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1996, σχετικά με τον καθορισμό, για ορισμένα οδικά οχήματα που κυκλοφορούν στην Κοινότητα, των μέγιστων επιτρεπόμενων διαστάσεων στις εθνικές και διεθνείς μεταφορές και των μέγιστων επιτρεπόμενων βαρών στις διεθνείς μεταφορές (14).
2.   Οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται στους μη εγκατεστημένους μεταφορείς υπό τους ιδίους όρους με αυτούς που επιβάλλονται στους μεταφορείς που είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος υποδοχής, ώστε να εμποδίζεται κάθε διάκριση λόγω ιθαγένειας ή τόπου εγκατάστασης.
Άρθρο 10
Διαδικασία διασφάλισης
1.   Σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης ή επιδείνωσης της διατάραξης της αγοράς των εθνικών μεταφορών στο εσωτερικό μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής ζώνης, λόγω των δραστηριοτήτων ενδομεταφορών, κάθε κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να θεσπίσει μέτρα διασφάλισης και της γνωστοποιεί τις απαραίτητες πληροφορίες και τα μέτρα που προτίθεται να λάβει έναντι των εγκατεστημένων μεταφορέων.
2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, νοούνται ως:
— «σοβαρή διατάραξη της αγοράς των εθνικών μεταφορών στο εσωτερικό μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής ζώνης» η εμφάνιση, στην εν λόγω αγορά, συγκεκριμένων προβλημάτων αυτής της αγοράς, η φύση των οποίων είναι δυνατόν να οδηγήσει σε σοβαρό και, ενδεχομένως, διαρκές πλεόνασμα προσφοράς σε σχέση προς τη ζήτηση, και τα οποία συνιστούν απειλή για την οικονομική ισορροπία και την επιβίωση σημαντικού αριθμού μεταφορέων,
— «γεωγραφική ζώνη», ζώνη η οποία περιλαμβάνει ένα μέρος ή το σύνολο του εδάφους ενός κράτους μέλους ή εκτείνεται σε ένα μέρος ή στο σύνολο του εδάφους άλλων κρατών μελών.
3.   Η Επιτροπή εξετάζει την κατάσταση, βάσει ιδίως των πιο πρόσφατων στοιχείων και, αφού συμβουλευθεί την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1, αποφασίζει, εντός προθεσμίας ενός μηνός αφότου λάβει την αίτηση του κράτους μέλους, εάν είναι αναγκαίο να ληφθούν μέτρα διασφάλισης ή όχι, και τα θεσπίζει, εάν κριθεί αναγκαίο.
Τα μέτρα αυτά μπορούν να συνεπάγονται τον προσωρινό αποκλεισμό της σχετικής ζώνης από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.
Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο παραμένουν σε ισχύ για περίοδο η οποία δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες, και η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία φορά με τα ίδια όρια ισχύος.
Η Επιτροπή κοινοποιεί αμελλητί στα κράτη μέλη και στο Συμβούλιο κάθε απόφαση που λαμβάνει δυνάμει της παρούσας παραγράφου.
4.   Αν η Επιτροπή αποφασίσει να λάβει μέτρα διασφάλισης που αφορούν ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών υποχρεούνται να λάβουν μέτρα αντίστοιχης εμβέλειας έναντι των εγκατεστημένων μεταφορέων και ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή. Τα τελευταία αυτά μέτρα εφαρμόζονται το αργότερο από την ίδια ημερομηνία με τα μέτρα διασφάλισης που λαμβάνει η Επιτροπή.
5.   Κάθε κράτος μέλος μπορεί να φέρει ενώπιον του Συμβουλίου την απόφαση που έλαβε η Επιτροπή δυνάμει της παραγράφου 3 εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την κοινοποίησή της. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, μπορεί, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την ημερομηνία υποβολής του θέματος ή, εάν το θέμα υποβλήθηκε από περισσότερα του ενός κράτη μέλη, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την ημερομηνία της πρώτης υποβολής, να λάβει διαφορετική απόφαση.
Τα όρια ισχύος που προβλέπονται στην παράγραφο 3 τρίτο εδάφιο εφαρμόζονται στην απόφαση του Συμβουλίου. Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών υποχρεούνται να λαμβάνουν μέτρα αντίστοιχης εμβέλειας έναντι των εγκατεστημένων μεταφορέων και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Αν το Συμβούλιο δεν αποφασίσει εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η απόφαση της Επιτροπής καθίσταται οριστική.
6.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι τα μέτρα που αναφέρει η παράγραφος 3 πρέπει να ανανεωθούν, υποβάλλει πρόταση στο Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Άρθρο 11
Αμοιβαία συνδρομή
Τα κράτη μέλη παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και για τον έλεγχο της τήρησής του. Ανταλλάσσουν πληροφορίες μέσω των εθνικών κέντρων επαφής που συστήνονται δυνάμει του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009.
Άρθρο 12
Επιβολή κυρώσεων για παραβάσεις από το κράτος μέλος εγκατάστασης
1.   Σε περίπτωση σοβαρών παραβάσεων της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές που διαπράχθηκαν ή βεβαιώθηκαν σε ένα κράτος μέλος, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα ο οποίος διέπραξε τις εν λόγω παραβάσεις αναλαμβάνουν την προσήκουσα δράση η οποία μπορεί να περιλαμβάνει προειδοποίηση, εάν προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, για παρακολούθηση της υπόθεσης η οποία μπορεί, μεταξύ άλλων, να οδηγήσει στην επιβολή των ακόλουθων διοικητικών κυρώσεων:
α)
προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση ορισμένων ή όλων των επικυρωμένων γνήσιων αντιγράφων της κοινοτικής άδειας·

β)
προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση της κοινοτικής άδειας.
Οι κυρώσεις αυτές μπορεί να καθορίζονται, αφού ληφθεί οριστική απόφαση για την υπόθεση, και λαμβάνουν υπόψη τη σοβαρότητα της παράβασης που διέπραξε ο κάτοχος της κοινοτικής άδειας και τον συνολικό αριθμό επικυρωμένων γνήσιων αντιγράφων της άδειας που κατέχει για διεθνείς μεταφορές.
2.   Σε περίπτωση σοβαρής παράβασης σχετικά με οποιαδήποτε κατάχρηση των βεβαιώσεων οδηγού, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα που έχει διαπράξει τις εν λόγω παραβάσεις επιβάλλουν τις δέουσες κυρώσεις, οι οποίες μπορεί να συνίστανται ειδικότερα στις εξής:
α)
αναστολή της έκδοσης βεβαιώσεων οδηγού·

β)
αφαίρεση των βεβαιώσεων οδηγού·

γ)
επιβολή πρόσθετων όρων για την έκδοση βεβαιώσεων οδηγού έτσι ώστε να αποτραπεί οποιαδήποτε κατάχρηση·

δ)
προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση ορισμένων ή όλων των επικυρωμένων γνήσιων αντιγράφων της κοινοτικής άδειας·

ε)
προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση της κοινοτικής άδειας.
Οι κυρώσεις αυτές μπορεί να καθορίζονται αφού ληφθεί οριστική απόφαση για την υπόθεση και λαμβάνουν υπόψη τη σοβαρότητα της παράβασης που διέπραξε ο κάτοχος της κοινοτικής άδειας.
3.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διαπιστώθηκαν οι παραβάσεις, το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός έξι εβδομάδων από την οριστική απόφαση, ποιες κυρώσεις από τις προβλεπόμενες στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου έχουν τυχόν επιβληθεί.
Εάν δεν επιβληθούν τέτοιες κυρώσεις, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης παρέχουν τη δέουσα αιτιολόγηση.
4.   Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις που επιβάλλονται στον ενδιαφερόμενο μεταφορέα είναι, στο σύνολό τους, ανάλογες προς την ή τις παραβάσεις για τις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις λαμβάνοντας υπόψη κυρώσεις για την ίδια παράβαση που επιβλήθηκαν ενδεχομένως στο κράτος μέλος στο οποίο διαπιστώθηκε η παράβαση.
5.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα μπορούν επίσης, κατ’ εφαρμογή του εθνικού δικαίου, να προσφύγουν κατά του μεταφορέα ενώπιον του αρμόδιου εθνικού δικαστηρίου. Οι εν λόγω αρχές ενημερώνουν την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής σχετικά με τυχόν αποφάσεις που ελήφθησαν εν προκειμένω.
6.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι μεταφορείς έχουν δικαίωμα να προσφεύγουν κατά οιασδήποτε διοικητικής κύρωσης που τους έχει επιβληθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Άρθρο 13
Επιβολή κυρώσεων για παραβάσεις από το κράτος μέλος υποδοχής
1.   Όταν οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους λάβουν γνώση μιας σοβαρής παράβασης του παρόντος κανονισμού ή της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές που καταλογίζονται σε μη εγκατεστημένο μεταφορέα, το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διαπιστώθηκε η παράβαση διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα, το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός έξι εβδομάδων από την οριστική τους απόφαση για το ζήτημα, τις ακόλουθες πληροφορίες:
α)
περιγραφή της παράβασης και την ημερομηνία και χρόνο κατά τον οποίο διαπράχθηκε·

β)
την κατηγορία, το είδος και τη σοβαρότητα της παράβασης· και

γ)
τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν και τις κυρώσεις που εκτελέστηκαν.
Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής δύνανται να ζητήσουν από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 12.
2.   Με την επιφύλαξη ποινικής δίωξης, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής δικαιούνται να επιβάλλουν κυρώσεις κατά μη εγκατεστημένου μεταφορέα ο οποίος παραβιάζει, στο έδαφος του κράτους αυτού, τον παρόντα κανονισμό ή την εθνική ή κοινοτική νομοθεσία για τις οδικές μεταφορές επ’ ευκαιρία ενδομεταφοράς. Οι κυρώσεις αυτές επιβάλλονται χωρίς διακρίσεις. Οι εν λόγω κυρώσεις μπορούν, ιδίως, να συνίστανται σε προειδοποίηση ή, σε περίπτωση κάποιας σοβαρής παράβασης, σε προσωρινή απαγόρευση των ενδομεταφορών στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής όπου διεπράχθη η παράβαση.
3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι μεταφορείς έχουν δικαίωμα να ασκούν προσφυγή κατά οιασδήποτε διοικητικής ποινής που τους επιβλήθηκε σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Άρθρο 14
Καταχώριση στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι σοβαρές παραβάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας για τις οδικές μεταφορές, τις οποίες διαπράττουν μεταφορείς εγκατεστημένοι στο έδαφός τους και οδηγούν στην επιβολή κύρωσης από οιοδήποτε κράτος μέλος, καθώς και στην προσωρινή ή τη μόνιμη αφαίρεση της κοινοτικής άδειας ή του επικυρωμένου γνήσιου αντιγράφου, καταχωρίζονται στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο επιχειρήσεων οδικών μεταφορών. Καταχωρίσεις στο μητρώο που αφορούν προσωρινή ή μόνιμη αφαίρεση της κοινοτικής άδειας παραμένουν στη βάση δεδομένων επί δύο έτη μετά την πάροδο της περιόδου αφαίρεσης της άδειας στην περίπτωση προσωρινής αφαίρεσης ή μετά την ημερομηνία αφαίρεσης της άδειας στην περίπτωση μόνιμης αφαίρεσης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Άρθρο 15
Διαδικασία επιτροπής
1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85.
2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.
Άρθρο 16
Κυρώσεις
Τα κράτη μέλη καθορίζουν το σύστημα κυρώσεων που επιβάλλονται στις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή τους. Οι εν λόγω κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή έως τις 4 Δεκεμβρίου 2011, και κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους το συντομότερο δυνατόν.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλα αυτά τα μέτρα λαμβάνονται χωρίς διακρίσεις ως προς την ιθαγένεια ή τον τόπο εγκατάστασης του μεταφορέα.
Άρθρο 17
Υποβολή εκθέσεων
1.   Ανά διετία, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τον αριθμό των μεταφορέων που είναι κάτοχοι κοινοτικής άδειας στις 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους και για τον αριθμό των επικυρωμένων γνήσιων αντιγράφων που αντιστοιχούν στα οχήματα που κυκλοφορούν κατά την ημερομηνία αυτή.
2.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν επίσης την Επιτροπή για τον αριθμό των βεβαιώσεων οδηγού που εξέδωσαν το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, καθώς και για τον αριθμό των βεβαιώσεων οδηγού σε κυκλοφορία στις 31 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.
3.   Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση για την κατάσταση της κοινοτικής αγοράς οδικών μεταφορών μέχρι τα τέλη του 2013. Η έκθεση περιλαμβάνει ανάλυση της κατάστασης της αγοράς, στην οποία περιλαμβάνεται αξιολόγηση της αποθεματικότητας των ελέγχων και εξέλιξη των ορών άσκησης του επαγγέλματος καθώς και αξιολογική κρίση για το αν η εναρμόνιση των κανόνων στους τομείς, μεταξύ άλλων, της επιβολής και των οδικών τελών καθώς και στον κοινωνικό τομέα και στον τομέα της ασφάλειας προόδευσε σε βαθμό που να εξετάζεται το ενδεχόμενο μεγαλύτερου ανοίγματος των εγχώριων αγορών οδικών μεταφορών καθώς και ενδομεταφορών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 18
Κατάργηση
Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 881/92, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3118/93 και η οδηγία 2006/94/ΕΚ καταργούνται.
Οι αναφορές στους καταργηθέντες κανονισμούς και στην καταργηθείσα οδηγία νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος IV.
Άρθρο 19
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από τις 4 Δεκεμβρίου 2011 με εξαίρεση τα άρθρα 8 και 9 τα οποία εφαρμόζονται από τις 14 Μαΐου 2010.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Στρασβούργο, 21 Οκτωβρίου 2009.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
J. BUZEK
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
C. MALMSTRÖM

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Ιανουαρίου 2009 (ΕΕ C 62 E της 17.3.2009, σ. 46), θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 2009.
(10)  Βλέπε σελίδα 51 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.


ΝΕΑ Βιβλία για
Ε Ξ Ε Τ Α Σ Ε Ι Σ
Πιστοποιημένων Εκτελωνιστών
Βάσει Ενωσιακού τελωνειακού Κώδικα

Ρωτήστε μας Τελωνειακά θέματα στο:
Να σας απαντήσουμε

Εκτύπωση πολυσέλιδων Νόμων, Κανονισμών κλπ
Ιστοσελίδα = PrePrint.gr
Με μικρό κόστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου